Του Δημήτρη Πατσιαβά,
Σχεδόν δύο μήνες μετά τη δολοφονία του 19χρονου Άλκη Καμπανού, η οποία συγκλόνισε και συνεχίζει να συγκλονίζει την κοινωνία μας, η Κυβέρνηση αποφάσισε την αυστηροποίηση του αθλητικού νόμου κατά της οπαδικής βίας. Ανάμεσα σε αυτές τις αλλαγές, που εμπεριέχουν ρυθμίσεις για τη λειτουργία των λεσχών φιλάθλων, τον πνευματικό και ηλεκτρονικό αθλητισμό, η Κυβέρνηση, με τον Ν. 4908/2022 (διαθέσιμος εδώ), τροποποίησε και το άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα για την εγκληματική οργάνωση.
Σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο «όποιος συγκροτεί ή εντάσσεται, ως μέλος, σε επιχειρησιακά δομημένη, και με διαρκή εγκληματική δράση, οργάνωση τριών ή περισσότερων προσώπων, που επιδιώκει την τέλεση περισσότερων κακουργημάτων τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή». Όσον αφορά την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, δεν υπήρξε κάποια αλλαγή, συγκριτικά με τον προϊσχύοντα Ν.4619/2019.
Η πρώτη αλλαγή συναντάται στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 187 (όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 72 του ν. 4908/2022), όπου γίνεται λόγος για τη σύσταση και συμμετοχή σε συμμορία. Οι διαφορές της εγκληματικής οργάνωσης και της συμμορίας έγκεινται στον αριθμό ατόμων που την αποτελούν (τρία ή περισσότερα άτομα στην εγκληματική οργάνωση έναντι δύο ή περισσότερων στη συμμορία), στη δομή και τη διαρκή δράση που χαρακτηρίζει την εγκληματική οργάνωση, έναντι της απλής οργάνωσης που αναφέρεται για τη συμμορία, ενώ, τέλος, η τιμωρία της εγκληματικής οργάνωσης προϋποθέτει την τέλεση περισσότερων κακουργημάτων. Αντίθετα, μία συμμορία μπορεί να τιμωρηθεί και για την τέλεση πλημμελημάτων. Σε αυτό το τελευταίο σημείο προστέθηκε η πρώτη αλλαγή του ν. 4908/2022. Συγκεκριμένα, στο δεύτερο εδάφιο της δεύτερης παραγράφου αναφέρεται: «Με φυλάκιση έως τρία έτη τιμωρείται ο υπαίτιος, αν η κατά το προηγούμενο εδάφιο ένωση έγινε για τη διάπραξη πλημμελήματος, με το οποίο επιδιώκεται οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος ή η προσβολή της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της ανηλικότητας, της προσωπικής ελευθερίας, της ιδιοκτησίας ή της περιουσίας». Προστέθηκαν, με το νέο νόμο, τα έννομα αγαθά της προσωπικής ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και της περιουσίας στα ήδη υπάρχοντα αγαθά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της ανηλικότητας, σε μία προσπάθεια να μπει ένα «φρένο» στις δράσεις ομάδων που προκαλούν φθορές σε ξένες ιδιοκτησίες και κλέβουν ποσά ή/και αντικείμενα.
Η σημαντικότερη, ωστόσο, αλλαγή εντοπίζεται στην έκτη παράγραφο του άρθρου 187 ΠΚ, η οποία προστέθηκε και αναφέρει: «Στις περιπτώσεις καταδίκης για αξιόποινες πράξεις του παρόντος άρθρου, καθώς και για τα συναφή αδικήματα που συνεκδικάστηκαν με την ίδια απόφαση, η ποινή δεν αναστέλλεται, ούτε μετατρέπεται, με κανέναν τρόπο, τυχόν δε ασκηθείσα έφεση δεν έχει αναστέλλουσα ισχύ». Με την εισαγωγή αυτής της παραγράφου δεν επιτρέπεται η αναστολή ή μετατροπή της ποινής, ενώ, επίσης, δεν αναστέλλεται η ισχύς της πρωτόδικης απόφασης, σε περίπτωση που ασκηθεί έφεση. Αποτέλεσμα τούτων είναι οι καταδικασθέντες για τα εν λόγω εγκλήματα να οδηγούνται στη φυλακή και να μην τιμωρούνται με αναστολή της ποινής τους, αλλά ούτε να μπορούν να μετατρέψουν την ποινή φυλάκισης σε χρηματική ποινή.
Η προσθήκη αυτής της παραγράφου προκάλεσε την σφοδρή αντίδραση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, η οποία, με ανακοίνωσή της, ζήτησε την άμεση κατάργηση της παραγράφου 6 του άρθρου 187 ΠΚ. Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια κατήγγειλε ότι η τροποποίηση της παραπάνω διάταξης έλαβε χώρα «αιφνιδίως, χωρίς οποιαδήποτε προηγούμενη διαβούλευση, και χωρίς να έχει εκφραστεί επ’ αυτού η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής». Περαιτέρω, έκρινε ότι με τη ρητή διατύπωση της διάταξης περί μη αναστολής της ποινής, εκδηλώνεται η έλλειψη εμπιστοσύνης στους Δικαστές, οι οποίοι, μέχρι πρότινος, είχαν τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίζουν επί της δυνατότητας αναστολής ή μετατροπής της επιβληθείσας ποινής, αλλά και επί της ανασταλτικής δύναμης σε περίπτωση άσκησης έφεσης.
Αναφέρει, επίσης, η Ολομέλεια ότι «περιορίζονται τα δικαιώματα των κατηγορουμένων, ακόμα και για πλημμεληματικού χαρακτήρα αξιόποινες πράξεις, τη στιγμή που τα ανωτέρω δικαιώματα (ήτοι αναστολή και μετατροπή της ποινής, ανασταλτικό αποτέλεσμα της άσκησης έφεσης) δεν στερούνται από κατηγορούμενους για αξιόποινες πράξεις με μεγαλύτερη ποινική ή ηθική απαξία, όπως η ανθρωποκτονία από πρόθεση». Ουσιαστικά, η Ολομέλεια θεωρεί πως δεν είναι νομικά ορθό ορισμένα εγκλήματα, τα οποία τιμωρούνται με ποινή πρόσκαιρης ή και ισόβιας κάθειρξης, να τυγχάνουν μεγαλύτερης επιείκειας, όσον αφορά το δικονομικό σκέλος της δυνατότητας αναστολής, μετατροπής και του ανασταλτικού αποτελέσματος της άσκησης έφεσης από εγκλήματα συμμοριών που μπορεί να τιμωρούνται με απλή φυλάκιση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Σφοδρή αντίδραση της Ολομέλειας στην αιφνίδια αλλαγή του άρθρου 187 Π.Κ., με την προσθήκη της παρ. 6, διαθέσιμο εδώ