Του Νίκου Μελιτσιώτη,
Έπειτα από την επεισοδιακή κατάληψη της Τύρου και την εδραίωση της κυριαρχίας του Αλέξανδρου στην περιοχή, ο Μακεδόνας ηγέτης συνέχισε την πορεία του προς την Αίγυπτο. Έπρεπε, πάση θυσία, να καταλάβει τις περιοχές αυτές για τρεις σημαντικούς λόγους.
Πρώτον, οι περιοχές αυτές, όσο βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του Δαρείου και δέχονταν εντολές από αυτόν, μπορούσαν να απειλήσουν τα νότα του και να επιτεθούν στα μετόπισθεν του στρατού του. Δεύτερον, οι εχθρικές προς τη Μακεδονία πόλεις του Ελλαδικού χώρου μπορούσαν να συμμαχήσουν με αυτές, δημιουργώντας ένα άκρως επικίνδυνο μέτωπο κοντά στη βάση του, τη Μακεδονία. Τέλος, με την κατάληψη των περιοχών αυτών, ο Αλέξανδρος διέκοπτε κάθε επικοινωνία του Δαρείου με τη Μεσόγειο, θέτοντας, παράλληλα, υπό την κυριαρχία του πόλεις με ισχυρό και αξιόμαχο ναυτικό.
Αφού απέρριψε επανειλημμένα τις δελεαστικές προτάσεις του Δαρείου για την επίτευξη ειρήνης και εξουδετέρωσε τους Άραβες νομάδες, που βρέθηκαν στον δρόμο του, έφτασε μπροστά στην πόλη της Γάζας, την οποία άρχισε να πολιορκεί τον Αύγουστο του 332 π.Χ. Η πόλη αυτή αποτελούσε τον τελευταίο σταθμό για όποιον ήθελε να διασχίσει την έρημο και να φτάσει στην πλούσια και εύφορη Αίγυπτο. Ο Αλέξανδρος έπρεπε, συνεπώς, να καταλάβει την πόλη οπωσδήποτε, προκειμένου να αποκτήσει μια ισχυρή βάση ανεφοδιασμού, ώστε ο στρατός του να επιβιώσει του δύσκολου ταξιδιού.
Οι κάτοικοι της Γάζας αρνήθηκαν να παραδοθούν στον πολιορκητή τους, με τον ευνούχο διοικητή της πόλης, Βάτι, να έχει ήδη ενισχύσει την πόλη τόσο αμυντικά, με Άραβες πολεμιστές, όσο και από πλευράς τροφίμων, τα οποία μπορούσαν να συντηρήσουν τους κατοίκους για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η πόλη της Γάζας, ευρισκόμενη πάνω σε λόφο, απείχε από τη θάλασσα 1.000 μέτρα. Στο κενό αυτό αποφάσισε να στρατοπεδεύσει ο Αλέξανδρος, προκειμένου να αποκόψει τις διόδους ανεφοδιασμού. Κατά τη διάρκεια της θυσίας που πραγματοποιήθηκε, προκειμένου να εξασφαλίσει τη βοήθεια των θεών, ένα όρνεο πέταξε έναν λίθο από ψηλά, ο οποίος χτύπησε τον Αλέξανδρο στο κράνος. Ο μάντης Αρίστανδρος ερμήνευσε τον οιωνό ως κακό, λέγοντας πως η πόλη θα καταληφθεί, αλλά, αν δεν προσέξει, θα κινδυνεύσει σοβαρά.
Ο οιωνός δεν άργησε να βγει αληθινός, καθώς κατά την τοποθέτηση των πολιορκητικών μηχανών, τμήμα Αράβων εξήλθε της πόλης και επιτέθηκε κατά των στρατιωτών που τις συναρμολογούσαν, με στόχο να τις κάψουν. Ορμώντας ο Αλέξανδρος με ένα τμήμα υπασπιστών, δέχτηκε ένα βέλος από καταπέλτη, το οποίο διαπέρασε την ασπίδα και την πανοπλία του και καρφώθηκε στον ώμο του, τραυματίζοντας τον Μακεδόνα βασιλέα σοβαρά.
Όσο ο Αλέξανδρος ανάρρωνε από τον τραυματισμό του, έφτασε ο στόλος από την Τύρο, με αρκετά από τα πλοία να είναι εξοπλισμένα με πολιορκητικές μηχανές. Ο Αλέξανδρος αποφάσισε αυτές να τις τοποθετήσει σε ένα ανάχωμα, το οποίο θα κατασκευαζόταν εμπρός από τα τείχη, φέρνοντάς τες στο ύψος αυτών. Παρά τις αρχικές αντιδράσεις των μηχανικών για τη δυσκολία του εγχειρήματος, η αποπεράτωσή του αποδείχτηκε ευκολότερη από την αντίστοιχη της Τύρου, με τους κατοίκους της Γάζας να είναι εξοπλισμένοι με λιγότερες αμυντικές μηχανές και την πόλη να διαθέτει πιο αδύναμα τείχη. Παρόλα αυτά, κατασκεύασε, όπως και στην προηγούμενη πολιορκία, ξύλινους πύργους, από τους οποίους κρέμασε δερμάτινα παραπετάσματα και προστάτευε έτσι τους άντρες του από τα αντίπαλα βλήματα και βέλη.
Το ανάχωμα υψώθηκε στα 80 μέτρα, φτάνοντας σε πλάτος τα 400 μέτρα. Πάνω σε αυτό, τοποθέτησε τις μηχανές, που μετέφεραν οι τριήρεις, φέρνοντας σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τους αμυνόμενους, οι οποίοι δεν έλαβαν καμία ενίσχυση από τον Δαρείο. Παράλληλα, οι επιτιθέμενοι άνοιγαν σήραγγες κάτω από τα τείχη, προκειμένου να βρεθούν στο εσωτερικό της πόλης μέσω του υπεδάφους.
Παρά από την έλλειψη μηχανών για την άμυνα και την απουσία ενισχύσεων από τον Δαρείο Γ΄, οι στρατιώτες της Γάζας κατάφεραν να αποκρούσουν τρεις επιθέσεις των στρατευμάτων του Αλέξανδρου. Η τέταρτη έφοδος, όμως, έφερε τη νίκη στους πολιορκητές, με τον Νεοπτόλεμο να πατά πρώτος τα εχθρικά τείχη, ακολουθούμενος από πληθώρα στρατιωτών. Αν και η πόλη ήταν σημαντική για τα σχέδια του, ο Αλέξανδρος δεν σταμάτησε τις σφαγές, ενώ πούλησε, όπως και στην Τύρο, τις γυναίκες και τα παιδιά ως δούλους, φέρνοντας πληθυσμούς από άλλες περιοχές για να εποικήσουν την πόλη.
Με την κατάληψη της Γάζας και την τιμωρία του πληθυσμού της, ο Αλέξανδρος ενέπνευσε φόβο στους Άραβες πολεμιστές, που απειλούσαν να καταστήσουν δύσκολη την πορεία του προς την Αίγυπτο, μια περιοχή που θα του πρόσφερε στρατό, στόλο και εφόδια, στοιχεία χρήσιμα για τη συνέχιση της πορείας του, η οποία έμελλε να επιφέρει την κατάλυση της Περσικής Αυτοκρατορίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Καργάκος, Σ.Ι. (2014), Μέγας Αλέξανδρος ο άνθρωπος φαινόμενο, Αθήνα: Ειδική Έκδοση για την Real Media Α.Ε.
- Droysen, J.G. (1993), Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, (Μτφρ Ρ.Η. Αποστολίδης), Αθήνα: Ειδική έκδοση για την εφημερίδα Ελευθεροτυπία