Του Νικόλαου Ερμή,
Το ημερολόγιο έγραφε 17 Απριλίου 2012, όταν απεβίωσε ένας από τους πιο επιδραστικούς ερμηνευτές του λαϊκού τραγουδιού: ο Δημήτρης Μητροπάνος.
Εκείνη η μέρα έχει μείνει χαραγμένη στο μυαλό μου. Το προηγούμενο βράδυ το είχα περάσει με τη Μ., έναν εφηβικό έρωτα, ακούγοντας συνεχώς τραγούδια του «Μητσάρα» και τραγουδώντας τα ασυναίσθητα. Ήταν, ίσως, η πρώτη φορά που το κάναμε αυτό με τη συντροφιά μου. Ένα μήνα πριν τις πανελλαδικές, βλέπετε, ο ελάχιστος ελεύθερος χρόνος έπρεπε να περνάει εποικοδομητικά.
Θυμάμαι, σαν να συμβαίνει τώρα, κάθε στιγμή εκείνης της βραδιάς. Ήταν Δευτέρα του Πάσχα και την επόμενη επρόκειτο να ξεκινήσει το συστηματικό διάβασμα, με την επανάληψη του φροντιστηρίου, που ξεκινούσε την Τετάρτη, να είναι το πρώτο μου μέλημα. Μόλις επέστρεψα στο σπίτι, έπεσα αμέσως για ύπνο. Το πρωί της Τρίτης, οι γονείς σηκώθηκαν νωρίς για τη δουλειά. Σίγουρα το είχαν πληροφορηθεί, εντούτοις δε μου το είπαν…
Χτύπησε το κινητό. Ήταν ένα μήνυμα της Μ. που μου ανακοίνωνε: «Πέθανε ο Μητροπάνος». Τότε, σηκώθηκα από το κρεβάτι. Ξέσπασα σε λυγμούς. Ο Μητροπάνος ήταν για μένα ένας σημαντικός άνθρωπος που, όχι, δεν τον είχα δει ποτέ από κοντά. Ονειρευόμουν, όμως, να τον γνωρίσω. Να τον ακούσω ζωντανά, να αποσπάσω μια φωτογραφία ή έστω ένα αυτόγραφό του. Αυτό το όνειρο είχε πλέον κατεδαφιστεί. Ο ερμηνευτής, που όσο τίποτε άλλο ήθελα να γνωρίσω, είχε μόλις φύγει από τη ζωή και η συνάντηση ματαιωνόταν για πάντα…
Υπήρξε ο πρώτος ερμηνευτής για τον οποίο ξόδεψα χαρτζιλίκι, ώστε να αποκτήσω τον νέο δίσκο του, τη Διαπασών (2008, Minos-EMI), και εκείνος που πάντοτε ανέμενα να ακούσω, στις διάφορες μουσικές εκπομπές της τηλεόρασης. Τη θυμάμαι καλά την Τρίτη, 17η Απριλίου 2012. Λόγος για διάβασμα, κανείς. Από κοντά, έστω στα κρυφά, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση για συμπαράσταση στον πόνο μου. Άκουσα αρκετά αφιερώματα για τον Μητροπάνο την ημέρα εκείνη.
Το ίδιο απόγευμα, όταν επέστρεψαν οι δικοί μου, τους έκανα τα παράπονα. «Γιατί μου το κρύψατε; Γιατί δεν μου το είπατε αμέσως; Τι περιμένατε, ότι δεν θα το μάθω;», για να λάβω την απάντηση, που δεν με κάλυπτε με τίποτε: «Μα για να μην σε ξυπνήσουμε, δεν το είπαμε»… Το βράδυ αυτό, κοιμήθηκα πρωί. Ως εκ τούτου, σηκώθηκα κακείν κακώς για το φροντιστήριο και στο μάθημα ήμουν στο μεταίχμιο του ξύπνιου με τον όρθια κοιμισμένο. Εξάλλου, τι σημασία είχε; Μόνιμη συζήτηση παντού ο ξαφνικός χαμός του Δημήτρη. Ακόμη και στα μαθήματα του φροντιστηρίου.
Πέντε μέρες αργότερα, όταν ξανάνοιξε το σχολείο και επιστρέψαμε από τις διακοπές του Πάσχα για τις τελευταίες ώρες στα θρανία, ζητήσαμε από τον διευθυντή του σχολείου μας στα διαλείμματα να βάζουμε μουσική. Το δέχτηκε και τιμήσαμε συχνά τον «Μητσάρα» με τα τραγούδια του, όσο μπορούσαμε έστω.
Το «φευγιό» του Μητροπάνου αποτέλεσε ένα μεγάλο πλήγμα για την ελληνική μουσική βιομηχανία. Παρότι ο μεγάλος ερμηνευτής αντιμετώπιζε αρκετά ζητήματα υγείας, είχε καταφέρει να κρατήσει όρθιο το ανάστημα του μουσικού είδους, που εκπροσωπούσε, κάνοντας αρκετές ανατρεπτικές, αλλά και ενδιαφέρουσες συνεργασίες.
Όπως πρόσφατα μου ομολόγησε ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες της δισκογραφίας, η μουσική σήμερα είναι «ανύπαρκτη». Δεν υπάρχουν αντιπρόσωποι των μουσικών ειδών που να σέβονται πρώτιστα τους δημιουργούς και τους ακροατές, όπως έκανε ο Μητροπάνος, και όχι να νοιάζονται απλά και μόνο για τον εαυτό τους, για την πάρτη τους και το ευκαιριακό «σουξέ».
Ο Μητροπάνος, που τόσο πρόωρα «έφυγε» πριν ακριβώς από δέκα χρόνια, θα παραμείνει ένας «Αθάνατος» ερμηνευτής, εκπρόσωπος του αυθεντικού λαϊκού τραγουδιού.