14.9 C
Athens
Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμός«Λαοκόων»: Ένα αριστουργηματικό μαρμάρινο σύμπλεγμα για τον φόβο της επιθανάτιας αγωνίας

«Λαοκόων»: Ένα αριστουργηματικό μαρμάρινο σύμπλεγμα για τον φόβο της επιθανάτιας αγωνίας


Της Ισιδώρας Ανδρέου,

Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, όπως ξεκινάει ο κόσμος. Από την αρχή. «Εν αρχή ήν το χάος» και «Χάος=τίποτα, δηλαδή, τα πάντα». Άπαξ, ήτοι «μια φορά γεννηθήκαμε άνθρωποι, δύο φορές, όμως, δεν είναι δυνατό να γίνουμε». Την Ιστορία, κατ’ εμέ, τη λένε πολλά πράγματα, μιας και η Ιστορία είναι Τέχνη και η Τέχνη είναι παντού. Την τέχνη τη βλέπεις, την ακούς, τη φτιάχνεις και υπάρχει. Η Τέχνη είναι και ένα άγαλμα. Όπως το παραπάνω, ο «Λαοκόων». Έγινε άγαλμα, για να μάς θυμίζει. Θυσιάστηκε, ώστε εμείς οι υπόλοιποι, να ζήσουμε. Το γεγονός αυτό το είδε κάποιος, ήτοι ο γλύπτης και το αποτύπωσε σε μάρμαρο. Και κάπως έτσι, μαγικά, έγινε το άγαλμα. Φυσικά, η αλήθεια είναι πως μόνο μαγικά δεν έγινε το άγαλμα.

Πηγή Εικόνας: paspartou.gr/Φωτογραφία: Νίκος Πράσσος

Ξετυλίγοντας τον μύθο γύρω από το άγαλμα

Ο Λαοκόων υπήρξε πρόσωπο της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, γιος του Κάπη ή του Αντήνορα ή του Πριάμου ή του Ακοίτη, καθώς και ένας από τους Τρώες ιερείς του Θυμβραίου Απόλλωνα. Έπαιξε μικρό μα καταλυτικό ρόλο στον Τρωικό πόλεμο, προειδοποιώντας τους συμπολίτες του για τις προθέσεις των Αχαιών, προσπαθώντας να αποτρέψει την είσοδο του Δούρειου Ίππου μέσα στην Τροία. Παρόλο που κατέφυγε σε πρακτικές μεθόδους απόδειξης της πεποίθησής του, πετώντας ένα δόρυ στην πλευρά του αλόγου, θέλοντας έτσι να αποδείξει πως το κέλυφός του είναι άδειο άρα και επικίνδυνο, οι Τρώες αποδοκίμασαν τις προσπάθειές του. Στην Αινειάδα, ο Βιργίλιος τοποθετεί στο στόμα του Λαοκόοντα τα λόγια που ειπώθηκαν στην Κάθοδο των Δωριέων, ο οποίος είπε:“Timeo Danaos et dona ferentes”, που σημαίνει: «Φοβοῦ τοὺς Δαναοὺς καὶ δῶρα φέροντας», λόγια γνωστά μέχρι και σήμερα. Οι Τρώες από την πλευρά τους, αγνοώντας τον ιερέα τους, δέχτηκαν το άλογο και το έβαλαν μέσα στην πόλη. Ο Λαοκόων είχε νωρίτερα διαπράξει ιεροσυλία, αφού είχε έρθει σε σωματική επαφή με τη σύζυγό του, Αντιόπη, μπροστά στο είδωλο του Θεού του μέσα στο ιερό του ναού, πράγμα το οποίο εκείνος δε γνώριζε πως οι συμπολίτες του αγνοούν.

Με αφορμή την πεποίθηση ότι οι Αχαιοί είχαν αποπλεύσει για τις πατρίδες τους, παραιτούμενοι από τον πόλεμο, κάλεσαν τον Λαοκόοντα να τελέσει θυσία στον Θεό Ποσειδώνα, ώστε οι θύελλες και τα κύματα να καταστρέψουν τα πλοία των Αχαιών. Σύμφωνα με τον μύθο, την ώρα που ο Λαοκόων θυσίαζε έναν μεγάλο ταύρο στον Ποσειδώνα, δύο πελώρια φίδια πετάχτηκαν από τη θάλασσα, τυλίγοντας μέχρι θανάτου τους γιους του και τον ίδιο, πεθαίνοντας μαρτυρικά από ασφυξία. Στη συνέχεια, τα φίδια μπήκαν στον ναό της ακρόπολης της Τροίας και κουλουριάστηκαν στα πόδια του αγάλματος της Αθηνάς. Η παράδοση μνημονεύει ακόμα και τα ονόματά τους: λέγονταν Όρκη (ή Πόρκη) και Χαρίβοια και είχαν έρθει στην Τροία κολυμπώντας από τις Καλύδνες νήσους, το νησιώτικο σύμπλεγμα της Καλύμνου, της Νισύρου, της Κάρπαθου, της Κάσου και της Κως. Οι Τρώες θεώρησαν τον θάνατο του Λαοκόοντα θεία τιμωρία λόγω της ασέβειάς του να μη δεχτούν το άγαλμα της θεάς Αθηνάς μέσα στην πόλη, αλλά και λόγω του χτυπήματος του αγάλματος με το ακόντιό του.

Ο Λαοκόων, λοιπόν, και οι υιοί του, πεθαίνουν άδικα, παρόλο που δεν τους αξίζει και ο φόβος της επιθανάτιας αγωνίας τους αποδίδεται σε συνάρτηση με το κάλλος και την αισθητική του μαρμάρινου συμπλέγματος. Η ιστορία του Λαοκόοντα δεν υπάρχει στον Όμηρο, αλλά αποτέλεσε θέμα χαμένης τραγωδίας του Σοφοκλή και αναφέρεται και από άλλους συγγραφείς, όπως ο Γάιος Πλίνιος Σεκούνδος. Υπήρξε πηγή έμπνευσης τριών Ρόδιων γλυπτών, του Αγήσανδρου, του Πολύδωρου και του Αθηνόδωρου και όχι μόνο. Βρέθηκε κοντά στη θέση που περιέγραψε ο Πλίνιος και χρονολογείται στον ύστερο 1ο αι. π.Χ. (1506), έχει ύψος 1,84 μέτρα και προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στους διανοούμενους και καλλιτέχνες της Αναγέννησης. Κατά την ανεύρεσή του, μάλιστα, ήταν παρών και ο Μιχαήλ Άγγελος, ενώ το εν λόγω αριστουργηματικό μαμάρινο αυτό σύμπλεγμα θεωρείται μέχρι και τα χρόνια του Winckelmann το ύψιστο αριστούργημα ελληνικής τέχνης, στο οποίο η αισθητική εντείνεται από το πάθος της επιθανάτιας αγωνίας.

Πηγή Εικόνας: paspartou.gr/Φωτογραφία: Νίκος Πράσσος

Η κινησιολογία καθώς και οι γλαφυρές αποτυπώσεις του γλύπτη, σε συνδυασμό με την παραστατικότητα των μορφών, δίνουν την εντύπωση στον θεατή πως οι τρεις μαρμάρινες μορφές βιώνουν αληθινά την οδύνη του στραγγαλισμού. Η στιγμή «παγώνει» στον χρόνο από το χέρι του γλύπτη, ο οποίος αναπαριστά στο κέντρο τον τραγικό πατέρα Λαοκόοντα, που παλεύει αβοήθητος να σώσει τους γιους του και εκατέρωθεν τα δύο παιδιά που πασχίζουν να ξεφύγουν από τα φοβερά φίδια. Τόσο οι βόστρυχοι (μπούκλες) όσο και η γενειάδα του Λαοκόοντα και των υιών αποδίδονται με πλαστικότητα, ενώ οι κινήσεις των μορφών αποδίδονται με ακραίο ρεαλισμό. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου και οι εκφράσεις εντείνουν την τραγικότητα της στιγμής και προκαλούν το αίσθημα του οίκτου στον παρατηρητή. Η κινησιολογία, σε συνάρτηση με την παραστατικότητα, συγκινούν ακόμη και τους πιο αυστηρούς θεατές, αφού πρόκειται για το κύκνειο άσμα ενός πατέρα που προσπάθησε να σώσει τόσο την πατρίδα του και τους γιούς του όσο και τον ίδιο του τον εαυτό, πεθαίνει, όμως, αδικημένος και ανυπεράσπιστος. Η τραγικότητα και η οδύνη του επιθανάτιου ρόγχου αποτυπώνονται με γλαφυρό τρόπο στο «μαρμάρινο τοπίο», το οποίο μας αφηγείται την ιστορία του Λαοκόοντα, ίσως του μοναδικού Τρώα που κατάλαβε τον δόλο του Οδυσσέα και, παρόλο που κανένας δεν τον πίστεψε, εκείνος έγινε άγαλμα, ώστε να τον δούμε όλοι.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Πλάντζος, Δ., Ελληνική Τέχνη και Αρχαιολογία 1200-30 π.Χ., Εκδόσεις ΚΑΠΟΝ, 2016.
  • To Σύμπλεγμα του Λαοκόοντος: Aπό την αρχαιότητα ως σήμερα, paspartou.gr, διαθέσιμο εδώ.
  • Πώς και γιατί το περίφημο άγαλμα του Λαοκόοντος είχε λάθος χέρι για τέσσερις αιώνες!, newsbeast.gr, διαθέσιμο εδώ.
  • Λαοκόων, greek-language.gr, διαθέσιμο εδώ.

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ισιδώρα Ανδρέου
Ισιδώρα Ανδρέου
Έχει αποφοιτήσει πρόσφατα από το Ιστορικό Αρχαιολογικό του Βόλου. Είναι 25 ετών και κατάγεται από τη Λάρισα. Το όνειρό της είναι να κάνει με τα λόγια της τ' αγάλματα να μιλήσουν. Και μιας και τα αγάλματα μιλούν - μα είναι αγάλματα -, είναι εδώ ωσάν μεταφραστής των, προκειμένου ν´ακούσουν όσοι έως τώρα μόνο τα κοιτούν.