Της Αιμιλίας Δρακάκη,
Οικονομική κρίση, ανεργία, πολιτική αστάθεια, πόλεμος, διώξεις… Καταστάσεις τόσο επίκαιρες και μόνο κάποιες από όσες μπορούν να οδηγήσουν ένα άτομο να αφήσει πίσω το μέρος που γνωρίζει καλά και να αναζητήσει ένα καλύτερο μέλλον σε διαφορετικό έδαφος. Η μετανάστευση, διαχρονικά, έχει απασχολήσει τα κράτη τόσο από οικονομική όσο και κοινωνική άποψη, και πράγματι, εάν ανατρέξουμε πίσω στο παρελθόν θα ανακαλύψουμε ποικίλους τρόπους, με τους οποίους κάθε κράτος υποδοχής δοκίμασε να διαχειριστεί τα διάφορα μεταναστευτικά ρεύματα. Από τα πιο χαρακτηριστικά και οργανωμένα συστήματα ελέγχου μεταναστών του προηγούμενου αιώνα εφαρμόστηκε στη νήσο Ellis, υποχρεωτικό σταθμό στο ταξίδι προς το Νέο Κόσμο για πολλούς εκείνη την περίοδο τις ΗΠΑ.
Το νησί Ellis βρίσκεται στο πάνω μέρος του όρμου της Νέας Υόρκης, ανατολικά του πάρκου Liberty State και βόρεια του Liberty Island. Η συνολική του έκταση ανέρχεται στα 27,5 στρέμματα και αποτελείται από δύο τμήματα, ένα φυσικό, το οποίο αποτελεί μέρος της Νέας Υόρκης, και ένα τεχνητό που ανήκει στο New Jersey. Και ενώ το λιμάνι στην περιοχή ήταν ένα από τα πιο πολυσύχναστα, η νήσος Ellis δεν αποτελούσε πάντα την πρώτη εικόνα για όποιον ξένο ήθελε να φτάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μέχρι το 1630, η γη αυτή κατοικούταν από τη φυλή των Ινδιάνων Mohegan, ενώ στη συνέχεια κατακτήθηκε από Ολλανδούς, οι οποίοι την προσέφεραν ως δώρο στον Michael Paauw. Μάλιστα, ονομάστηκε Νησί των Στρειδιών (Oyster Island) λόγω του πλήθος κοχυλιών που υπήρχαν στην παραλία. Έναν αιώνα μετά, έγινε γνωστό ως Νησί Gibbet, καθώς εκεί βρισκόταν το δέντρο, στο οποίο θανατώνονταν δι’ απαγχονισμού όσοι καταδικάζονταν για πειρατεία.
Κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Ανεξαρτησίας, ο Samuel Ellis, έμπορος από τη Νέα Υόρκη, αγόρασε το νησί και έφτιαξε σε αυτό ένα καπηλειό, για να εξυπηρετεί τους ντόπιους ψαράδες. Μετά τον θάνατο του Ellis, από τον οποίο προφανώς έλαβε και το όνομά του, το νησί αγοράστηκε από την πολιτεία της Νέας Υόρκης και αμέσως το Υπουργείο Πολέμου ξεκίνησε διαδικασίες, ώστε να κατασκευαστούν στρατιωτικές οχυρώσεις και αποθήκες πυρομαχικών. Κατά το πρώτο μεγάλο κύμα μετανάστευσης, ξεκινώντας από το 1814, ως σταθμός χρησιμοποιήθηκε το Castle Garden στην περιοχή του Battery στο νότιο Manhattan. Μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου και καθώς οι ροές αυξάνονταν όλο και περισσότερο, ο έλεγχος της μετανάστευσης ανατέθηκε πλέον στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Το 1890 ο σταθμός στο Castle Garden κλείνει, για να αντικατασταθεί από έναν νέο στο νησί Ellis, με προϋπολογισμό στα 75.000 $ (σήμερα αντιστοιχεί σε περίπου 2.338.318.68 $, εάν λάβουμε υπόψη τον πληθωρισμό!). Ο πρώτος ομοσπονδιακός σταθμός μεταναστών εγκαινίασε επίσημα τη λειτουργία του την 1η Ιανουαρίου του 1892. Στις 15 Ιουνίου το 1897, ένα από τα κεντρικά κτίρια του νησιού τυλίχθηκε στις φλόγες, χωρίς να υπάρξουν θύματα, ωστόσο ο σταθμός μεταφέρθηκε προσωρινά στο πάρκο Battery. Οι νέες και μεγαλύτερες εγκαταστάσεις στη νήσο Ellis τέθηκαν σε λειτουργία λίγο αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1900. Μάλιστα, χρειάστηκε η μεταφορά μεγάλου όγκου υλικού από την εκσκαφή των σηράγγων του μετρό στη Νέα Υόρκη και από το σκυρόστρωμα πλοίων, ώστε η έκταση του νησιού σχεδόν να δεκαπλασιαστεί με τεχνητό τρόπο.
Το νησί Ellis λειτούργησε ως σταθμός μεταναστών από το 1892 έως το 1954. Στο διάστημα αυτό, σχεδόν 12 εκατομμύρια μετανάστες που έφτασαν στο λιμάνι της Νέας Υόρκης και του New Jersey ελέγχθηκαν εκεί, σύμφωνα, με την ομοσπονδιακή νομοθεσία και υπεβλήθησαν σε ιατρικούς και νομικούς ελέγχους, ώστε να τους επιτραπεί η είσοδος στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι μεταναστευτικές ροές προέρχονταν κυρίως από χώρες της Ευρώπης και της Ασίας, με αυτές να κορυφώνονται στις αρχές του 1900. Από τη μία, στην Ευρώπη και την Ασία οι κοινωνίες δοκιμάζονταν από την οικονομική ύφεση, την επιδημία ιταλικής χολέρας, τις θρησκευτικές διακρίσεις, την εκβιομηχάνιση μαζί με την υποβάθμιση των παραδοσιακών βιοτεχνικών επαγγελμάτων και σε ορισμένες περιπτώσεις τον πόλεμο. Από την άλλη, το τέλος του πολέμου στις ΗΠΑ σήμανε μία νέα εποχή ανάπτυξης με την έκρηξη της βιομηχανίας και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την περιφερειακή ανάπτυξη, την εξέλιξη του συγκοινωνιακού δικτύου και την ανάδυση νέων οικονομικών και κοινωνικών τάξεων. Επομένως, τόσο οι συνθήκες στις χώρες προέλευσης όσο και οι προοπτικές ανέλιξης και απόκτησης πλούτου που διαφαίνονταν στην απέναντι μεριά του Ατλαντικού, οδήγησαν εκείνη την εποχή εκατομμύρια ανθρώπους να λάβουν τη μεγάλη απόφαση και να μετακομίσουν στις ΗΠΑ. Οι περισσότεροι, μάλιστα, σχεδίαζαν να επιστρέψουν κάποια στιγμή στο μέλλον μαζί με τους καρπούς των κόπων τους, άλλοι ήλπιζαν να καταφέρουν να δημιουργήσουν μία νέα, πιο άνετη ζωή εκεί για ολόκληρη την οικογένειά τους, ενώ υπήρχαν και εκείνοι οι οποίοι φεύγοντας αποχαιρετούσαν τους οικείους τους για τελευταία φορά.
Όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, οι άνθρωποι που έφταναν με πλοίο στις ΗΠΑ, έπρεπε να περάσουν από εκτενή έλεγχο στο σταθμό μεταναστών στο νησί Ellis. Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί πως η συγκεκριμένη διαδικασία αφορούσε μόνο τους επιβάτες της «τρίτης θέσης». Έχοντας ήδη ταξιδέψει για εβδομάδες μέσα σε ανθυγιεινές συνθήκες, συνωστισμένοι και πολλές φορές άρρωστοι, λόγω των δυσχερειών του ταξιδιού, τα άτομα χρειαζόταν να μετεπιβιβαστούν σε μικρότερα σκάφη, ώστε να μεταβούν στο Ellis και να αρχίσει εκεί η λεπτομερής εξέτασή τους. Μία τεράστια ουρά οδηγούσε πρώτα σε μία εξαιρετικά έμπειρη ομάδα γιατρών, οι οποίοι μπορούσαν να διαγνώσουν από την όψη και μόνο την κατάσταση της υγείας των ανθρώπων. Στη συνέχεια, ο καθένας έπρεπε να συμπληρώσει ένα έντυπο που περιλάμβανε προσωπικά στοιχεία και πολλές ερωτήσεις με τη μορφή συνέντευξης, ώστε τελικά να του επιτραπεί η νόμιμη είσοδος και διαμονή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι περισσότεροι ολοκλήρωναν αυτή τη διαδικασία με επιτυχία μέσα σε μερικές μόνο ώρες, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία μόλις το 2% του συνολικού πληθυσμού που έφτασε στο νησί Ellis δεν κατάφερε να λάβει έγκριση.
Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι εγκαταστάσεις στη νήσο Ellis χρησιμοποιήθηκαν ως νοσοκομείο για τον αμερικάνικο στρατό, ενώ μετά από την ψήφιση του νέου νόμου για τη μετανάστευση το 1924, με τον οποίο η είσοδος στις ΗΠΑ περιορίστηκε πλέον σημαντικά, ο σταθμός μεταναστών χρησιμοποιήθηκε ως κέντρο απομόνωσης για όσους είχαν απελαθεί. Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το Ellis αξιοποιήθηκε ξανά από το στρατό, αυτή τη φορά για την υπηρεσία της ακτοφυλακής των Ηνωμένων Πολιτείων. Στο διάστημα που ακολούθησε τη διακοπή της λειτουργίας της νήσου Ellis, ως σταθμού μεταναστών, ξεκίνησε μία σειρά από προσπάθειες για συντήρηση και ανάπλαση των χώρων με χρηματοδότηση από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, ενώ τον Οκτώβριο του 1964 το νησί Ellis ανακηρύχθηκε Εθνικό Μνημείο.
Από το 1990 μέχρι και σήμερα, το νησί Ellis λειτουργεί ως μουσείο με το όνομα «Εθνικό Μουσείο Μετανάστευσης» και είναι ανοιχτό στο ευρύ κοινό, δίνοντας την ευκαιρία σε σχεδόν 3 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως να ανακαλύψουν την ιστορία της ανθρώπινης μετακίνησης και να δώσουν απαντήσεις στο ερώτημα «Ποιοι είναι οι Αμερικάνοι;», ανατρέχοντας και σε δικές τους προσωπικές ιστορίες. Περισσότερο όμως από όλα, το νησί Ellis παραμένει σύμβολο για την ιστορία της παγκόσμιας μετανάστευσης, υπενθυμίζοντας ότι όλοι κάπου και κάποτε αναζητούν τη θέση τους στον κόσμο και μία ευκαιρία να διαμορφώσουν τη δική τους κληρονομιά, όσο και αν αυτό αποτελεί συχνά ένα μακρύ και δύσβατο μονοπάτι.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Bayor, Ronald (2014), Encountering Ellis Island: How European Immigrants Entered America, JHU Press
- history.com (2021), Ellis Island. Διαθέσιμο εδώ
- The Statue of Liberty-Ellis Island Foundation, Ellis Island. Διαθέσιμο εδώ