Της Χριστίνας Τάτση,
Η λεπτομερής γνώση της μορφολογίας των δοντιών, καθώς και του συστήματος των ριζικών σωλήνων εκ μέρους ενός οδοντιάτρου κρίνεται αναγκαία για τη διενέργεια μίας επιτυχημένης ενδοδοντικής θεραπείας. Οι μελέτες των τελευταίων χρόνων έχουν αποδείξει πως η ανατομία των δοντιών είναι εξαιρετικά πολύπλοκη και συχνά υπάρχουν παραλλαγές, οι οποίες χρήζουν ειδικής αντιμετώπισης. Εκτός, όμως, αυτών των μορφολογικών παραλλαγών (αριθμός, μέγεθος και πορεία ριζών και ριζικών σωλήνων), παρατηρείται και ένα ευρύ φάσμα αναπτυξιακών ανωμαλιών. Κάποια τέτοιου είδους παραδείγματα είναι το σχήμα ριζών τύπου C, ο ταυροδοντισμός, η υπερώια ριζική αύλακα και τα δόντια με οχυνοειδές φύμα.
Πιο συγκεκριμένα, ο ταυροδοντισμός τον οποίο θα αναλύσουμε αποτελεί μία ασυνήθιστη ανατομική παραλλαγή, στην οποία η πολφική κοιλότητα (το τμήμα του δοντιού που περιέχει αγγεία και νευρικές ίνες) επεκτείνεται ακρορριζικότερα του φυσιολογικού και, σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, είναι αποτέλεσμα αναπτυξιακής διαταραχής του ελύτρου της ρίζας. Εμφανίζεται κυρίως στους γομφίους και πιο σπάνια στους προγόμφιους, ενώ τα δόντια αυτά δεν παρουσιάζουν κάποιο ειδικό σύμπτωμα, ούτε χρειάζονται κάποια ειδική θεραπεία. Ο μοναδικός τρόπος να εντοπιστούν είναι η ακτινογραφική απεικόνιση, αφού ούτε κατά την κλινική εξέταση παρατηρείται κάποια διαφορά σε σχέση με τα φυσιολογικά δόντια. Η παραλλαγή αυτή, μάλιστα, μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη κατά την κλινική οδοντιατρική πράξη και για αυτό, είναι απαραίτητη η σωστή προεγχειρητική εκτίμηση της μορφολογικής πολυπλοκότητας, ώστε ο κλινικός να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει κάθε δυσκολία κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Στις μέρες μας, ο ταυροδοντισμός παρουσιάζεται με ποικίλη συχνότητα στον άνθρωπο και είναι πιθανό να συνυπάρχει με άλλες οδοντικές ανωμαλίες ή σύνδρομα, χωρίς βέβαια αυτό να είναι απαραίτητο. Έτσι, η παρουσία αυτού στον οδοντικό φραγμό κάποιου ασθενούς θα μπορούσε να παρακινήσει τον οδοντίατρο να προβεί στην εύρεση άλλων πιθανών προβλημάτων και ανωμαλιών. Παρόλο που ο ταυροδοντισμός θεωρείται κοινό χαρακτηριστικό στοιχείο των παλαιότερων εξελικτικών μορφών του ανθρώπου, παρατηρείται ακόμα και σε σύγχρονους πληθυσμούς. Παρατηρείται κυρίως στη μόνιμη οδοντοφυΐα και σε πιο σπάνιες περιπτώσεις στη νεογιλή, ενώ δεν έχουν βρεθεί στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ της εμφάνισης του ταυροδοντισμού στις γυναίκες και στους άνδρες.
Η παραλλαγή αυτή ταξινομείται σε τρεις κατηγορίες βαρύτητας, ανάλογα με την επέκταση της πολφικής κοιλότητας προς το ακρορρίζιο. Καταρχάς, υποταυροδοντισμός παρουσιάζεται όταν η κοιλότητα του πολφού είναι ορατά πιο μεγάλη από το φυσιολογικό και εκτείνεται κάτω από το ύψος της φατνιακής ακρολοφίας, ενώ οι ρίζες διαχωρίζονται ευκρινώς. Η αμέσως επόμενη κατηγορία είναι ο μεσοταυροδοντισμός, στον οποίο η πολφική κοιλότητα είναι αρκετά μεγάλη και οι ρίζες είναι κοντές, αλλά φανερά διαχωρισμένες. Τέλος, υπερταυροδοντισμό έχουμε όταν η πολφική κοιλότητα φτάνει σχεδόν μέχρι το ακρορρίζιο και οι ρίζες είτε διαχωρίζονται ελάχιστα είτε καθόλου.
Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, ο ταυροδοντισμός μπορεί είτε να εμφανιστεί ως ένα μεμονωμένο χαρακτηριστικό είτε συνδυαστικά με διάφορες άλλες ανωμαλίες ή σύνδρομα. Κάποια από αυτά είναι η ολιγοδοντία, δηλαδή η έλλειψη άνω των έξι δοντιών, η υπεραριθμία δοντιών, η ατελής αδαμαντινογένεση, το Σύνδρομο Klinefelter (XXY), το Σύνδρομο Down και οι σχιστίες, όπως η χειλεοσχιστία και η υπερωιοσχιστία, και το τριχο-οδοντο-οστεώδες σύνδρομο.
Κλείνοντας, είναι σημαντικό να αναφερθούν οι πιθανές δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίσει κάποιος οδοντίατρος στην κλινική του πράξη, κατά την ενασχόλησή του με έναν ταυρόδοντα. Καταρχάς, στην ενδοδοντική θεραπεία το σχήμα και το εκτεταμένο μήκος της πολφικής κοιλότητας, είναι πιθανό να δημιουργήσει πρόβλημα στην ανεύρεση των ριζικών σωλήνων, στην χημικομηχανική επεξεργασία, αλλά και την τελική έμφραξη των ριζικών σωλήνων του δοντιού αυτού. Επίσης, συχνά κατά την εξαγωγή ταυροδοντικών δοντιών αναφέρονται δυσκολίες, λόγω της απόκλισης του ακρορριζικού τριτημορίου των ριζών προς τα γειτονικά δόντια, ενώ παράλληλα αυτά μπορούν να επηρεάσουν την εξέλιξη της ορθοδοντικής θεραπείας, διότι έχουν μεγαλύτερη τάση απορρόφησης των ριζών κατά τη διάρκεια των ορθοδοντικών μετακινήσεων. Τέλος, σε οδοντοφυίες με ταυροδοντικά δόντια, δυσχεραίνεται πολλές φορές η ανατολή του δεύτερου κάτω γομφίου, ενώ το σημαντικό πλεονέκτημα που παρουσιάζουν είναι σε καταστάσεις περιοδοντικής νόσου, κατά την οποία φαίνεται πως λόγω του διαχωρισμού των ριζών ακρορριζικότερα, η εμπλοκή της περιοχής του ταυρόδοντα στη νόσο είναι λιγότερο πιθανή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Taurodontism: a review of the condition and endodontic treatment challenges, onlinelibrary.wiley.com. Διαθέσιμο εδώ
- Taurodontism: an Endodontic Challenge. Report of a Case, Journal of Endodontics. Διαθέσιμο εδώ
- Clinical significance of taurodontism, Journal of the American Dental Association. Διαθέσιμο εδώ