Του Νίκου Παναγιωτόπουλου,
Δέκα χρόνια μετά τη νικηφόρα για τους Έλληνες μάχη του Μαραθώνα, ο Ξέρξης Α’ της Περσίας, γιος του Δαρείου Α’, ετοίμαζε μία διπλή επίθεση εις βάρος των Ελλήνων από την ξηρά και από τη θάλασσα. Αυτή η επίθεση επρόκειτο να είναι αναμφισβήτητα μια αληθινή απειλή, την οποία θα αναγκάζονταν να αντιμετωπίσουν από κοινού οι Έλληνες. Έτσι, με πρωτοβουλία της Αθήνας, το καλοκαίρι/φθινόπωρο του 481 π.Χ., συγκεντρώθηκαν στον Ισθμό της Κορίνθου 31 ελληνικές πόλεις-κράτη, οι περισσότερες από τις οποίες βρίσκονταν στη νότια Ελλάδα και προχώρησαν στη σύναψη μίας εθνικής στρατιωτικής συμμαχίας, κηρύττοντας πανελλήνια κατά ξηρά ειρήνη. Είναι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι, για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία, κατορθώθηκε να δημιουργηθεί μία συμμαχία, έχοντας ως κεντρικό στόχο τη συσπείρωση όλων των αντιπερσικών δυνάμεων που υπήρχαν σε ολόκληρο τον ελληνισμό. Η αναγκαιότητα της στιγμής ένωσε τους Έλληνες, κάνοντάς τους να θυμηθούν όλα αυτά που τους συνέδεαν, όπως ήταν η κοινή καταγωγή και η ενιαία εθνική υπόσταση.
Σε αυτό το συνέδριο, λοιπόν, πρέσβεις από τις πόλεις, που είχαν αποφασίσει να αντισταθούν στην περσική κυριαρχία, συζήτησαν σχετικά με τα κατάλληλα αμυντικά μέτρα που έπρεπε να ληφθούν. Οι Αθηναίοι σύναψαν συμμαχία με τους Σπαρτιάτες και τους Λακεδαιμόνιους συμμάχους τους και προσχώρησαν σε αυτήν Ευβοιείς, Βοιωτοί και με κάποιον δισταγμό οι Θεσσαλοί, που ήταν γνωστό ότι επρόκειτο να συνταχθούν με τους Πέρσες. Η Σπάρτη επιλέχθηκε ως ηγέτιδα δύναμη του στρατού και του στόλου, επειδή κατείχε το πιο περίφημο σώμα οπλιτών στην Ελλάδα. Η δυναμική στάση της Αθήνας και της Σπάρτης αποτέλεσε ένα ισχυρό κίνητρο, ώστε πολλές πόλεις τελικά να συμμετάσχουν στην επικείμενη μάχη για την απόκρουση των εισβολέων. Κατά τον Ηρόδοτο, οι εκπρόσωποι των πόλεων συμφώνησαν να αντισταθούν σε δύο σημεία: στη ξηρά, στα Στενά των Θερμοπυλών, και στη θάλασσα, στο στενό πέρασμα του Ωρεού, κοντά στο ακρωτήρι Αρτεμίσιο. Η παράταξη των Ελλήνων στις Θερμοπύλες, σε έναν χώρο που τοπογραφικά ήταν στενός, θα παρεμπόδιζε την ανάπτυξη της χερσαίας δύναμης των Περσών, ενώ ο μικρός πορθμός του Ευρίπου θα καθιστούσε ανέφικτη μία πιθανή περικύκλωση του συνεργαζόμενου ελληνικού στόλου. Αν τελικά κατόρθωναν να συγκρατήσουν στις Θερμοπύλες τον περσικό στρατό για βραχύ χρονικό διάστημα, ίσως θα δινόταν η ευκαιρία στον στόλο να εξασφαλίσει στον χρόνο αυτό μία αποφασιστική νίκη.
Το σώμα των οπλιτών που παρατάχθηκε στα Στενά των Θερμοπυλών είχε ως επικεφαλής τον Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωνίδα. Με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνουμε από τον Ηρόδοτο, στις Θερμοπύλες είχαν παραταχθεί 300 Σπαρτιάτες, 1.000 Τεγεάτες και Μαντινείς, μισοί-μισοί, 120 από τον Ορχομενό της Αρκαδίας και 1.000 από την υπόλοιπη Αρκαδία, 400 από την Κόρινθο, 200 από τον Φλειούντα και 80 από τις Μυκήνες. Μαζί με αυτούς, κλήθηκαν ως ενίσχυση και οι Οπούντιοι Λοκροί και 1.000 Φωκείς. Επίσης, εκεί παρευρίσκονταν 400 Θηβαίοι, οι οποίοι όμως τάχθηκαν στο πλευρό των Μήδων. Την άνοιξη του 480 π.Χ. άρχισε η πολεμική εκστρατεία του Ξέρξη, της οποίας ηγείτο ο ίδιος. Οι Πέρσες έφτασαν απρόσκοπτα στις Θερμοπύλες, ενώ ο στόλος τους έπλεε στα ανοιχτά του Αρτεμισίου.
Ο Πέρσης βασιλιάς είχε εκπλαγεί με το γεγονός ότι οι μικρότερες αριθμητικά ελληνικές δυνάμεις δεν οπισθοχώρησαν όταν ήρθαν αντιμέτωπες με τον επιβλητικό του στρατό. Τα στρατεύματα των Σπαρτιατών αρνήθηκαν να υποκύψουν στον εκφοβισμό των Περσών. Χαρακτηριστικά, όταν στάλθηκε ένας κατάσκοπος του Ξέρξη, για να παρατηρήσει την κατάσταση στα Στενά, εκείνος ανέφερε ότι οι Σπαρτιάτες στέκονταν ανέμελα μπροστά από την οχύρωσή τους και χτένιζαν τα μακριά μαλλιά τους. Οι Πέρσες εξεπλάγησαν από τη στάση των Σπαρτιατών οπλιτών, που στην πραγματικότητα ήταν μία συνήθης πρακτική τους να χτενίζουν τα μαλλιά τους πριν από κάποια μάχη ως σημάδι υπερηφάνειας. Η τολμηρή, επίσης, στάση τους διακρίνεται και σε μία φημολογούμενη απάντηση που έδωσε ένας Σπαρτιάτης οπλίτης στην προειδοποίηση ότι οι Πέρσες τοξευτές ήταν τόσοι πολλοί που τα βέλη τους θα σκοτείνιαζαν τον ουρανό. Με βάση τον Ηρόδοτο (7.226), ο Σπαρτιάτης οπλίτης απάντησε: «Αυτά είναι καλά νέα, θα πολεμήσουμε στη σκιά.».
Το στενό πέρασμα στις Θερμοπύλες θα εμπόδιζε την παράταξη και την ανάπτυξη των υπεράριθμων περσικών στρατευμάτων και την κυρίευση των Ελλήνων πολεμιστών, που ήταν πιο εξοικειωμένοι και ικανοί σε μάχες που δίνονταν σώμα με σώμα. Κατά την πέμπτη μέρα, μετά την άφιξή τους στις Θερμοπύλες, οι Πέρσες ξεκίνησαν τη μετωπική τους επίθεση. Οι Έλληνες βρίσκονταν μπροστά στη μεσαία από τις 3 διόδους του στενού, που σχηματίζονταν η μία πίσω από την άλλη. Παρά τις κοπιώδεις προσπάθειές τους επί δύο μέρες, οι Πέρσες δεν κατάφεραν αρχικά να παραβιάσουν το πέρασμα. Όμως, την τρίτη μέρα ένα σώμα πολεμιστών υπό την ηγεσία του Υδάρνη, ο οποίος είτε δέχθηκε τη βοήθεια οδηγών που γνώριζαν καλά την περιοχή της μάχης είτε έλαβε πληροφορίες από κάποιον λιποτάκτη των Σπαρτιατών για ένα μυστικό πέρασμα, περικύκλωσε τον Λεωνίδα και τους στρατιώτες του και επιτέθηκε σε αυτούς από μπροστά και από πίσω ταυτοχρόνως. Σχετικά με τα πρόσωπα που πρόδωσαν την ελληνική πλευρά, ο Ηρόδοτος στο έργο του παρουσιάζει 2 εκδοχές. Στην αρχή, αναφέρει πως εκείνος που πρόδωσε τους Έλληνες ήταν ο Εφιάλτης, γιος του Ευρυδήμου, από τη Μαλίδα. Ο ίδιος ήρθε σε επαφή με τον Μέγα Βασιλέα, θέλοντας να εξυπηρετήσει κάποιο οικονομικό του συμφέρον, καθώς επιθυμούσε χρηματική αμοιβή από εκείνον. Παρακάτω παρουσιάζει τη δεύτερη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία ο Ονήτης, γιος του Φαναγόρα από την Κάρυστο και ο Κορυδαλλός απ’ την Αντίκυρα, γνωστοποίησαν στους Πέρσες τα κατατόπια του βουνού.
Παρά την κυκλωτική κίνηση του Υδάρνη, ο Λεωνίδας έπρεπε να καθυστερήσει την επέλαση των Περσών, μέχρις ότου να αποσυρθεί και το τελευταίο πολεμικό πλοίο των Ελλήνων, περνώντας τη δυτική άκρη της Εύβοιας μέσα από ένα στενό δίαυλο, πλάτους μόλις 5 μέτρων, και με κατεύθυνση προς τον Νότο. Αλλιώς, ο πολύτιμος στόλος θα χανόταν και ο πόλεμος θα είχε ανεπιθύμητη έκβαση. Ο Σπαρτιάτης βασιλιάς Λεωνίδας διεκπεραίωσε με τον πιο παραδειγματικό τρόπο την αποστολή που του είχε ανατεθεί και στο μέγιστο τμήμα των συμπολεμιστών του άφησε ελεύθερο τον δρόμο προς την υποχώρηση, καλύπτοντας με τη βοήθεια των 300 Σπαρτιατών του και των 700 Θεσπιέων τη φυγή τους. Αυτοί περιορίστηκαν πάνω σε έναν λόφο και πολέμησαν μέχρι την ύστατη στιγμή τους. Αν και η μάχη στις Θερμοπύλες έληξε με ήττα για τους Έλληνες, η θυσία αυτών των πολεμιστών δε θεωρήθηκε μάταιη. Η πράξη του Λεωνίδα συνιστούσε ένα ζωντανό δείγμα πλήρους αφοσίωσης στο καθήκον, στο δρόμο για την απόκτηση της ελευθερίας. Από τη στιγμή που έσπασε το στρατιωτικό φράγμα του Λεωνίδα, στο οποίο υπολόγιζαν πάρα πολύ οι Έλληνες, άνοιξε για τα περσικά στρατεύματα ο δρόμος προς την κεντρική Ελλάδα. Η κατάσταση άρχισε να γίνεται πιο δυσχερής για τους Αθηναίους, καθώς οι γειτονικοί λαοί, Λοκροί, Δωριείς, Βοιωτοί, προσχωρούσαν στον νικητή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Μπένγκτσον, Χέρμαν (1991), Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, μτφρ. Γαβρίλη, Άντρεα, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Μέλισσα.
- Mossé, Claude & Schnapp-Gourbeillon, Annie (2015), Επίτομη Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας (2000-31 π.Χ.), μτφρ. Στεφάνου, Λύντια, Αθήνα: Εκδόσεις Δ.Ν. Παπαδήμα.
- Martin, Thomas R. (2000), Ancient Greece: From Prehistoric to Hellenistic times, United States of America: Yale Nota Bene
- Από την ιστοσελίδα Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα, στο «Ηρόδοτος», Διαθέσιμο εδώ