Της Ελένης Καραμπίνη,
Μισό αιώνα πριν, το 1972, ο Αμερικανός Πρόεδρος Richard Nixon έκανε μία ιστορική επίσκεψη στο Πεκίνο, σηματοδοτώντας τη χάραξη των στενών σχέσεων των Η.Π.Α. και της Κίνας με κοινό αντίπαλο την υπερδύναμη της Σοβιετικής Ένωσης. Πενήντα χρόνια αργότερα, τα πράγματα άλλαξαν και οι σχέσεις των τριών μεγάλων δυνάμεων φαίνεται να επανακαθορίζονται, καθώς, ως γνωστόν, η διεθνής πολιτική δεν επισφραγίζει ποτέ μία παντοτινή συμμαχία αλλά μία διαρκή αλλαγή των υφισταμένων που συνεχώς προσδιορίζουν και επαναπροσδιορίζουν τις διακρατικές σχέσεις.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αποτελεί γεγονός που θα επιφέρει ιστορικές αλλαγές μεταξύ των σχέσεων Ανατολής και Δύσης. Εν προκειμένω, η Κίνα και η Ρωσία, με τις κυβερνήσεις τους να ηγούνται αυταρχικά καθεστώτα, φαίνεται να έχουν έρθει όλο και πιο κοντά, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στη στάση της Κίνας απέναντι στην ουκρανική κρίση. Χαρακτηριστική αποτελεί η ουδετερότητά της απέναντι στο γεγονός, τη στιγμή που κράτη ανέκαθεν ουδέτερα, όπως η Ελβετία και η Σουηδία, αποφάσισαν να σφίξουν τον κλοιό γύρω από την επιβολή κυρώσεων από τη Δύση στη Ρωσία. Εξάλλου, η αντίδραση των κρατών απέναντι στη ρωσική εισβολή, κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας, μαρτυρά το είδος των σχέσεων που επιθυμούν ή αποσκοπούν στο να διατηρήσουν με τη Ρωσική Ομοσπονδία.
Η αποχή της Κίνας από το αίτημα του Συμβουλίου Ασφαλείας να σταματήσει η Ρωσία την επίθεσή της εναντίον της Ουκρανίας αφήνει πολλά περιθώρια ερμηνείας γύρω από τις προσπάθειές της να διατηρήσει τον δεσμό της με τη Ρωσία, σε βαθμό που κάτι τέτοιο ενδεχομένως να προοικονομεί και τον μελλοντικό ανταγωνισμό των αυταρχικών καθεστώτων με τις δυτικές δημοκρατίες.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει διχάσει την Κίνα, η οποία διστάζει να εκφράσει δημοσίως τη θέση της και μπορεί κανείς να ερμηνεύσει τη στάση της κυρίως μέσα από τις πράξεις της. Προς το παρόν, έχει αποφύγει να καταγγείλει τις ενέργειες της Ρωσίας και να χρησιμοποιήσει τον όρο «εισβολή», ενώ έχει επανειλημμένα κατηγορήσει τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ στις χώρες που κάποτε τελούσαν υπό τη σοβιετική κυριαρχία. Ενώ η ίδια προσπαθεί να αυτοπροβληθεί ουδέτερη και προασπιστής του διαλόγου, εμμέσως πλην σαφώς τονίζει την υπονόμευση της ρωσικής ασφάλειας με τη συνεχώς επεκτεινόμενη νατοϊκή επιρροή στην ευρωπαϊκή επικράτεια και στη γειτονιά της Ρωσίας.
Αξίζει να σημειωθεί πως η κινεζική και ρωσική οικονομία δεν είναι τόσο αλληλεξαρτώμενες όσο συμπληρωματικές: η Κίνα είναι μία επιχειρηματική δύναμη η οποία χρειάζεται τους απαραίτητους πόρους ενέργειας, τους οποίους προμηθεύει από τη Ρωσία, ενώ η τελευταία αποτελεί πεδίο επενδύσεων από την Κίνα, καλλιεργώντας μεταξύ τους win-win οικονομικές σχέσεις. Η σιωπηρή μη αποδοκιμασία των ενεργειών της Ρωσίας και ο μη ξεκάθαρος προσανατολισμός της όσον αφορά τις τρέχουσες εξελίξεις πιθανότατα χτίζει σταδιακά τις μελλοντικές σινορωσικές σχέσεις σε βάρος των σχέσεών της με τον δημοκρατικό κόσμο της Ευρώπης, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ιαπωνίας.
Βέβαια, ο πόλεμος δεν αποτελεί ιδανική εξέλιξη και για την ίδια την Κίνα, η οποία φοβάται πως το γεγονός αυτό ίσως παρουσιάσει ολέθριες συνέπειες για το σχέδιο του Belt and Road Initiative. Ξεκαθαρίζει επίσης ότι η κρατική κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα πρέπει οπωσδήποτε να γίνονται σεβαστές και κάλεσε σε συνομιλίες προκειμένου να αποφευχθεί η σύγκρουση, αποφεύγοντας βέβαια πάντα οποιοδήποτε σχόλιο επίκρισης του πολέμου και της εισβολής, παρά το γεγονός ότι έρχεται σε αντίθεση με τη ρητορική αυτή. Και αν κανείς έφερνε το παράδειγμα των επεκτατικών βλέψεων της Κίνας στην Ταϊβάν, η διαφορά βρίσκεται στο γεγονός ότι η Κίνα θεωρεί την Ουκρανία ανεξάρτητο κράτος σε σχέση με την Ταϊβάν, την οποία θεωρεί κινεζικό έδαφος. Στο σημείο αυτό, πρέπει να αναφερθεί ότι μετά την συνάντηση του Ρώσου Προέδρου Putin και του Κινέζου Προέδρου Xi Jinping, έγινε ξεκάθαρο ότι «η φιλία μεταξύ των δύο κρατών δεν έχει όρια και ότι δεν υπάρχουν ‘απαγορευμένοι τομείς συνεργασίας».
Η επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία, από την άλλη, αφήνει πολλά ερωτηματικά για το μέγεθος των επιπτώσεων που θα παρουσιαστεί στην οικονομία της χώρας. Σίγουρα, υπήρξαν ήδη απτές συνέπειες για την οικονομία της, ωστόσο η εναλλακτική λύση για τη διενέργεια εξαγωγών ενέργειας και φυσικού αερίου φαίνεται να είναι η Κίνα. Ένα τέτοιο εγχείρημα βέβαια θα ήταν αρκετά κοστοβόρο και η υλοποίησή του θα απαιτούσε χρόνο, ο οποίος κρίνεται πολύτιμος για την αναπλήρωση του κενού που αρχίζει σταδιακά να δημιουργείται στη ρωσική οικονομία. Πάντως, το μέλλον της κινεζικής επιρροής στη Δύση θα κριθεί από τη στάση της χώρας (όπως η ενδεχόμενη αναγνώριση μίας φιλικής για τη Ρωσία κυβέρνησης στην Ουκρανία και η χρήση του βέτο).
Φαίνεται πως ο ανταγωνισμός των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας, ύστερα από τα τρέχοντα γεγονότα, λαμβάνει διαφορετικές διαστάσεις. Το σενάριο που για πολλούς φαντάζει πιθανό είναι η Ρωσία να πέσει στην αγκάλη της Κίνας και η ηγεσία του Joe Biden να επιδιώξει μία πιο ενισχυμένη συνεργασία με τα κράτη της Ευρώπης. Σύμφωνα με την κινεζική ρητορική, η επιθυμία της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ εδράζεται στη λογική της επέκτασης της συνεργασίας των Η.Π.Α. με τα ευρωπαϊκά κράτη, προσπαθώντας να εξαλείψει τον κίνδυνο της κινεζικής επιρροής επί των τελευταίων. Πράγματι, αν η Ευρώπη οδηγηθεί, εν τέλει, στην επίταση των σχέσεών της με τις Η.Π.Α., μέσα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, είναι πιθανή και η ακόμα μεγαλύτερη διεύρυνση των φιλικών σχέσεων της Ρωσίας με την Κίνα. Πιθανότατα, η αποκατάσταση της εικόνας και του Πεκίνου στην Ευρώπη θα μπορούσε να αποτελέσει το ενδεχόμενο της ανάληψης του ρόλου του «από μηχανής θεός» για την λήξη του πολέμου, ένα τέτοιο σενάριο όμως φαντάζει μακρινό. Κοιτάζοντας όμως κανείς αντικειμενικά το παρόν, θα μπορούσε να συμπεράνει πως οι σχέσεις Ρωσίας και Κίνας έρχονται σιωπηρά πιο κοντά από ποτέ.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η στάση της Κίνας στον πόλεμο στην Ουκρανία θα καθορίσει την σχέση της με την Ρωσία, Huffpost Greece, διαθέσιμο εδώ
- The Russia-Ukraine War Will Further Fray China-Europe Relations, The Diplomat, διαθέσιμο εδώ
- Why China Is Struggling to Deal with Russia’s War in Ukraine, Council on Foreign Relations, διαθέσιμο εδώ
- China and Russia’s Friendship in Ukraine Is Without Benefits, Foreign Policy, διαθέσιμο εδώ