Της Ιωάννας Χριστακοπούλου,
Τα ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία συνιστούν ένα πολύπλοκο φαινόμενο τόσο από νομική όσο και από οικονομική άποψη. Αποτελεί δε σημείο των καιρών το γεγονός ότι οι επενδύσεις σε τέτοιου είδους στοιχεία, με χαρακτηριστική την περίπτωση των κρυπτονομισμάτων, έχουν σημειώσει ραγδαία άνοδο. Μάλιστα, η επονομαζόμενη κρυπτοοικονομία, μέρος της οποίας συνιστούν τόσο τα κρυπτονομίσματα όσο και άλλα στοιχεία, όπως οι μάρκες χρησιμότητας (παρέχουν αξία στους επενδυτές, δίνοντας στους χρήστες πρόσβαση σε ένα προϊόν ή μια υπηρεσία) και οι μάρκες ασφαλείας (επενδυτικές συμβάσεις), έχει επιτύχει κεφαλαιοποίηση άνω των 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε λιγότερο από 13 χρόνια.
Η επικρατούσα άποψη διατείνεται ότι αυτή η άνοδος οφείλεται στην αποτελεσματικότητα, με την οποία λειτουργούν τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά συστήματα – που υπάρχουν στην αλυσίδα των κατανεμημένων ψηφιακών μητρώων και όχι στα βιβλία των τραπεζών. Εν ολίγοις, έχουμε σωρεία συναλλαγών (συνεπώς, αύξηση των πιθανοτήτων του κέρδους), αποφεύγοντας, ταυτόχρονα, τη χρονοβόρα και ενδεχομένως δαπανηρή επενδυτική διαμεσολάβηση.
Εκ πρώτης όψεως, μια τέτοια επένδυση θα φάνταζε ιδανική στα μάτια του μέσου καταναλωτή. Εδώ, ωστόσο, εύλογα γεννώνται ερωτήματα, αναφορικά με τους κινδύνους, που ελλοχεύουν. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παροράται το γεγονός ότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, δημιουργείται ένα παράλληλο επενδυτικό σύστημα, το οποίο παρουσιάζεται ιδιαίτερα θελκτικό, μιας και οι ευκαιρίες που παρέχει είναι εύκολα προσβάσιμες στον καθένα από εμάς.
Τούτο καθιστά το έργο των αρχών έτι δυσχερέστερο, πολλώ δε μάλλον των φορολογικών, οι οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν συλλήβδην τη ραγδαία αυτή άνοδο. Εδώ, αξίζει να αναφέρουμε ότι η πλέον δύσκολη περίπτωση είναι όταν τα ψηφιακά στοιχεία χρησιμοποιούνται στις καθημερινές συναλλαγές και δη στις αγορές. Σε αυτό το σενάριο, κάθε συναλλαγή μετρά ως πώληση της κρυπτογραφίας, η οποία δυνητικά ενεργοποιεί μια φορολογική οφειλή, καθώς και τυχόν ισχύοντες φόρους πώλησης, όπως ο ΦΠΑ στην υποκείμενη αγορά.
Όπως είχαμε εξετάσει και σε προηγούμενο άρθρο, οι κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης και της ΤτΕ, έχουν αρχίσει να λαμβάνουν εποπτικά μέτρα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Προστατευόμενο Κανονιστικό Περιβάλλον, που θεσπίστηκε από την ΤτΕ τον Ιούνιο του 2021. Τι γίνεται, όμως, με τη φορολόγηση των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων;
Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ερώτημα, θα πρέπει προηγουμένως να εξετασθεί κατά πόσον ένας φορολογούμενος συμμετέχει σε εμπορικές ή επιχειρηματικές δραστηριότητες αυτής της φύσεως. Οι παράγοντες αυτοί περιλαμβάνουν: i) Αν το αποτέλεσμα διέπεται, κατά κύριο λόγο, από την τύχη ή την ικανότητα, ii) το επίπεδο δεξιοτήτων του φορολογουμένου, iii) το επίπεδο της οργάνωσης και iv) τη φύση της εμπλεκόμενης οντότητας.
Ειδικότερα, οι δραστηριότητες που απαιτούν δεξιότητες, σε σύγκριση με δραστηριότητες που απαιτούν την εύνοια της τύχης, είναι πιο πιθανό να αποτελούν εμπόριο ή επιχείρηση. Βέβαια, ο βαθμός, στον οποίο οι αξίες των κρυπτονομισμάτων είναι «καθαρά τυχαίες» και εξαρτώνται «από εκτιμήσεις, για τις οποίες κανένα σύστημα ή οργανισμός δεν θα ίσχυε συνήθως», δεν είναι απολύτως σαφής. Πλην όμως, το γεγονός ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν αρχίσει να συναλλάσσονται, αλλά και να παρέχουν προϊόντα, όπως τα κρυπτονομίσματα, συνιστά μια λανθάνουσα μορφή ικανότητας.
Όσον αφορά τον δεύτερο παράγοντα, όσο μεγαλύτερη είναι η ικανότητα που επιδεικνύει ο φορολογούμενος τόσο πιο πιθανό είναι ένα δικαστήριο να θεωρήσει ότι οι δραστηριότητες των φορολογουμένων συνιστούν εμπόριο ή επιχείρηση. Ωστόσο, ως επί το πλείστον, οι ιδιώτες φορολογούμενοι κρίνεται ότι δεν διαθέτουν επαρκή ικανότητα προς διαπραγμάτευση ή άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας στους συγκεκριμένους τομείς. Το γεγονός αυτό συνδέεται άρρηκτα με τον τελευταίο παράγοντα, κατά τον οποίο η πλειοψηφία των ατόμων, που αγοράζουν και πωλούν κρυπτονομίσματα, είναι απίθανο να έχουν ιδρύσει μια εταιρεία, μέσω της οποίας ασκούν την εν λόγω δραστηριότητα και, συνεπώς, δεν θεωρούνται έμποροι. Βέβαια, σε αυτό συνεπικουρεί και ο παράγοντας οργάνωση, μιας και είναι ευρέως παραδεκτό το ότι εάν οι δραστηριότητες διεξάγονται με «επιχειρηματικό» ή «οργανωμένο τρόπο», τα δικαστήρια τείνουν να συνηγορούν υπέρ του ότι υπάρχει εμπόριο ή επιχείρηση και, ως εκ τούτου, ανάγκη ειδικής φορολογικής μέριμνας.
Αυτή η κατάσταση, όμως, εγείρει το δύσκολο ερώτημα, εάν αυτό είναι ικανοποιητικό, όσον αφορά τη φορολογική πολιτική, για την ίδια ουσιαστική δραστηριότητα να τυγχάνει διαφορετικής φορολογικής μεταχείρισης, με βάση τη νομική μορφή του φορολογούμενου. Στη νομολογία, πάντως, δεν έχουν επί του παρόντος εκδοθεί οδηγίες σχετικά με τη φορολογική μεταχείριση των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων. Είναι περιττό να αναφερθεί ότι η λήψη τέτοιου είδους μέτρων θα ήταν κάτι παραπάνω από καλοδεχούμενη τόσο από το ευρύ κοινό όσο και από τους ειδήμονες.
Γενικότερα, παρατηρείται ότι ένας επενδυτής, ο οποίος αγοράζει μια token-οποιημένη έκδοση ενός αποθέματος, απολαμβάνει τα ίδια δικαιώματα με κάποιον, που αγοράζει μετοχές από έναν παραδοσιακό χρηματιστή, συμπεριλαμβανομένου του μεριδίου κερδών και των δικαιωμάτων ψήφου. Οι μάρκες ασφαλείας εμπίπτουν, επίσης, στην ίδια κανονιστική εποπτεία με άλλα επενδυτικά προϊόντα. Η μεγάλη διαφορά είναι ότι υπάρχει ένα σύμβολο ασφαλείας σε ψηφιοποιημένη και αποκεντρωμένη μορφή εντός του blockchain.
Εν κατακλείδι, λαμβάνοντας υπόψιν τα ανωτέρω, διαπιστώνεται ότι η διαίρεση σε μάρκες πληρωμής, χρησιμότητας και ασφάλειας δεν θα πρέπει να υιοθετείται τυφλά στη φορολογική νομοθεσία, καθόσον είναι δυνατό να υπάρχουν και υβριδικά μοντέλα, που να απαιτούν διαφορετική αντιμετώπιση. Αν, όμως, τα προϊόντα εμπίπτουν στην ίδια κατηγορία, κρίνεται σκόπιμο να χαίρουν της ίδιας φορολογικής αντιμετώπισης. Σε κάθε περίπτωση, η φορολογική μεταχείριση των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων είναι πιθανότερο να ακολουθήσει την υπάρχουσα φορολογική μεταχείριση, ενώ προβλέπεται να θεσπιστούν συγκεκριμένα πρότυπα. Από την άλλη πλευρά, όσο πιο συγκεκριμένες είναι οι υπάρχουσες φορολογικές διατάξεις, σε σχέση με τους τύπους των περιουσιακών στοιχείων και δη αυτών που ενεργοποιούν την εφαρμογή αυτών των διατάξεων, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να προβλεφθεί η φορολογική τους μεταχείριση. Οι εξελίξεις αναμένονται καταιγιστικές και σίγουρα θα συνδράμουν στην ουσιαστική κατανόηση του φαινομένου των ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Τι είναι το Tokenomics Blockchains στην αγορά κρυπτογράφησης; ,Portalcripto. Διαθέσιμο εδώ
- How taxes on cryptocurrencies and digital assets will soon take shape, EY. Διαθέσιμο εδώ
- Κεντρικές τράπεζες και ψηφιακά νομίσματα, OffLine Post. Διαθέσιμο εδώ
- Vincent Ooi, The Taxation of Cryptocurrency Gains, 2022
- Vincent Ooi, A Framework for Understanding the Taxation of Digital Tokens, 2022