Της Νάσιας Τριάντη,
Σε διάγγελμα περί αύξησης του κατώτατου μισθού προέβη ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ως αντιστάθμισμα του κύματος ακρίβειας που πλήττει τη χώρα μας. Η ακρίβεια που εντάθηκε, ύστερα από ποικίλες εξελίξεις στον διεθνή χώρο, επηρεάζει βαθιά τις ευρωπαϊκές και όχι μόνο οικονομίες και η καθεμία ανευρίσκει τρόπους, για να την αντιμετωπίσει. Ο τρόπος αντιμετώπισης που υιοθετεί η Eλληνική Kυβέρνηση, σε συνδυασμό βέβαια με μια σειρά και από άλλα μέτρα που αφορούν τους κλάδους, όπου παρατηρείται κυρίως το φαινόμενο της ακρίβειας, είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού των εργαζομένων.
Ο κατώτατος μισθός, πριν μεσολαβήσει η εν λόγω αύξηση, βρίσκεται στο ποσό των 663 ευρώ. Και αυτό, όμως, το ποσό διαμορφώθηκε ύστερα από μια μικρότερη αύξηση που πραγματοποιήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2022. Πριν από αυτήν, ο κατώτατος μισθός άγγιζε το ποσό των 650 ευρώ. Εξετάζοντας το ποσό αυτό στο πλαίσιο των πραγματικών συνθηκών της ελληνικής κοινωνίας, ακόμη και πριν το κύμα ακρίβειας, και με σημείο αναφοράς τη μέση Ελληνίδα και τον μέσο Έλληνα, αντιλαμβανόμαστε ότι σε καμία περίπτωση δεν επαρκεί. Αν δε, τα δυο αυτά υποκείμενα έχουν και παιδιά που πρέπει να συντηρήσουν, τα πράγματα εμφανώς δυσχεραίνονται. Κι αυτό φυσικά λαμβάνοντας υπόψη το κόστος ζωής, ήτοι την τιμή των ενοικίων, των αγαθών πρώτης ανάγκης, όπως το νερό, το ρεύμα, η θέρμανση, αλλά και τα καταναλωτικά αγαθά εν γένει, ενώ εκτός δεν θα έπρεπε να μείνει και το κόστος της διασκέδασης, που συχνά παραγνωρίζεται. Συνυπολογίζοντας τα παραπάνω μεγέθη, είναι πέρα από προφανές ότι ένας μέσος εργαζόμενος που πληρώνεται 650 ευρώ το μήνα, δεν μπορεί να συντηρήσει τον εαυτό του, στα βασικά έξοδα πολλώ δε μάλλον, να καλύψει και τα έκτακτα έξοδα που τυχόν προκύψουν.
Μικρή διαφορά στην ως άνω περιγραφείσα κατάσταση προκαλεί η αύξηση στα 663 ευρώ. Μάλιστα, το ποσό αυτό τοποθετημένο στην ελληνική κοινωνία του σήμερα, με τιμές ακρίβειας σε όλα τα προαναφερθέντα προϊόντα, μειώνει αισθητά τις πιθανότητες να μπορεί κάποιος να ζήσει μόνος του, δηλαδή χωρίς οικονομική βοήθεια από αλλού, με αυτά τα χρήματα. Η αύξηση, επομένως, του κατώτατου μισθού, κρίνεται όχι απλά σκόπιμη, αλλά απαραίτητη.
Η αύξηση, την οποία εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός, υπολογίζεται στο 7,5% του τρέχοντος μισθού ή αλλιώς επιπλέον 50 ευρώ το μήνα. Παρατηρείται μάλιστα ότι, η αύξηση αυτή έχει ως αποτέλεσμα το ετήσιο όφελος του εργαζομένου από αυτήν να μεταφράζεται σε έναν επιπλέον μισθό, δηλαδή από 14 μισθούς το χρόνο που είναι το σύνηθες, οι εργαζόμενοι πρόκειται να λαμβάνουν 15. Παράλληλα, αυξάνεται και το επίδομα ανεργίας, το οποίο από 407,25 ευρώ το μήνα φτάνει να αγγίξει τα 438 ευρώ, ενώ δε λείπει και η διεύρυνση του φάσματος των βοηθητικών επιδομάτων σε διάφορους εργασιακούς κλάδους. Ενδεικτικά αναφέρω: το βοήθημα ανεργίας για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, ειδικά εποχιακά βοηθήματα για μισθωτούς τουριστικού και επισιτιστικού κλάδου, οικοδόμους, δασεργάτες, επίδομα γονικής άδειας.
Παραμένει, ωστόσο, αμφίβολο κατά πόσο η αύξηση αυτή είναι ικανή για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, την στιγμή που ένα τέτοιο μέτρο θα μπορούσε να είναι ωφέλιμο μια άλλη περίοδο, όμως τώρα με τις συνθήκες ακρίβειας σε καίριους τομείς της παραγωγής και γενικότερα της κοινωνικής ζωής, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Κριτική ασκείται από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, σχετικά με την προχειρότητα και τη βιασύνη του μέτρου της αύξησης του κατώτατου μισθού, εν μέσω μιας τόσο ασταθούς περιόδου της οικονομίας της χώρας μας, αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας.
Παρόλα αυτά, η Κυβέρνηση προέβη στην εξαγγελία του μέτρου αυτού έπειτα από μελέτη των οικονομικών μεγεθών της χώρα, πράγμα που σημαίνει ότι η σημερινή εθνική οικονομική κατάσταση, παρότι δέχεται έντονες επιρροές από τις διεθνείς εξελίξεις, επιτρέπει μια τέτοια αύξηση. Περαιτέρω αύξηση, ώστε να συμβαδίζει με την ανάλογη αύξηση του κόστους ζωής, θα μπορούσε να διακινδυνεύσει την οικονομική ισορροπία της χώρας, προκαλώντας ανεπανόρθωτες ενδεχομένως συνέπειες.
Συνοψίζοντας, πρέπει να αναγνωρίσουμε την αξία του μέτρου που υιοθέτησε η Κυβέρνηση ως προς την αύξηση του κατώτατου μισθού, ακόμη κι αν αυτή η αύξηση δε μοιάζει λυσιτελής. Ωστόσο, υποστηρίζεται ότι για την ομαλή συμπόρευση της κοινωνίας με το κύμα ακρίβειας που εξαπλώνεται, δεν αρκεί η αύξηση των μισθών των εργαζομένων, αλλά κρίνεται απαραίτητη η λήψη ανακουφιστικών μέτρων και στους κλάδους που επηρεάζονται περισσότερο από αυτήν, όπως λόγου χάρη τα καύσιμα και το ρεύμα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Υπουργείο Εργασίας: Πώς διαμορφώνονται κατώτατος μισθός και τριετίες – Τι αλλάζει στα επιδόματα ΟΑΕΔ, cnn.gr, διαθέσιμο εδώ