Του Ιωάννη Μυταυτσή,
Σήμερα είναι η εθνική μας επέτειος, στην οποία πρωταγωνιστές είναι οι ήρωες της Επανάστασης του 1821, τους οποίους καλούνται να τιμήσουν με τη μεγάλη στρατιωτική παρέλαση τα ένοπλα σώματα της Ελλάδας μας. Μία τέτοια μέρα, όλοι σκεφτόμαστε τον γιο μας, τον αδερφό μας, τον φίλο μας που υπηρετεί την πατρίδα και σε αυτό το κλίμα παρατίθενται ορισμένες σκέψεις για το ποιόν αυτής της υπηρέτησης. Η στρατιωτική θητεία για έναν ενήλικα άνδρα στη χώρα μας καθίσταται σε νομικό επίπεδο υποχρεωτική και σε κοινωνικό ίσως νοείται ως η στιγμή για την ουσιαστική ενηλικίωση και ωρίμανση των αντρών, κάτι που δεν είναι εξ ολοκλήρου αληθές, διότι ο στρατός διαμορφώνει συναρμοστικά με άλλους κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες τον χαρακτήρα κάθε ατόμου, σίγουρα, όμως, αποτελεί σημείο σταθμό για τον κάθε άνδρα. Ερχόμενοι τώρα στην ουσία του παρόντος κειμένου, σκοπός είναι η διήθηση τρόπου, με τον οποίο είναι διαμορφωμένη η στρατιωτική θητεία στην Ελλάδα, με προτάσεις για το πώς θα μπορούσε να βελτιωθεί ως θεσμός σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο.
Η υποχρεωτική εννιάμηνη για τον Στρατό Ξηράς ή η δωδεκάμηνη για το Πολεμικό Ναυτικό και την Πολεμική Αεροπορία κατάταξη στην Ελλάδα είναι εντελώς διαφορετική από ό,τι στο παρελθόν, ίσως ακόμη πιο απλή από το πώς την έζησαν οι πατέρες μας, διότι κατά βάση περιλαμβάνει την εκπαίδευση των στρατεύσιμων σε ένα πολύ περιορισμένο πεδίο περί των στρατιωτικών και για ένα βραχύ χρονικό διάστημα, αναλογιζόμενοι τη συνολική έκταση της θητείας. Με το πέρας αυτής ο καθένας απασχολείται στις καθημερινές εργασίες του στρατοπέδου, οι οποίες είναι κατά βάση «οικοκυρικού χαρακτήρα» και μετά τις μεσημεριανές ώρες του ανατίθεται η συμπλήρωση πόστων αναλόγως των αναγκών σε υπηρεσίες που έχουν ανάγκη τη στελέχωση 24 ώρες το 24ωρο.
Το προαναφερθέν συνεπάγεται ότι η καθημερινότητα ενός οπλίτη, ναύτη ή σμηνίτη αντίστοιχα, ορισμένες φορές καταλήγει σε ρουτίνα, χωρίς κάποιο ουσιαστικό ενδιαφέρον ή αγωνία για το τί καινούριο θα μπορούσε να αποβεί χρήσιμο σε περίπτωση πολέμου ή απόκτησης οποιασδήποτε δεξιότητας θα ήταν εκμεταλλεύσιμη και σε άλλες μορφές κρίσεων. Αντιθέτως, η πλειονότητα των στρατιωτών σκέφτεται το πώς θα ολοκληρώσουν γρηγορότερα τη θητεία τους, επιλέγοντας να υπηρετήσει στην παραμεθόριο για συντομότερο, ενισχύοντας, παράλληλα, τα σύνορα μας, ενώ άλλοι θεωρούν πως πρόκειται για ένα καταναγκαστικό και διόλου ευχάριστο διάλειμμα από τη ζωή τους που υποχρεούνται να καθυστερήσουν. Το προαναφερθέν δε σημαίνει ότι δε διακατέχονται από φιλοπατρία ή υπερηφάνεια που φοράνε το εθνόσημο, αλλά ενυπάρχει στο στράτευμα η νοοτροπία της φυγής για ένα έργο που απαιτεί μεγάλες αντοχές και πλέον κατάρτιση, λαμβάνοντας υπόψιν και την εξέλιξη της τεχνολογίας στον αμυντικό τομέα.
Ωστόσο, αυτό που πραγματικά θα πρέπει να ρυθμίσει η πολιτεία και συγκεκριμένα το ΥΠΕΘΑ είναι το πώς ο στρατός θα προσφέρει μια πραγματική, ουσιαστική και ενδιαφέρουσα εκπαίδευση στο προσωπικό του. Δηλαδή, η θητεία των εννέα ή δώδεκα μηνών να μειωθεί και να περιλαμβάνει τόση θητεία όσο είναι απαραίτητο, ώστε οι στρατιώτες να έχουν μια ολοκληρωμένη γνώση με εμπειρίες γύρω από τον οπλισμό, τα άρματα και κάθε πόστο που μπορεί είναι απαραίτητο σε μια επιχειρησιακή κατάσταση. Κατά συνέπεια, η σφαιρική εκπαίδευση όχι μόνο θα βοηθήσει τους οπλίτες, αλλά και τον ίδιο τον στρατό που θα έχει στη διάθεσή του έναν ικανό και πρόθυμο αριθμό εφέδρων να αντεπεξέλθουν σε καταστάσεις κινδύνου. Ακόμη, ένα σημαντικό θέμα που πρέπει να θιχτεί είναι η κατάσταση των υποδομών, όπου στα περισσότερα στρατόπεδα της Ελλάδος υπάρχουν προβλήματα λειτουργικά, όμως, σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι οι περισσότερες διοικήσεις των στρατοπέδων καταβάλλουν υπερπροσπάθειες για τη βελτιστοποίηση της καθημερινότητας του προσωπικού και της λειτουργικότητας των υποδομών, πράγμα που πρέπει να συνδυαστεί και με την κρατική αρωγή στο εν λόγω πεδίο.
Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι με το παρόν δεν αμφισβητείται η ετοιμότητα και η επινίκια ανταπόκριση της ελληνικής άμυνας, αλλά επισημαίνονται γνωμολογιακά και μόνο απόψεις που ίσως βοηθούσαν το στράτευμα να επιτύχει τον σκοπό του, ενισχύοντας τις ικανότητές του και την ετοιμότητά του μέσω των πολιτών που το υπηρετούν. Συνεπώς, ο στρατός διαμορφώνει το νέο, αλλά, παράλληλα, πρέπει να του δώσει και τις γνώσεις γύρω από το κάθε σώμα και όπλο, να του εξηγήσει, ως ειδήμων, τη χρησιμότητα ενός όπλου τεχνικά, αλλά και επιχειρησιακά, καταρτίζοντάς τον γύρω από γνωστικά πεδία, τα οποία όχι μόνο θα μπορούσαν να τον διευκολύνουν στον στρατευμένο βίο του, αλλά θα ήταν και χρήσιμα στην αγορά εργασίας στη ζωή του μετέπειτα ως πολίτης, και, κατ’ επέκταση, για την ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας εν γένει. Ο στρατός μπορεί να δώσει εφόδια, αρκεί να καταρτιστεί ένα πλάνο προσαρμοσμένο στις μέρες μας, εκσυγχρονίζοντας τις νοοτροπίες και τις τακτικές του παρελθόντος.