Του Χρήστου Αργυρόπουλου,
Η τελετουργική ζωή της αρχαιότητας συνδέεται άρρηκτα με τον χώρο του μύθου. Οι παραδοσιακές μυθικές αφηγήσεις αποτελούσαν συχνά το θεωρητικό –αν και όχι αυστηρά θεολογικό– υπόβαθρο θρησκευτικών τελετών, οι οποίες νοηματοδοτούσαν την καθημερινή ζωή του αρχαίου ανθρώπου. Ως μέτοχοι ενός πολιτισμού προνεοτερικού και χαρακτηριστικά γεωργικού, οι Έλληνες υπολόγιζαν και γιόρταζαν τον χρόνο με βάση τον κύκλο των εποχών και την έναρξη ή λήξη συγκεκριμένων αγροτικών εργασιών.
Ο μύθος του Ικαρίου και της Ηριγόνης, όχι ιδιαίτερα γνωστός στο ευρύτερο κοινό, προέρχεται από την Αθήνα. Πρόκειται, έτσι, για μια ιστορία που συνοδεύει την αθηναϊκή τελετουργική ζωή και αφορά την καλλιέργεια του αμπελιού. Δεν θα μπορούσε, επομένως, παρά να σχετίζεται με τη λατρεία του Διονύσου.
Αφότου ο θεός Διόνυσος επέβαλε τη λατρεία του στη Βοιωτία, πέρασε στη γειτονική Αττική. Αυτό συνέβη, θεωρείτο στην αρχαιότητα, κατά τη βασιλεία του μυθικού Πανδίονα, διαδόχου του Εριχθονίου. Στον δήμο Ικαρίας, περιοχή στους πρόποδες της Πεντέλης, τον θεό υποδέχτηκε ο τοπικός ηγεμόνας, Ικάριος. Αυτός είχε αποκτήσει με τη Φαινοθέα μια κόρη, την Ηριγόνη. Ο θεός, ευχαριστημένος από τη θερμή φιλοξενία του Ικαρίου, ή και ερωτευμένος με την Ηριγόνη –με την οποία απέκτησε και έναν γιό, τον Στάφυλο– χάρισε στην οικογένεια ένα κλήμα. Έμαθε, μάλιστα, στον Ικάριο την καλλιέργεια του αμπελιού και την τέχνη της οινοποιίας και του σύστησε να διαδώσει το χαρμόσυνο μήνυμα του θεού, μοιράζοντας κρασί.
Έτσι, ο Ικάριος φόρτωσε σε ένα κάρο ασκούς με κρασί και με συντροφιά τη σκυλίτσα του, Μαίρα, άρχισε να μοιράζει στους υπηκόους του το δώρο του Διονύσου. Κάποιοι γείτονες βοσκοί, όμως, άμαθοι στην επίδραση του χυμού, ήπιαν πάρα πολύ και έπεσαν σε βαθύ ύπνο. Τότε οι σύντροφοί τους, νομίζοντας πως δηλητηριάστηκαν, θέλησαν να πάρουν εκδίκηση. Έτσι, βρήκαν τον αγαθό γέροντα και τον σκότωσαν με τα ραβδιά τους. Την επόμενη μέρα κατάλαβαν το λάθος τους και τον έθαψαν. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή εγκατέλειψαν το σώμα του άταφο.
Η Μαίρα, που ξέφυγε από τον τόπο του εγκλήματος, υπέδειξε στην Ηριγόνη το σημείο, όπου βρισκόταν θαμμένο –ή άταφο– το πτώμα του Ικαρίου. Η αφοσιωμένη κόρη θρήνησε τον αδικοχαμένο της πατέρα και στη συνέχεια κρεμάστηκε στο δέντρο δίπλα από εκεί που τον βρήκε.
Ο ατιμώρητος θάνατος πατέρα και κόρης εξόργισε τον Διόνυσο, ο οποίος έστειλε μια περίεργη επιδημική τρέλα στην Αττική: οι νεαρές Αθηναίες δεν μπορούσαν να αντισταθούν στην παρόρμηση να αυτοκτονήσουν. Έτσι, πολλές κρεμιούνταν από δέντρα, όπως η Ηριγόνη. Οι κάτοικοι της περιοχής στράφηκαν τότε στο μαντείο των Δελφών, για να γλιτώσουν από τη συμφορά. Εκείνο τους υπέδειξε πως έπρεπε αφενός να τιμωρήσουν τους δράστες και αφετέρου να τιμήσουν τους νεκρούς.
Χωρίς να καταφέρουν να εντοπίσουν το σώμα του Ικαρίου, καθιέρωσαν προς τιμήν της Ηριγόνης τη γιορτή της «Αἰώρας». Σε αυτή συμμετείχαν τα κορίτσια της Αθήνας κάνοντας κούνια –γεγονός που παραπέμπει σε εικόνες απαγχονισμού– και τραγουδώντας παράλληλα ένα λυπητερό άσμα με το όνομα «Ἀλῆτις». Το όνομα του τραγουδιού, ήταν εμπνευσμένο από την περιπλάνηση της Ηριγόνης, καθώς έψαχνε να βρει τον Ικάριο· το ρήμα «ἀλάομαι» σήμαινε «περιπλανούμαι». Συγχρόνως, οι Αθηναίοι έπρεπε την εποχή του τρύγου να προσφέρουν τα πρώτα σταφύλια στον Ικάριο και την Ηριγόνη, οι οποίοι με τη θέληση των θεών μεταμορφώθηκαν σε αστερισμούς. Η Ηριγόνη έγινε ο αστερισμός της Παρθένου, ο Ικάριος έγινε Αρκτούρος και η σκυλίτσα Μαίρα ο αστερισμός του Κυνός.
Ο μύθος καταγράφει και αιτιολογεί την ύπαρξη πραγματικών εθίμων. Η Αἰώρα γιορταζόταν κανονικά την εποχή που άρχιζαν να ωριμάζουν τα σταφύλια, την περίοδο, δηλαδή, της άνοιξης και εντασσόταν στο ευρύτερο εορταστικό πλαίσιο των Ἀνθεστηρίων. Συνοδευόταν, μάλιστα, από θυσίες και την παράθεση δείπνου. Για το λόγο αυτό ονομαζόταν και «Εὔδειπνος». Η γιορτή αυτή και οι φθινοπωρινές προσφορές που υπαγόρευσε το μαντείο, συνδέουν καταλυτικά την αφήγηση με το μοτίβο της βλάστησης και τη λατρεία του Διονύσου. Μην ξεχνάμε ότι η παρασκευή και πόση του κρασιού παίζει κεντρικό ρόλο στην ιστορία.
Ένα ακόμη έθιμο της εποχής του αττικού τρύγου ήταν και ο «Ἀσκωλιασμός». Επρόκειτο για ένα χορευτικό παιχνίδι, στο οποίο νεαροί φούσκωναν ασκιά, τα άλειφαν εξωτερικά με λάδι και στη συνέχεια προσπαθούσαν να κρατηθούν επάνω τους. Αυτό γινόταν για να μιμηθούν τον Ικάριο, ο οποίος κάποτε έπιασε έναν τράγο να καταστρέφει το αμπέλι του, τον έγδαρε και κατασκεύασε από το δέρμα του έναν ασκό, πάνω στον οποίο χόρεψε από χαρά τη μέρα του πρώτου τρύγου. Δεν είναι βέβαιο αν αυτή η συνήθεια σχετιζόταν επίσης με μαγικές ή εθιμικές τελετουργίες για τη βλάστηση. Ακόμα, πάντως, και ως απλή διασκεδαστική ασχολία ήταν συνδεδεμένη με το αμπέλι και τον προστάτη θεό του κρασιού.
Πολλά έχουν ειπωθεί για τον συμβολισμό των ονομάτων και των εικόνων που αναπτύσσει ο μύθος. Ετυμολογικά, η Ηριγόνη γεννιέται κατά το «ἔαρ» (άνοιξη), ενώ μοιάζει με το τσαμπί του σταφυλιού, το οποίο την εποχή αυτή κρέμεται από το κλαδί. Ο γιός της από τον Διόνυσο ονομάζεται –χαρακτηριστικά– Στάφυλος. Η Μαίρα, ως αστερισμός του Κυνός, παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στον κύκλο των εποχών, αλλά και στο μεταφυσικό κύκλο γέννησης και θανάτου της διονυσιακής λατρείας. Θεωρείτο πως εμφανιζόταν και επηρέαζε τους καλοκαιρινούς καύσωνες, την εποχή ωρίμασης ή και καταστροφής της χλωρίδας.
Ανεξάρτητα από την προφανή –ή μη– αλήθεια των συμβολικών ισχυρισμών αυτών, αυτό που αξίζει να κρατήσει κανείς είναι η σύνδεση του μύθου με την τελετουργική ζωή του ανθρώπου της αρχαιότητας. Για οποιαδήποτε κοινωνία, οι τελετές που θεσπίζει λειτουργούν ως δείκτες που δίνουν νόημα, κάνουν ξεχωριστές επιμέρους στιγμές σε έναν χρόνο που μοιάζει επαναλαμβανόμενος και μη οριοθετημένος. Ο κύκλος της ημέρας και των εποχών είναι τα μοναδικά σταθερά χρονικά στοιχεία, τα οποία οι αρχαίες κοινωνίες εμπλούτιζαν με γιορτές για να τους δώσουν ξεχωριστή σημασία. Έτσι, η αρχή και το τέλος των αμπελουργικών διαδικασιών –από την άνθηση του καρπού ως τη συγκέντρωσή του, τον τρύγο– σηματοδοτούνταν με γιορτές που θύμιζαν τον Ικάριο και την Ηριγόνη.
Κάτι παραπάνω από απλά πατέρας και κόρη του μύθου, ο Ικάριος και η Ηριγόνη εντάσσονταν ουσιαστικά στη ζωή των ανθρώπων της αρχαιότητας. Επρόκειτο για φιγούρες, που τους συνόδευαν στις αγροτικές και θρησκευτικές τους ασχολίες, άρα ήταν απολύτως συνυφασμένοι με τις σημαντικότερες πτυχές της αρχαίας ζωής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Kerenyi, K. (2013), Η Μυθολογία των Ελλήνων, μτφρ. Δ. Λ. Σταθόπουλος. Αθήνα: Εκδόσεις Εστία
- Kerenyi, K. (1997), Dionysos: Archetypal Image of Indestructible Life, New Jersey: Princeton University Press
- Nilson, M. P. (1971), Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαδήμας