Της Θεοδώρας Κρέπη,
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης ήταν ένα τραγικό γεγονός για τους Βυζαντινούς. Σήμαινε ότι οι παλαιοί θεσμοί θα άλλαζαν, ότι όλα όσα γνώριζαν, όλα όσα θεωρούσαν δεδομένα, σταθερά και μόνιμα θα μεταβάλλονταν. Όμως, ο νέος κυρίαρχος, ο σουλτάνος Μωάμεθ Β΄, επέλεξε να τηρήσει μια στάση σχετικής ανοχής προς την Ορθόδοξη Εκκλησία και το Πατριαρχείο, κυρίως για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Μάλιστα, τοποθέτησε στον πατριαρχικό θρόνο ένα άτομο βαθύτατα θρησκευόμενο και με ευρύτατη παιδεία, τον μοναχό Γεννάδιο, κατά κόσμον Γεώργιο Κουρτέση Σχολάριο. Η διφορούμενη αυτή προσωπικότητα είχε την εύνοια του Μωάμεθ, ο οποίος, φυσικά, είχε τους λόγους του που τον επέλεξε γι’ αυτή τη θέση. Πριν από αυτό, όμως, ας δούμε ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος, που, την εποχή εκείνη, φημιζόταν για τη σοφία και τις γνώσεις του.
Γεννημένος στις αρχές του 15ου αιώνα στην Κωνσταντινούπολη, ο Γεώργιος Σχολάριος, γόνος ευκατάστατης οικογένειας που αντλούσε την καταγωγή της από τη Θεσσαλία, είχε την τύχη να είναι μαθητής του Μάρκου Ευγενικού, ενός ανθρώπου με πλούσιες γνώσεις και φανατικού ανθενωτικού. Πάνω σε αυτή τη βάση, στα μετέπειτα χρόνια, οι δύο άνδρες θα χτίσουν τη σχέση τους. Πέρα από τις διδαχές του δασκάλου του, ωστόσο, ο Σχολάριος φρόντισε να ακολουθήσει τον δικό του δρόμο. Βασιζόμενος στις δικές του δυνάμεις, μαθαίνει, μεταξύ άλλων, φιλοσοφία και νομικά. Αυτοδίδακτος ήταν και στα λατινικά, τα οποία καλλιέργησε μέσα από τη μελέτη έργων Λατίνων πατέρων, και ειδικά του Θωμά Ακινάτη. Αυτό το γεγονός, καθώς και οι σχέσεις που διατηρούσε με διάφορους δυτικούς, οδήγησε αρκετούς συγχρόνους του να του αποδώσουν κατ’ επανάληψη τον χαρακτηρισμό του «λατινόφρονου».
Με τα χρόνια, ο Σχολάριος άρχισε να αποκτά επίγνωση των ικανοτήτων και της σοφίας του, γεγονός που τον οδηγεί στο να υιοθετήσει μία, τρόπον τινά, υπερφίαλη και αλαζονική στάση, ειδικά απέναντι στους σύγχρονούς του λογίους της Κωνσταντινούπολης. Η πίστη στις γνώσεις του τον πείθει πως πρέπει να τις μεταδώσει στους συμπατριώτες του, γι’ αυτό ανοίγει, περίπου το 1430-1435, τη δική του σχολή φιλοσοφίας (διδασκαλεῖον), στην οποία δέχεται ως μαθητές Έλληνες και όχι μόνο. Τα μαθήματα ίσως γίνονταν στο σπίτι του και ο ίδιος δίδασκε αφιλοκερδώς. Από τους σημαντικότερους μαθητές του ήταν ο ανιψιός του, Θεόδωρος Σοφιανός, και ο Ματθαίος Καμαριώτης.
Σύντομα, ο Σχολάριος καταφέρνει να ανελιχθεί και στην υπαλληλική ιεραρχία. Μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1430 καταλαμβάνει τα αξιώματα του «καθολικού κριτή των Ρωμαίων», δηλαδή του δικαστή, και του «σεκρετάριου του βασιλέως», τα οποία διατηρεί μέχρι και τα μέσα του αιώνα. Παράλληλα, ως άνθρωπος της Αυλής, παίρνει μέρος στις εργασίες της συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας το 1439, με αντικείμενο, φυσικά, την ένωση των δύο Εκκλησιών. Στο πλαίσιο της συνόδου, ο Σχολάριος συνειδητοποιεί την αναγκαιότητα της ένωσης για να σωθεί η Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τον οθωμανικό κίνδυνο. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων ενωτικών και ανθενωτικών στην Κωνσταντινούπολη, που ακολούθησαν την κήρυξη της ένωσης, παραμένει αμέτοχος, γεγονός που απογοητεύει βαθύτατα τον δάσκαλό του.
Πάντως, η κατάσταση δε θα αργήσει να αλλάξει. Ο Σχολάριος, περίπου από το 1444, τάσσεται ένθερμα με τη μερίδα των ανθενωτικών. Ο Μάρκος Ευγενικός, λίγο πριν τον θάνατό του, τον αναγνωρίζει ως διάδοχό του στον αγώνα κατά των φιλενωτικών και του κληροδοτεί το καθήκον να πολεμήσει για το ορθόδοξο δόγμα, που ο Σχολάριος αναλαμβάνει πρόθυμα. Το επόμενο διάστημα, και μέχρι την Άλωση, συγγράφει μια σειρά έργων κατά του δόγματος του filioque και της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας. Η στάση του αυτή δυσχεραίνει τη θέση του στην αυτοκρατορική αυλή, ειδικά μετά την άνοδο στον θρόνο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Τότε είναι που κείρεται μοναχός και αποσύρεται στη μονή Χαρσιανείτου. Ακόμα και από εκεί, όμως, δεν παύει να καθοδηγεί το ανθενωτικό ρεύμα με κείμενα και κηρύγματά του. Η δράση του δε σταματά ούτε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης.
Μετά την Άλωση, ο Σχολάριος συλλαμβάνεται και οδηγείται στην Αδριανούπολη. Εκεί καταλήγει αιχμάλωτος ενός Τούρκου άρχοντα, ο οποίος, όμως, του συμπεριφέρεται ευμενώς, από σεβασμό προς τη μόρφωσή του. Παράλληλα, ο Μωάμεθ Β’ αναζητά έναν κατάλληλο υποψήφιο για να πληρώσει τον πατριαρχικό θρόνο, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να πυκνώσει τον πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης, που έχει αποδεκατιστεί. Ο Σχολάριος φαίνεται να αποτελεί ιδανική επιλογή. Είναι μορφωμένος, πνευματώδης, με επιρροή, όπως φαίνεται, στον χριστιανικό πληθυσμό, καθώς θεωρείται γενικά σοφός και άξιος. Το καλύτερο, ο Σχολάριος είναι φανατικός ανθενωτικός, γεγονός που συμφέρει τον Μωάμεθ, καθώς δε θα έχει να ανησυχεί για ενδεχόμενη σύμπνοια ανάμεσα στις δύο Εκκλησίες. Ο Μωάμεθ τον φέρνει στην Κωνσταντινούπολη και, στις 6 Ιανουαρίου 1454, στο πλαίσιο συνόδου, ο Γεννάδιος εκλέγεται Πατριάρχης ως Γεννάδιος Β΄, αφού πρώτα περνά από τους βαθμούς του διακόνου, του πρεσβυτέρου και του επισκόπου.
Βασικός στόχος του Γενναδίου ως Πατριάρχη είναι να ανορθώσει την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία καλείται να λειτουργήσει υπό εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες. Τα ήθη χαλαρώνουν, αρκετοί κληρικοί έχουν αιχμαλωτιστεί ή σκοτωθεί, ουκ ολίγοι Χριστιανοί στρέφονται στον μουσουλμανισμό, η εξαγορά των εκκλησιαστικών αξιωμάτων είναι συχνό φαινόμενο και, γενικά, το κύρος της Εκκλησίας φαίνεται να κλυδωνίζεται. Με όλες του τις δυνάμεις ο Γεννάδιος προσπαθεί να επαναφέρει την τάξη. Φροντίζει για την απελευθέρωση κληρικών και μεριμνά για την επίλυση του προβλήματος των παράνομων γάμων. Παράλληλα, υποστηρίζει τον περιορισμό της τυπολατρίας. Θεωρεί πως, καθώς η Εκκλησία τελεί υπό αλλόθρησκο κυρίαρχο, είναι περιττή και ανούσια η προσκόλληση στους τύπους και η επιβολή αυστηρών κανόνων, στόχος είναι να διατηρηθεί η ουσία της πίστης. Η άποψη αυτή, όπως είναι φυσικό, βρίσκει αρκετούς πολέμιους.
Ο νέος Πατριάρχης δεν παρέμεινε στο αξίωμα αυτό για μεγάλο διάστημα. Το 1456 παραιτείται. Οι λόγοι της παραίτησής του δεν έχουν διασαφηνιστεί. Πιθανόν να ευθυνόταν η πολεμική που δεχόταν λόγω των παραχωρήσεων ως προς την τήρηση των θρησκευτικών κανόνων. Ρόλο ίσως να έπαιξε και η γενικότερη αίσθηση απογοήτευσης που αποκόμιζε από τη διαρκή παρακμή και τα συντρίμμια της άλλοτε κραταιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που έβλεπε τώρα γύρω του. Ο Γεννάδιος αποσύρεται, πρώτα στη μονή Βατοπεδίου και κατόπιν στη μονή Τιμίου Προδρόμου Σερρών (αν και ενδεχομένως να επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη για δύο ακόμα σύντομες πατριαρχείες), και αφιερώνεται στη συγγραφή. Σε ένα από τα πιο χαρακτηριστικά του έργα, στον Θρήνο του, περιγράφει με γλαφυρό τρόπο την ηθική κατάπτωση της Εκκλησίας στην εποχή του. Η σιμωνία και η φιλαργυρία του κλήρου αποτελούν μάστιγα, η αμάθεια των ιερέων τον συγκλονίζει και η Κωνσταντινούπολη (αλλά και η Ορθόδοξη Εκκλησία) είναι, από ηθικής άποψης, μια σκιά του εαυτού της σε σχέση με την κατάστασή της πριν από την Άλωση. Όσο για την ίδια την Άλωση, αυτή παρουσιάζεται μόνο ως ένας σταθμός πριν τη συντέλεια του κόσμου, η οποία θα έρθει στο έτος 7000 από κτίσεως κόσμου (δηλαδή στο 1493, τέσσερις ολόκληρες δεκαετίες μετά την Άλωση). Μόνη ελπίδα για την παρακμάζουσα Πόλη και την Ορθοδοξία, κατά τον Γεννάδιο, είναι η επιστροφή στον λόγο του Θεού.
Ο Γεννάδιος πέθανε το 1472, αφήνοντας πίσω του πλουσιότατο συγγραφικό έργο. Ως θιασώτης του Αριστοτέλη, ασχολήθηκε πολύ με τη μελέτη των έργων του Σταγειρίτη. Ταυτόχρονα, πέρα από τις μεταφράσεις και τους σχολιασμούς έργων του Ακινάτη, την ελληνική γραμματική του, καθώς και τον Θρήνο, ανάμεσα σε πλήθος άλλων έργων, συνέγραψε και μία ομολογία πίστεως, με τίτλο Περὶ τῆς μόνης ὁδοῦ πρὸς τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων, η οποία, μάλιστα, μεταφράστηκε στα τουρκικά για να διαβαστεί από τον ίδιο τον σουλτάνο. Γενικά, οι ενέργειες και η στάση του Γενναδίου απέναντι στα ζητήματα που προέκυψαν, τον καθιστούν μια μάλλον αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Ωστόσο, ως ο πρώτος Πατριάρχης στη μετά την Άλωση εποχή, ο Γεννάδιος αποτελεί σημείο αναφοράς στην ιστορία της Ορθοδοξίας υπό τον οθωμανικό ζυγό.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Βακαλόπουλος, Α. Ε. (2009), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Τουρκοκρατία (1453-1669): Οι ιστορικές βάσεις της νεοελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, τόμος Β΄, Αθήνα: Eκδόσεις Ηρόδοτος
- Talbot, A. M. (1991), “Gennadios II Scholarios”, The Oxford Dictionary of Byzantium, v. II, New York/Oxford: Oxford University Press
- Συλλογικό Έργο (2000), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους: Ο Ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία (1453-1669): Τουρκοκρατία – Λατινοκρατία, τ. 10 Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
- Academia.edu, “Γεννάδιος ο Β΄, Γεώργιος Κούρτεσης Σχολάριος, 1454-1456”, Μεγάλη Ορθόδοξη Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια τ. Ε΄, 2012 Διαθέσιμο εδώ