Του Θοδωρή Μπουλούμπαση,
Με τον όρο «συστάδες επιχειρήσεων» (Clusters) αναφερόμαστε σε ομάδες επιχειρήσεων, που, συνήθως, συστεγάζονται σε μία συγκεκριμένη περιοχή και οι οποίες συνεργάζονται μεταξύ τους, αλλά και με άλλους φορείς (π.χ. ακαδημαϊκά ιδρύματα, επιμελητήρια, τοπική αυτοδιοίκηση). Ιστορικά, ο αρχιτέκτονας της ορολογίας των Clusters θεωρείται ο M. Porter, με το σύγγραμμά του Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των εθνών, το 1990, να θέτει τις βάσεις των επιχειρηματικών συστάδων. Πολλές φορές, λανθασμένα, συγχέεται ο όρος με αυτόν των επιχειρηματικών δικτύων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ελληνικής πραγματικότητας οι αγροτικοί συνεταιρισμοί. Η ειδοποιός διαφορά των δύο βρίσκεται στο γεγονός ότι ανάμεσα στα μέλη του δικτύου υπάρχει ή εξελίσσεται συγκεκριμένη ιεραρχία (π.χ. ποσοστό κάθε μέλους στον συνεταιρισμό), ενώ, αντιθέτως, στα Clusters κάθε επιχείρηση αναπτύσσεται ισότιμα.
Αναλυτικότερα, τα μέλη του σχηματισμού αλληλοεπιδρούν με στόχο την άμεση και έγκαιρη πληροφόρηση, την επίτευξη οικονομιών κλίμακας (κοινές προμήθειες, κοινά logistics, αποθήκευση προϊόντων κ.α.). Αξίζει, στο σημείο αυτό, να εστιάσουμε στη σπουδαιότητα των κοινών και πιο αποτελεσματικών logistics ανάμεσα στα μέλη, λαμβάνοντας υπόψιν μας το πόσο καθοριστικός παράγοντας αποδείχθηκε στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων στην Covid εποχή. Επιπροσθέτως, διευκολύνεται η πρόσβαση σε οικονομικούς πόρους. Σύμφωνα με την έκθεση Πισσαρίδη για την ελληνική οικονομία, ένα από τα θεμελιώδη προβλήματά της είναι το μέγεθος των επιχειρήσεων. Περίπου το 90% των επιχειρήσεων δεν είναι επιλέξιμες για δανειοδότηση, φαινόμενο το οποίο αναδείχθηκε εντονότερα στην εποχή της Πανδημίας, καθώς τις περισσότερες φορές τα κρατικά κεφάλαια δεν φτάνουν ποτέ στην πραγματική οικονομία. Οι εταιρείες που βρίσκονται σε μία «συστάδα» έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα άντλησης κεφαλαίων, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτόν την ανταγωνιστικότητά τους.
Κρίσιμος παράγοντας του πόσο ανταγωνιστική και παραγωγική μπορεί να είναι μία επιχείρηση αποτελεί αδιαμφισβήτητα η εύρεση εξειδικευμένου προσωπικού. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ManpowerGroup, το 70% των Ελλήνων εργοδοτών συναντά πολύ μεγάλη δυσκολία στην εύρεση εργαζομένων με συγκεκριμένες δεξιότητες. Επιπλέον, παρατηρείται ανάπτυξη σε επίπεδο τοπικών κοινωνιών, καθώς το υφιστάμενο εργατικό δυναμικό αξιοποιείται πιο εύκολα, μειώνοντας την ανεργία και βελτιώνοντας την κοινωνική συνοχή.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, όταν αναφερόμαστε σε περίπτωση “Cluster”, δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από τη Silicon Valley (San Francisco), που αποτελεί για πολλά χρόνια τη «Μέκκα» των επιχειρήσεων τεχνολογίας. Στην ευρύτερη περιοχή εδρεύουν τα Πανεπιστήμια Berkeley και Stanford, στα οποία οι τεχνολογικοί κολοσσοί της Silicon Valley (HP, Meta, Google, Apple κ.α.) δείχνουν μεγάλη εμπιστοσύνη, προσλαμβάνοντας τους αποφοίτους τους. Η περίπτωσή της μας καταδεικνύει το γεγονός ότι επιχειρηματίες και εργαζόμενοι, επηρεαζόμενοι από ιστορίες επιτυχίας, μεταναστεύουν προς ένα ελκυστικότερο περιβάλλον εργασίας με καλύτερες προοπτικές και ευκαιρίες.
Σε εθνικό επίπεδο, μολονότι υστερούμε σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία καταγράφονται περίπου 3.000 clusters, υπάρχουν κάποιες αξιοσημείωτες περιπτώσεις επιχειρηματικών συστάδων. Ο πρώτος φορέας που συστάθηκε στην Ελλάδα για την οργανωμένη και συστηματική ανάπτυξη συνεργατικών σχηματισμών είναι το Corallia. Η πρωτοβουλία ξεκίνησε το 2006, με χρηματοδότηση από το επιχειρησιακό πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα» του Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, πλέον το cluster αριθμεί 70 εταιρείες, με την παράλληλη συνεργασία 35 πανεπιστημιακών και ερευνητικών ιδρυματικών. Λειτουργεί ως συντονιστής και συμβάλλει στο να αναπτυχθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη και προώθηση καινοτομιών. Συγκεκριμένα, αποτελεί ενδιάμεσο φορέα για χρηματοδότηση clusters σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Συμβάλλει, επίσης, στην προώθηση του ελληνικού τομέα υψηλής τεχνολογίας σε διεθνείς αγορές.
Αξιοσημείωτο παράδειγμα στρατηγικής συμμαχίας αποτελεί, επίσης, το Δίκτυο Βιολογικών Προϊόντων, που συστάθηκε με πρωτοβουλία του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος. Τα μέλη του Bio-cluster αποτελούνται από: Παραγωγούς, Εταιρείες Μεταποίησης, Εταιρείες Διανομής και Εμπορίας, Οργανισμούς και Υπηρεσίες. Θεμελιώδεις στόχοι του Δικτύου είναι να προωθήσει τα βιολογικά προϊόντα στους καταναλωτές, να ενημερώνει έγκυρα και έγκαιρα τους συμμετέχοντες για τις τάσεις και τις εξελίξεις στον τομέα της βιολογικής γεωργίας, μεταφέροντάς τους τεχνογνωσία.
Συνοψίζοντας, το συμπέρασμα που εκρέει είναι πως η συνέργεια επιχειρήσεων και φορέων συμβάλλει καθοριστικά στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, αλλά και, γενικότερα, στην άνθηση των τοπικών οικονομιών. Η χώρα μας βρίσκεται ακόμα πίσω σε σχέση με την Ευρώπη στον τομέα αυτό, υστερούμε, εν γένει, στην κουλτούρα των συνεργασιών, στη σύνδεση των Πανεπιστημίων με την αγορά Εργασίας. Η πολιτεία πρέπει να σταθεί αρωγός σε παρόμοιες προσπάθειες, να δώσει σημαντικά κίνητρα στις επιχειρήσεις και να αξιοποιήσει με σωστό τρόπο τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, ώστε να αυξηθούν και αριθμητικά, αλλά και ποιοτικά, παρόμοιες προσπάθειες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Τι είναι Cluster?, Businessmentor. Διαθέσιμο εδώ
- Οι συστάδες επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων (clusters) ως παράγοντας επιρροής της Ανταγωνιστικότητας των Επιχειρήσεων, Διπλωματική Εργασία: Τζιαμπαζής Γεώργιος, Πανεπιστήμιο Πειραιά. Διαθέσιμο εδώ
- Δίκτυο Βιολογικών Προϊόντων, Biocluster. Διαθέσιμο εδώ