Της Θεοδώρας Αγγελοπούλου,
Από τη στιγμή που η Ελλάδα αποτελεί κράτος-μέλος του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, βρίσκεται σε άμεση εναρμόνιση με τη νομική ιδιαιτερότητα της ενωσιακής πραγματικότητας, η οποία συνίσταται σε μία συνθήκη συναρμοστικής αλληλεξάρτησης και ανεξαρτησίας. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται ότι, πέραν των μηχανισμών που ενυπάρχουν στο Ελληνικό Κοινοβούλιο –όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 28 του Συντάγματος– για την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στην ελληνική έννομη τάξη, η Βουλή διαθέτει όργανα πολιτικού χαρακτήρα αρμόδια να συνδιασκέπτονται άμεσα με φορείς της Ε.Ε., ώστε να επιτυγχάνεται σε όλους τους τομείς η επικοινωνία με τις ενωσιακές αρχές, για την αμεσότερη επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί εντός του οικοδομήματος.
Τέτοιου χαρακτήρα όργανα στη Βουλή των Ελλήνων είναι η Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, αλλά και όργανα με πολλαπλά αντικείμενα σχετιζόμενα με τη Διακοινοβουλευτική Συνεργασία στην Ε.Ε., όπως η Διάσκεψη Προέδρων Κοινοβουλίων Ε.Ε., η Διάσκεψη των Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων (COSAC), η Διάσκεψη Προέδρων Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων (COSAC Chairpersons), η Διάσκεψη ΚΕΠΠΑ/ΚΠΑΑ, η Διακοινοβουλευτική Διάσκεψη για τη Σταθερότητα, τον Οικονομικό Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση στην Ε.Ε. (SECG) και η Μικτή Ομάδα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου (ΜΟΚΕ) EUROPOL. Κομβικό ρόλο παίζουν, παράλληλα, οι κοινοβουλευτικές συναντήσεις που διοργανώνονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για ζητήματα μείζονος ενδιαφέροντος, ώστε να ενισχύεται η συνεργασία για τις ενωσιακές υποθέσεις, καθώς και οι κοινές συνεδριάσεις Επιτροπών του, με εκπροσώπους των αντιστοίχων επιτροπών των Εθνικών Κοινοβουλίων.
Αναλυτικότερα, η Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων συστάθηκε με απόφαση του Προέδρου της Βουλής στις 13 Ιουνίου 1990, ενώ ο τρόπος λειτουργίας της ορίζεται στο άρθρο 32Α του Κανονισμού της Βουλής με τίτλο «Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων». Στην αρχή κάθε βουλευτικής περιόδου, ο Πρόεδρος της Βουλής συστήνει με απόφασή του Ειδική Διαρκή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και ορίζει Πρόεδρό της έναν από τους Αντιπροέδρους της Βουλής, στης οποίας τις συνεδριάσεις μετέχουν με δικαίωμα λόγου οι Έλληνες Ευρωβουλευτές.
Οι κυριότερες αρμοδιότητές της –για τις οποίες η Επιτροπή μπορεί να καταθέτει συμβουλευτική γνώμη, με την υποβολή σχετικής έκθεσης προς τη Βουλή και την Κυβέρνηση, όπου συμπεριλαμβάνεται τυχόν γνώμη της μειοψηφίας– αφορούν:
- θεσμικά θέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
- θέματα συνεργασίας μεταξύ της Βουλής των Ελλήνων και άλλων εθνικών Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Διάσκεψης των Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των Κοινοβουλίων της Ε.Ε. (COSAC),
- θέματα ευρωπαϊκής πολιτικής
- πράξεις των οργάνων της Ε.Ε. με κανονιστικό περιεχόμενο.
Πέραν της γνωμοδοτικής της αρμοδιότητας, η Επιτροπή αυτή δύναται να εξετάζει τα προσχέδια πράξεων της Ε.Ε. με κανονιστικό περιεχόμενο, σύμφωνα με το άρθρο 70 παρ. 8 του Συντάγματος, καθώς και όλα τα συμβουλευτικά έγγραφα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Επιπλέον, συγκαλούνται συνεδριάσεις και διατυπώνονται γνώμες επί των προαναφερθέντων κειμένων, στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου και του ελέγχου τήρησης των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, όσον αφορά το Πρωτόκολλο 2 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ε.Ε..
Προχωρώντας σε περαιτέρω ανάλυση των παραπάνω οργάνων, η Διάσκεψη των Προέδρων Κοινοβουλίων της Ε.Ε. διεξάγεται μία φορά το χρόνο και «έχει συντονιστικό χαρακτήρα υπό την έννοια ότι ρυθμίζει το πλαίσιο λειτουργίας των άλλων διακοινοβουλευτικών διασκέψεων και σε αρκετές περιπτώσεις αξιολογεί τη δραστηριότητά τους», έχοντας λάβει τακτικό χαρακτήρα από το 1999, ενώ από το 2007 αποφασίστηκε η διασύνδεσή της με την εξαμηνιαία Προεδρία του Συμβουλίου, γι’ αυτό και διεξάγεται στη χώρα που άσκησε την προεδρία το προηγούμενο εξάμηνο.
Στη Διάσκεψη Προέδρων Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων (COSAC Chairpersons) παρουσιάζονται και συζητούνται οι προτεραιότητες της κάθε Προεδρίας, ενώ λαμβάνει χώρα στην αρχή της εξάμηνης Προεδρίας, με σκοπό να προετοιμάσει την ολομέλεια της Διάσκεψης. Η τελευταία «διεξάγεται προς το τέλος κάθε εξαμήνου, όπου παρουσιάζεται και αποτιμάται η δραστηριότητα της Προεδρίας του Συμβουλίου, καθώς και θέματα αιχμής από αυτά που περιλαμβάνονται στις προτεραιότητές της». Στο πλαίσιο αυτής, υπάρχει συνδιαλλαγή των βέλτιστων πρακτικών σε ό,τι αφορά τον έλεγχο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας από τα εθνικά κοινοβούλια, όπου με τη λήξη των εργασιών της υιοθετείται συνεισφορά προς τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, καθότι συνιστά το μόνο αναγνωρισμένο από τη ΣΛΕΕ βήμα διακοινοβουλευτικής συνεργασίας, καθώς και το μόνο που διαθέτει γραμματειακή υποστήριξη σε μορφή υποδομής.
Η Διακοινοβουλευτική Διάσκεψη για την ΚΕΠΠΑ και ΚΠΑΑ ανταλλάσσει απόψεις σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, ασφάλειας και άμυνας προς επίρρωση της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας. Πιο συγκεκριμένα, «το πλαίσιο στο οποίο διεξάγεται η συζήτηση είναι ελεύθερο, καθώς δεν έχει αποφασιστικό χαρακτήρα και τα συμπεράσματά της δεν είναι δεσμευτικά για τα κοινοβούλια. Οι τοποθετήσεις των εθνικών αντιπροσώπων έχουν ως επί το πλείστον ευρωπαϊκό και όχι εθνικό προσανατολισμό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αναδεικνύονται θέματα που αφορούν ορισμένα μόνο κράτη-μέλη. Οι προτεραιότητες εξάλλου της κάθε Προεδρίας, αλλά και οι διεθνείς εξελίξεις, δομούν τη βασική θεματολογία της Διακοινοβουλευτικής Διάσκεψης».
Η Διακοινοβουλευτική Διάσκεψη για τη Σταθερότητα, τον Οικονομικό Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση στην ΕΕ (SECG) προβλέπεται από το άρθρο 13 της Συνθήκης για τη Σταθερότητα, τον Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση της ΟΝΕ και πραγματοποιείται στο πνεύμα της ενίσχυσης συνεργασίας των εθνικών Κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε θέματα που προβλέπονται από την εν λόγω Συνθήκη, με στόχο τη διασφάλιση δημοκρατικής νομιμότητας και λογοδοσίας σε αποφάσεις που λαμβάνονται σε επίπεδο Ε.Ε.. Πραγματοποιείται δύο φορές τον χρόνο, όπου το πρώτο εξάμηνο του έτους, στις Βρυξέλλες, συνδιοργανώνεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Κοινοβούλιο της χώρας που κατέχει την κυλιόμενη Προεδρία του Συμβουλίου της Ε.Ε., ενώ το δεύτερο εξάμηνο του έτους, μόνο από το Κοινοβούλιο της χώρας που ασκεί την Προεδρία και διεξάγεται στην πρωτεύουσα της χώρα αυτής.
Σχετικά με τη Μικτή Ομάδα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου (ΜΟΚΕ) EUROPOL, τον Μάιο του 2017 τέθηκε σε ισχύ ο νέος κανονισμός σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία και την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου EUROPOL. Ο εν λόγω κανονισμός αποσκοπεί στο να ευθυγραμμιστεί το νομοθετικό πλαίσιο της EUROPOL προς τις προβλέψεις της Συνθήκης της Λισαβόνας, εισάγοντας μηχανισμό με τον οποίον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια θα ελέγχουν τις δραστηριότητές της. Το άρθρο 88 της ΣΛΕΕ απαιτεί να καθοριστούν οι όροι ελέγχου των δραστηριοτήτων της από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με τη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων. Άξιο αναφοράς σχετικά με την ιστορική καταγραφή του γεγονότος είναι το ότι κατά τη διάρκεια της εσθονικής προεδρίας διεξήχθη η πρώτη συνάντηση της Μικτής Ομάδας Κοινοβουλευτικού Ελέγχου (ΜΟΚΕ), κατά την οποία συζητήθηκε ο κανονισμός λειτουργίας, ο οποίος εν τέλει υιοθετήθηκε στη δεύτερη συνάντηση της ΜΟΚΕ, τον Φεβρουάριο του 2018, κατά τη βουλγαρική προεδρία.
Καταληκτικά, οι Συναντήσεις Τομεακών Επιτροπών πραγματοποιούνται συστηματικά στις χώρες που ασκούν την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες αφορούν Διασκέψεις των Διαρκών Επιτροπών των Κοινοβουλίων των κρατών-μελών της Ε.Ε. και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στις οποίες συμμετέχουν οι Πρόεδροι ή ολιγομελείς αντιπροσωπείες των αντιστοίχων Επιτροπών, με στόχο την ανταλλαγή απόψεων σε θέματα ευρωπαϊκών πολιτικών, όπως η άμυνα και εξωτερική πολιτική, η κοινή αγροτική πολιτική, η πολιτική περιβάλλοντος, η οικονομική και νομισματική πολιτική, η αναπτυξιακή πολιτική, η εσωτερική ασφάλεια και δικαιοσύνη και συγκεκριμένα θέματα ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Διακοινοβουλευτική Συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, hellenicparliament.gr, διαθέσιμο εδώ
- Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, hellenicparliament.gr, διαθέσιμο εδώ