Του Μάριου Δόγκα,
Υπάρχουν βιβλία, που κατά την πορεία και ενώ η πλοκή εξελίσσεται, κερδίζουν την προσοχή του αναγνώστη και του δημιουργούν την επιθυμία να μάθει τη συνέχεια. Άλλα πάλι, καταφέρνουν να μαγνητίσουν το αναγνωστικό κοινό από τις πρώτες κιόλας σελίδες, μέσα από τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους και την πρωτότυπη ιδέα της σύλληψής τους. Σίγουρα, το βιβλίο του Ιωάννη Λαδάκη, Το Βιβλίο της Μεγάλης Ανοχής από τις Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή, ανήκει στη δεύτερη κατηγορία, καθώς ο στοχαστικός του χαρακτήρας και η λυρικότητα της σκέψης που ξεδιπλώνεται σπάνε ολοκληρωτικά τα συγγραφικά στεγανά του μυθιστορήματος και προσφέρουν μία νέα πρόταση στους συγγραφικούς κύκλους, γεγονός που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Αναφορικά με τον συγγραφέα, πρόκειται για έναν άνθρωπο που βρίσκεται στην εκκίνηση της συγγραφικής του πορείας, έχοντας ήδη, ωστόσο, να επιδείξει αξιόλογες συγγραφικές προσπάθειες και λογοτεχνικές διακρίσεις. Μετά το πέρας το σπουδών του στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του ΑΠΘ, επιχειρεί και κατορθώνει να συνδυάζει τη λογοτεχνική παραγωγή με την ακαδημαϊκή πορεία.
Το βιβλίο ακολουθεί τον ήρωα στην πορεία των σκέψεών του και στην προσπάθειά του να εισέλθει στον ανταγωνιστικό στίβο της ζωής. Σε όλη την έκταση του βιβλίου καθίσταται εμφανής η ιδεολογική και υπαρξιακή σύγκρουσή του με τον κόσμο που τον περιβάλει, έναν κόσμο που δομείται από ακραίες αντιθέσεις. Η αγωνία του να σπάσει τα δεσμά σταδιακά κορυφώνεται, με απώτερο σκοπό να καταλήξει σε μία λυτρωτική για τον ίδιο επανάσταση.
Το κείμενο δεν παρουσιάζει κάποια συνεκτική και γραμμική πλοκή, όπως συμβαίνει, συνήθως, στα μυθιστορήματα, αντιθέτως, πρόκειται στην ουσία για μία έκθεση στοχασμών και σκέψεων που εκτείνονται σε όλο το φάσμα του καθημερινού βίου και των εξελίξεων στο επίπεδο της πολιτικής και της κοινωνίας, με μία έντονη φιλοσοφική και αυτοστοχαστική χροιά. Ο συγγραφέας εκφράζει την υπαρξιακή αγωνία του ήρωα και καταδεικνύει την εσωτερική του διαπάλη. Τον παρακολουθούμε εγκλωβισμένο σε έναν κόσμο που δεν επέλεξε, να προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στις επιταγές ενός συστήματος και μιας κοσμοαντίληψης, από τη μία, και των δικών του εσωτερικών κατευθύνσεων που δεν ταιριάζουν με τις υφιστάμενες.
Όλοι οι πυλώνες της ζωής του ανθρώπου έχουν τη θέση τους στο βιβλίο και αναδεικνύεται ο ρόλος που διαδραματίζουν στη συντήρηση του υφιστάμενου συστήματος και στη διατήρηση του πλαισίου των αξιών, που συνθέτουν το γίγνεσθαι της κοινωνίας. Εργασία, κεφάλαιο, φίλοι, μέσα μαζικής ενημέρωσης, οικογένεια, έρωτας, πολιτική και, φυσικά, πολιτικοί, θεσμοί, τράπεζες και ανθρώπινες σχέσεις συνθέτουν το πλέγμα μέσα στο οποίο διέρχεται ο ήρωας και μέσα στο οποίο ασφυκτιεί. Πρόκειται για έναν κόσμο πλήρως αποξενωμένο από τις ανθρώπινες αξίες που επιθυμούμε να δομούν τις ανθρώπινες κοινωνίες και στον οποίο πρωταγωνιστικό ρόλο κατέχει ένας σκληρός κυνισμός.
Στην πραγματικότητα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα στάδιο της δυστοπίας, στην οποία κινδυνεύει να εισέλθει η ανθρωπότητα εξαιτίας ακριβώς αυτής της απώλειας του συστατικού της θεμελίου, δηλαδή της ανθρωπινότητάς της. Το βιβλίο δεν έχει, άλλωστε, χωρικό και χρονικό προσδιορισμό, ενώ, παράλληλα, τα πρόσωπα παραμένουν ανώνυμα, κάτω από το προσωπείο της ιδιότητάς τους. Μ’ αυτόν τον τρόπο, διατηρείται ένας διαχρονικός και υπερτοπικός χαρακτήρας που μπορεί να σκιαγραφήσει όλες τις κοινωνίες του παρόντος, αλλά, γιατί όχι, και του μέλλοντος. Στη θέση του πρωταγωνιστή, επομένως, θα μπορούσε να βρίσκεται οποιοσδήποτε αναγνώστης συμμερίζεται τις υπαρξιακές του ανησυχίες και νιώθει το ίδιο εγκλωβισμένος σε μία κοινωνική πραγματικότητα, που δεν του επιτρέπει την αυτοπραγμάτωση.
Προχωρώντας σε ένα γλωσσικό σχόλιο, το βιβλίο παρουσιάζει έναν πρωτότυπο και λυρικό γλωσσικό χαρακτήρα, που διευκολύνει τον συγγραφέα να ξεδιπλώσει τους στοχασμούς του. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι ιδιαίτερα λογοτεχνική, σχεδόν ποιητική και, έτσι, προσδίδει μία ρυθμικότητα στο κείμενο, παρότι πρόκειται για πεζογραφία. Τα συχνά σχήματα λόγου που συναντώνται, απαλύνουν τη βαρύτητα των πυκνών στοχασμών και δημιουργούν την κατάλληλη αρμονία.
Συνοψίζοντας, πρόκειται για ένα ενδιαφέρον εγχείρημα ενός νέου συγγραφέα, που αναμφίβολα αξίζει μία ευκαιρία, καθώς έχει να καταθέσει μία νέα πρόταση στην προσέγγιση του μυθιστορήματος, που επιχειρεί να θέσει σημαντικά ερωτήματα, που χρίζουν απαντήσεων και αναστοχασμού.