Της Δήμητρας Κουρούπη,
Δώδεκα ημέρες μετά την αποτρόπαια ρωσική εισβολή, στις 24 Φεβρουαρίου 2022, περισσότεροι από 2 εκατομμύρια Ουκρανοί είχαν φύγει από την Ουκρανία, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR). Τα νέα δεδομένα αποτέλεσαν μία βίαιη ώθηση προς το ενωσιακό καθεστώς για τους πρόσφυγες, και ιδίως αυτό της προσωρινής προστασίας, το οποίο κρίνεται σκόπιμο να εξεταστεί.
Το διεθνές συμβατικό καθεστώς ρύθμισης του συστήματος παροχής ασύλου είναι, σε πρώτο στάδιο, η Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967, τα οποία ρητώς αναφέρονται στο άρθρο 78 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα οποία, μάλιστα, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αναγορεύσει σε «ακρογωνιαίους λίθους» της πολιτικής ασύλου της Ένωσης. Με τη δε συνθήκη της Λισαβόνας του 2009, η πολιτική ασύλου εντάχθηκε στο ενωσιακό ρυθμιστικό πεδίο. Συγκεκριμένο έρεισμα της νομοθετικής αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα του ασύλου αποτελεί το άρθρο 4 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο, συγκεκριμένα, κατατάσσει τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στις συντρέχουσες αρμοδιότητες της Ένωσης. Το εν λόγω ενωσιακό σύστημα ασύλου διέπουν θεμελιώδεις αρχές, μία εκ των οποίων είναι η διεθνοδικαιϊκής απόρροιας αρχή της μη επαναπροώθησης (non-refoulement), η οποία απαγορεύει στα κράτη μέλη να απελαύνουν έναν πρόσφυγα σε κράτος όπου αυτός κινδυνεύει να διωχθεί λόγω θρησκευτικών, φυλετικών ή σεξουαλικών ιδιοτήτων. Μία άλλη αρχή είναι η απαγόρευση του asylum shopping, της επιλογής, δηλαδή, κράτους αίτησης ασύλου εκ μέρους των αιτούντων, ενώ το σύστημα διατρέχει η αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών, απορρέουσα από το άρθρο 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ένωση.
Σε επίπεδο ενωσιακών κειμένων, η πολιτική ασύλου της Ένωσης ανάγεται, πλέον, στον Κανονισμό 604/2013, γνωστό και ως «Δουβλίνο ΙΙΙ», ο οποίος καθορίζει ποιο από τα κράτη μέλη της Ένωσης είναι το «υπεύθυνο κράτος» προς εξέταση της εκάστοτε αίτησης ασύλου. Ειδικότερα, ο Κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ επικαλείται, ως κριτήρια καθορισμού του «υπεύθυνου κράτους», τους οικογενειακούς δεσμούς, την τυχόν πρόσφατη κατοχή θεώρησης εισόδου (visa) ή άδειας διαμονής σε κράτος μέλος, καθώς και την νόμιμη ή μη είσοδο του αιτούντος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εντούτοις, παρά τον ενδεχόμενο καθορισμό του υπεύθυνου κράτους από τον Κανονισμό, μπορεί ένα κράτος να θεωρήσει εαυτό υπεύθυνο και να εξετάσει την αίτηση ασύλου του αιτούντος, ενεργοποιώντας τη ρήτρα κυριαρχίας, σύμφωνα με την οποία ένα κράτος μπορεί να εξετάσει μία αίτηση ασύλου ασκώντας, κατά διακριτική ευχέρεια, την κυριαρχία του και επιφέροντας την ad hoc αναστολή του Κανονισμού. Κατ’ άλλη περίπτωση, ο Κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ αναγνωρίζει την, υπό το καθεστώς του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ, «ανθρωπιστική ρήτρα» ως δικαίωμα επανένωσης μελών μίας οικογένειας που διαμένουν νομίμως σε άλλο κράτος.
Ωστόσο, το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου (EUAA) διαφοροποιείται, όσον αφορά το λεγόμενο «καθεστώς προσωρινής προστασίας». Πρόκειται για ένα μέτρο έκτακτου χαρακτήρα σε περιπτώσεις μαζικής εισροής ατόμων, προς τον σκοπό της εξασφάλισης άμεσης προσωρινής προστασίας, δοθέντος ότι το καθεστώς παροχής ασύλου ενδέχεται να μην μπορεί να αντιμετωπίσει τη μαζικότητα εισροών αποτελεσματικά. Το καθεστώς προσωρινής προστασίας ρυθμίζεται νομοθετικά με την Οδηγία 2001/55/ΕΚ του Συμβουλίου, η οποία και καθορίζει τις ελάχιστες προδιαγραφές ενεργοποίησης της ως άνω προσωρινής προστασίας, η οποία ανέρχεται σε ένα έτος με δυνατότητα παράτασης. Η Οδηγία έχει ενσωματωθεί στην ελληνική έννομη τάξη, με το προεδρικό διάταγμα 80/2006· δυνάμει αυτού και η Ελλάδα δεσμεύεται από την ενεργοποίηση του καθεστώτος προσωρινής προστασίας, το οποίο και εφάρμοσε ως προς τους εκ της Ουκρανίας εκτοπισθέντες με απόφασή του ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου.
Στο δε άρθρο 5 της Οδηγίας, ανατίθεται στο Συμβούλιο η απόφαση περί ύπαρξης μαζικής εισροής εκτοπισθέντων, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής. Οι διατυπώσεις αυτές επιβεβαιώνονται με μία αναδρομή στην πρόσφατη απόφαση της 4ης Μαρτίου του Συμβουλίου, για την εφαρμογή του καθεστώτος προσωρινής προστασίας για τους πρόσφυγες της Ουκρανίας εξαιτίας της ρωσικής εισβολής, προηγηθείσας σχετικής πρότασης της Κομισιόν στις 2 Μαρτίου, καθώς και στον χαιρετισμό της εν λόγω απόφασης από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, κατά την πρόβλεψη του άρθρου 3 της Οδηγίας. Τα βαρύνοντα ανθρωπιστικά σημαινόμενα της απόφασης δεν αναιρούν και την πρακτική συνέπεια της αποτροπής αξιολόγησης κάθε περίπτωσης ατομικά, πράγμα που θα ήταν αδύνατο, δεδομένου του τεράστιου αριθμού των εκτοπισθέντων από την Ουκρανία. Παράλληλα με την παροχή άμεσης προστασίας, οι πρόσφυγες αποκτούν, έτσι, δικαίωμα διαμονής, πρόσβασης στην αγορά εργασίας, στέγης, ιατρικής αρωγής και εκπαίδευσης, όσον αφορά ιδίως τους ανηλίκους, σύμφωνα και με τα ειδικώς ορίζομενα στην εκάστοτε απόφαση του Συμβουλίου.
Αξίζει, επίσης, να επισημανθεί ότι στις 19 Ιανουαρίου του 2022 ο «Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο» (EUAA) διαδέχθηκε την «Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο» κατά μετατροπή, αναλαμβάνοντας αρμοδιότητες για την τεχνική και επιχειρησιακή στήριξη των κρατών μελών, ως προς την εφαρμογή των ενωσιακών πολιτικών για το άσυλο και την εξέταση αιτήσεων, προς την κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού τους.
Τα παραπάνω, όπως κάθε γνωστική εμβάθυνση, επιτρέπουν την πιο εμπεριστατωμένη θεώρηση του πλαισίου υποδοχής των Ουκρανών συνανθρώπων μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και συνακόλουθα την Ελλάδα, αν και η αλήθεια είναι ότι, όταν ο Θουκυδίδης αποκαλούσε τον πόλεμο «βίαιο διδάσκαλο» δεν είχε ασφαλώς κατά νου την αφόρμηση για νομικές αναλύσεις.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- “Κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ”, διαθέσιμο εδώ
- Οδηγία 2001/55/ΕΚ