Της Νάσιας Τριάντη,
Οι πολιτικές αναταραχές που συνδέονται συνήθως με συγκρούσεις ανάμεσα στην εκάστοτε πολιτική εξουσία και τις αντίπαλες, συνήθως ένοπλες, ομάδες, είναι ένα αρκετά συχνό φαινόμενο για ορισμένα κράτη της Αφρικής και μια τέτοια περίπτωση είναι και το Τσαντ. Οι συγκρούσεις αυτές υπήρξαν φοβερά επιζήμιες για το αίσθημα ασφάλειας του λαού, ενώ δεν ήταν λίγοι αυτοί που έχασαν, κατά τα χρόνια των αλλεπάλληλων συγκρούσεων, τη ζωή τους. Σήμερα, αποφασίστηκε να ξεκινήσει η προσέγγιση των αντίπαλων παρατάξεων με την έναρξη ειρηνευτικών συζητήσεων στο Κατάρ.
Σε μια προσπάθεια κατανόησης των όσων οδήγησαν σε αυτήν την πρωτοβουλία, πρέπει να ανατρέξουμε στη διαμόρφωση της πολιτικής κατάστασης τα τελευταία χρόνια, στα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν στις εξελίξεις, καθώς και στους πιο καθοριστικούς για τη διαμόρφωση της πολιτικής κατάστασης παράγοντες. Το Τσαντ είναι μια περίκλειστη χώρα, χωρίς δηλαδή πρόσβαση στη θάλασσα, πράγμα που δημιουργεί ζητήματα στον τομέα του εμπορίου και της εγχώριας οικονομίας, όπως είναι λογικό. Ως πρώην αποικία της Γαλλίας, οι δεσμοί με την τελευταία, παρότι όχι τόσο στενοί όσο ήταν κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας, διατηρούνται, ενώ δεν λείπει η ανάμειξή της στα εσωτερικά ζητήματα, πράγμα που αποτελεί πολλές φορές αντικείμενο έντονης κριτικής. Όσον αφορά το πολιτικό καθεστώς της χώρας, κεντρικό πρόσωπο, το οποίο μάλιστα συγκεντρώνει και στα χέρια του σχεδόν το σύνολο της εξουσίας, είναι ο Πρόεδρος. Ο Πρόεδρος, ο οποίος εκλέγεται δημοκρατικά από τον λαό για πενταετή θητεία, ορίζει τον Πρωθυπουργό και το Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά και τα σημαντικότερα πρόσωπα της δικαστικής εξουσίας. Το 2005, καταργήθηκε το όριο στη θητεία του Προέδρου με αποτέλεσμα, όπως είναι λογικό, πολυετείς θητείες, ένα φαινόμενο που ούτε δημοκρατικό μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε πολιτικά υγιές, αν κρίνουμε από επί μέρους παραδείγματα τέτοιων κυβερνήσεων στην ιστορία.
Αυτή είναι και η περίπτωση του τελευταίου Προέδρου της χώρας, Idriss Deby Itno, ο οποίος Προέδρευσε από το 1990 μέχρι τον πρόσφατο θάνατό του κατά τη διάρκεια εμπλοκής με αντιστασιακές ομάδες. Η θητεία του διήρκησε 30 χρόνια! Από το 1992, οπότε επιτράπηκε συνταγματικά για πρώτη φορά η σύσταση αντίπαλων της καθεστώσας πολιτικής εξουσίας παρατάξεων, ξεκίνησαν οι συγκρούσεις με αυτές τις ομάδες, οι οποίες έκτοτε δεν σταμάτησαν ποτέ. Οι εν λόγω ομάδες είναι κατά κανόνα ένοπλες, καθιστώντας τη συμπλοκή μαζί τους ιδιαίτερα επικίνδυνη αλλά και την ύπαρξη και δραστηριοποίησή τους ιδιαίτερα αισθητή. Αν οι ομάδες αυτές δεν είχαν τη δύναμη που έχουν δεν θα έκαναν καμία αίσθηση και ουσιαστικά θα χανόταν ο «αντίλογος» στις πράξεις και τακτικές της κυβέρνησης. Δεδομένου μάλιστα ότι ο πολυκομματισμός, συστατικό στοιχείο κάθε δημοκρατίας, εξέλιπε μέχρι το 1992, οι ομάδες αυτές αποτέλεσαν μάλλον μια αντιδραστική ενέργεια στην παραπάνω πρακτική, παίζοντας ακριβώς τον ρόλο της «αντιπολίτευσης» που σε μια ευνομούμενη πολιτεία βέβαια δεν λαμβάνει τη μορφή αυτή. Παρά τις μεταξύ τους διαφορές όλες αυτές οι ομάδες είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό: την εναντίωσή τους στο πολιτικό καθεστώς του Idris Deby Itno και την εκδίωξή του από την εξουσία. Η πρακτική τους συνίσταντο σε ποικίλες συμπλοκές με τον εθνικό στρατό, ενώ στις 13 Ιουλίου του 2006 πραγματοποίησαν εισβολή στην πρωτεύουσα, η οποία δεν επέφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η πιο πρόσφατη εν ενεργεία τέτοια ομάδα είναι η UFR (Union of Resistance Forces).
Οι συγκρούσεις των ομάδων με την κυβέρνηση ταλανίζουν τον λαό και δρουν επιβαρυντικά προς την ήδη υπάρχουσα άσχημη κατάσταση, με μια παρακμάζουσα οικονομία και τις υγειονομικές κρίσεις να επικρατούν. Οι εντάσεις, όμως, έφτασαν στο απόγειό τους μετά τον θάνατο του τελευταίου Προέδρου και την ανάληψη της εξουσίας από την ομάδα TMC (Transitional Military Council) με επικεφαλής τον υιό του, Mahamat Idriss Deby Itno, ο οποίος δήλωσε ότι θα διεξάγει εκλογές και θα προβεί σε ουσιαστικές συνταγματικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, κανένα από τα δύο εγχειρήματα δεν έχει προχωρήσει. Η εναλλαγή αυτή στην πολιτική σκηνή, βρήκε σύμφωνη την πρώην αποικιοκρατική δύναμη, η οποία δήλωσε επίσημα την υποστήριξή της προς τη νέα κυβέρνηση, εντείνοντας τις κατηγορίες εκ μέρους των αντιστασιακών περί εξυπηρέτησης από τη νέα κυβέρνηση γαλλικών συμφερόντων. Από την άλλη, οι αντίπαλες ομάδες ταύτισαν την ανάληψη της εξουσίας από την TMC με στρατιωτικό πραξικόπημα, καταδικάζοντας την εν λόγω ενέργεια και τη νομιμότητά της και εκφράζοντας την αντίθεσή τους εμπράκτως με διαμαρτυρίες.
Αυτά ήταν τα γεγονότα που οδήγησαν στην πρωτοβουλία διενέργειας ειρηνευτικών συζητήσεων μεταξύ των αντίθετων μερών. Η μια πλευρά, αυτή του επικεφαλής της TMC, εκφράζει πως οι συζητήσεις αυτές θα θέσουν τις κατάλληλες βάσεις για τη διενέργεια εκλογών και τη συνταγματική μεταρρύθμιση. Στον αντίποδα, οι αντίπαλες ομάδες θέτουν ως προϋποθέσεις για «να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι» με τον επικεφαλής της πολιτικής εξουσίας, την καθιέρωση γενικής αμνηστίας, εξασφαλίζοντας τη θέση τους, καθώς και την απελευθέρωση όσων έχουν φυλακιστεί με αφορμή τις προηγούμενες συγκρούσεις τους με τις κρατικές δυνάμεις. Πάντως, η προθυμία συζήτησης είναι σίγουρα το πρώτο βήμα προς την προσέγγιση των δύο πλευρών και μια θετική ένδειξη για επίλυση των μεταξύ τους διαφορών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Chad military gov’t, opposition groups hold peace talks in Qatar, Aljazeera, διαθέσιμο εδώ
- Chad’s military names new government but opposition still unimpressed, Reuters, διαθέσιμο εδώ