Της Ιωάννας Χριστακοπούλου,
Το τελευταίο διάστημα, είναι πασίδηλο ότι η ανθρωπότητα έχει βρεθεί αντιμέτωπη με σωρεία ζητημάτων. Τα πλέον χαρακτηριστικά είναι ο κορωνοϊός, ο πληθωρισμός, η κρίση στην Ουκρανία και η κλιματική αλλαγή, που μάλιστα αποτελούν τις πρώτες σκέψεις που έρχονται στον νου μας, με αυθόρμητο πλέον τρόπο. Οι δυσμενείς συνέπειες που έχουν κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και επιτάσσουν την έκτακτη λήψη νέων μέτρων.
Η δε κλιματική αλλαγή, την οποία πραγματευόμαστε, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των ανθρώπινων, φυσικών και οικονομικών του επιπτώσεων. Η κλιματική αλλαγή συνιστά μείζονα απειλή για την ανάπτυξη, την ευημερία και τη μακροοικονομική και κοινωνικοοικονομική σταθερότητα. Σύμφωνα με οικονομετρικές αναλύσεις, διαπιστώνεται ότι η αλλαγή της θερμοκρασίας και των βροχοπτώσεων έχει διαβρώσει το κατά κεφαλήν εισόδημα και έχει μετατοπίσει την τομεακή σύνθεση της παραγωγής και της απασχόλησης κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες.
Ως εκ τούτου, η ανθρωπότητα καλείται να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Βέβαια, δεν πρέπει να παροράται το γεγονός ότι, δεδομένων των ειδικών συνθηκών, της ικανότητας και των τρωτών σημείων κάθε χώρας, τα μέτρα που θα ληφθούν δεν μπορούν να είναι ενιαία. Όμως, παρατηρείται σε παγκόσμιο επίπεδο ότι υπάρχουν ορισμένες κοινές συνισταμένες. Καταρχάς, η προσαρμογή χρειάζεται πλήρη ενσωμάτωση στις μεσοπρόθεσμες αναπτυξιακές ατζέντες των χωρών. Αυτό συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, με κινδύνους και πολιτικές για το κλίμα σε όλα τα σχετικά πλαίσια πολιτικής και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Οι πολιτικές πρέπει, επίσης, να διασφαλίζουν ότι τόσο ο ιδιωτικός όσο και ο χρηματοπιστωτικός τομέας θα μπορούν να παίξουν τον ρόλο τους και να συνδράμουν με τον τρόπο τους στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής. Ακόμη και αν εφαρμοστούν βραχυπρόθεσμα, οι πράσινες πολιτικές, θα μπορούσαν να φανούν λυσιτελείς και να βοηθήσουν στην ώθηση μιας ανθεκτικής ανάκαμψης και στην περίπτωση της κρίσης του COVID-19.
Ήδη η επιτροπή κεφαλαιαγοράς των Η.Π.Α. προέβη στη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Ειδικότερα, οι επενδυτές που δραστηριοποιούνται στη χώρα θα πρέπει εφεξής να υποβάλλουν δηλώσεις αλλά και αναφορές ανά τακτά χρονικά διαστήματα, οι οποίες θα περιλαμβάνουν τους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα και τις πραγματικές ή πιθανές υλικές επιπτώσεις τους στην επιχείρηση, τη στρατηγική και τις προοπτικές του καταχωρίζοντος. Επίσης, θα συμπεριλαμβάνονται ορισμένες μετρήσεις οικονομικών καταστάσεων, που να σχετίζονται με το κλίμα και σχετικές γνωστοποιήσεις σε μορφή σημείωσης στις ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις. Τέλος, θα πρέπει να κοινοποιούνται όσοι στόχοι των επενδυτών ασκούν άμεση επίδραση στο περιβάλλον, ενώ επισημαίνεται ότι προηγουμένως θα υπάρχει μια περίοδος χάριτος για λόγους προσαρμογής στο νέο κανονιστικό πλαίσιο.
Στο ίδιο μήκος κύματος φαίνεται να κινείται και η Κομισιόν, καθώς πρόσφατα ενέκρινε πρόταση οδηγίας για τη δέουσα επιμέλεια των επιχειρήσεων. Η πρόταση αποσκοπεί στην προώθηση της βιώσιμης και υπεύθυνης εταιρικής συμπεριφοράς σε όλες τις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Δεν πρέπει να λανθάνει της προσοχής μας ότι οι εταιρείες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην οικοδόμηση μιας βιώσιμης οικονομίας και κοινωνίας, οπότε θα πρέπει να αποφεύγουν τις αρνητικές επιπτώσεις των πεπραγμένων τους στο περιβάλλον, με χαρακτηριστικές περιπτώσεις τη ρύπανση αλλά και την απώλεια βιοποικιλότητας.
Γενικότερα, οι εταιρείες έχουν υποχρέωση να δείχνουν τη δέουσα επιμέλεια ως προς την υποχρέωση να εντοπίζουν, να προλαμβάνουν, να μετριάζουν και να λαμβάνουν υπόψιν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις στις δικές τους επιχειρήσεις, τις θυγατρικές και τις αλυσίδες αξίας. Επιπλέον, ορισμένες μεγάλες εταιρείες πρέπει να έχουν ένα σχέδιο για να εξασφαλίσουν ότι η επιχειρηματική στρατηγική τους είναι συμβατή με τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη σε 1,5 °C, σύμφωνα με τη Συμφωνία του Παρισιού. Τα διοικητικά στελέχη, από την πλευρά τους, θα πρέπει να παρέχουν κίνητρα για να συμβάλλουν στη βιωσιμότητα και στους στόχους μετριασμού της κλιματικής αλλαγής.
Τα κράτη-μέλη θα ορίσουν μια αρχή για την εποπτεία και την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένων προστίμων και εντολών συμμόρφωσης, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Επιτροπή θα δημιουργήσει ένα ευρωπαϊκό δίκτυο εποπτικών αρχών που θα συγκεντρώσει εκπροσώπους των εθνικών φορέων για να εξασφαλίσει μια συντονισμένη προσέγγιση.
Συνοψίζοντας, παρατηρούμε ότι ανά την υφήλιο λαμβάνονται πλέον δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση των δυσμενών συνεπειών της περιβαλλοντικής κρίσης. Είναι αδιαμφισβήτητα ενθαρρυντικό το γεγονός ότι το μέγεθος του προβλήματος έχει αρχίσει να γίνεται αντιληπτό, ωστόσο θα πρέπει η προσπάθεια να είναι συλλογική και άοκνη. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι «δεν κληρονομούμε τη γη από τους προγόνους μας, τη δανειζόμαστε από τα παιδιά μας».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
EUROPEAN COMMISSION, JUST AND SUSTAINABLE ECONOMY: COMPANIES TO RESPECT HUMAN RIGHTS AND ENVIRONMENT IN GLOBAL VALUE CHAINS.
-
IMF, FEELING THE HEAT: ADAPTING TO CLIMATE CHANGE IN THE MIDDLE EAST AND CENTRAL ASIA.