Του Σπύρου Βαλαβάνη,
Οι ανθρωποθυσίες αποτελούσαν μια αρκετά συνηθισμένη πρακτική στους προκολομβιανούς πολιτισμούς της Λατινικής Αμερικής. Οι Ίνκας, για παράδειγμα, συνήθιζαν να στραγγαλίζουν τα θύματά τους στις κορυφές των βουνών και οι Αζτέκοι να ξεριζώνουν τις καρδιές των θυμάτων στις κορυφές των τεράστιων ναών-πυραμίδων τους. Οι ερμηνείες που έδινε καθένας από αυτούς τους λαούς στις ανθρωποθυσίες ποικίλλουν, αλλά πάντα είχαν ως κοινό στόχο να κερδίσουν την εύνοια κάποιου θεού ή να καταβάλουν την οργή του.
Πληροφορίες για αυτές τις ιεροτελεστίες λαμβάνουμε κυρίως από τα γραπτά των Ισπανών Κονκισταδόρων, των αρχαιολογικών ανασκαφών που όλο και αυξάνονται τα τελευταία χρόνια, καθώς και από τα ελάχιστα κείμενα των ιθαγενών, που διασώθηκαν από τις συστηματικές καταστροφές που προκάλεσαν οι Ισπανοί. Οι Ισπανοί κατακτητές περιέγραφαν με μελανά χρώματα τις ανθρωποθυσίες των Αζτέκων, ως κομμάτι του «βάρβαρου» πολιτισμού τους και της ανάγκης να εξευγενιστούν μέσω του εκχριστιανισμού τους. Με αυτόν τον τρόπο επιχείρησαν εν μέρει να δικαιολογήσουν τις λεηλασίες που προξένησαν, ιδιαίτερα στην πρωτεύουσα των Αζτέκων, την Tenochtitlan (Τενοτστιτλάν), και την κατάλυση της αυτοκρατορίας τους.
Επιφανέστερος των Ισπανών χρονικογράφων θεωρείται ο Bernal Díaz del Castillo (1492-1584), εγγράμματος στρατιώτης στην υπηρεσία του Κορτές, ο οποίος συνέγραψε το έργο Historia Verdadera de la Conquista de la Nueva Espana (Η Αληθινή Ιστορία της Κατάκτησης της Νέας Ισπανίας). Παρά το γεγονός ότι εκδόθηκε 48 χρόνια μετά τον θάνατό του, αποτελεί ακόμη και σήμερα ένα από τα καλύτερα κείμενα για την κατάκτηση του Μεξικού, ενώ μας προσφέρει ορισμένες πολύτιμες πληροφορίες για τον πολιτισμό των Αζτέκων, ιδιαίτερα για τις ανθρωποθυσίες, από την οπτική γωνία, βέβαια, των Ισπανών κατακτητών.
Με δεδομένα τα γραπτά των Ισπανών, όπως του Diaz και τα πορίσματα της αρχαιολογικής έρευνας, μπορούμε ως έναν βαθμό να ανασυνθέσουμε τη διαδικασία αυτής της ιδιαίτερης ιεροτελεστίας. Αν και οι ανθρωποθυσίες, όπως προαναφέραμε, εφαρμόζονταν και από άλλους ιθαγενείς λαούς της Αμερικής, είναι γεγονός ότι στην αυτοκρατορία των Αζτέκων (1427-1521), ήταν πολύ πιο μαζικές και διαδεδομένες, αποτελώντας, έτσι, ένα είδος «βιομηχανίας» που σχετιζόταν άμεσα με τη θρησκεία και τις προκαταλήψεις τους. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την κοσμογονία τους, η Cōātlīcue (Κοατλίκουε), η Μητέρα Θεά Γη, γέννησε πρώτα την Coyolxāuhqui (Κογιολξάουκι), τη θεά-σελήνη και τα 400 άστρα.
Ακολούθως, έμεινε για δεύτερη φορά έγκυος στον Huītzilōpōchtli (Ουιτζιλοπότστλι), τον κατοπινό θεό Ήλιο και προστάτη της φυλής των Αζτέκων. Η Coyolxāuhqui και τα άστρα, κυριευμένοι από ζήλια για τον αγέννητο ακόμα αδερφό τους, σκότωσαν τη μητέρα τους, αλλά ο Huītzilōpōchtli κατάφερε να γεννηθεί πλήρως ανεπτυγμένος και εξοπλισμένος, έτοιμος να αντιμετωπίσει σε μάχη τα ετεροθαλή αδέρφια του. Ζήτησε, τότε, τη βοήθεια των ανθρώπων, δηλαδή να του δώσουν τις καρδιές και το αίμα τους, ώστε να έχει τη δύναμη να νικήσει τους εχθρούς του. Και πράγματι, ο Huītzilōpōchtli κατάφερε να εξοντώσει την Coyolxāuhqui και τα αδέρφια της και να γίνει αυτός ο αδιαφιλονίκητος κυβερνήτης του σύμπαντος. Για να εξακολουθεί, όμως, ως θεός Ήλιος να ζωογονεί τη γη, απαιτούσε από τους ανθρώπους να συνεχίσουν να του προσφέρουν το αίμα τους, διαφορετικά δε θα ανέτελλε ποτέ ξανά, οι καλλιέργειες θα καταστρέφονταν και η ανθρωπότητα θα χανόταν.
Ο Ηλιακός Μύθος, όπως τον ονόμαζαν οι Αζτέκοι, ήταν η κύρια αιτιολογία για τις ανθρωποθυσίες που έκαναν. Παράλληλα, μαρτυρεί και τον κομβικό ρόλο που διαδραμάτιζαν στην οικονομία τους η γεωργία και η κτηνοτροφία, δεδομένου του γεγονότος ότι οι προκολομβιανοί πολιτισμοί ουδέποτε είχαν την έννοια του νομίσματος, συνεπώς, δεν ανέπτυξαν ποτέ εκχρηματισμένη οικονομία.
Ο παραπάνω μύθος αποτελούσε έναν από τους πιο δημοφιλείς και για τον λόγο αυτό κάθε χρόνο χιλιάδες θύματα θυσιάζονταν στο όνομα του θεού. Παρ’ όλα αυτά, ο φόβος της συντέλειας του κόσμου ήταν βαθιά ριζωμένος στη συνείδηση των Αζτέκων. Αυτό διακρίνεται σε έναν ακόμα μύθο, τον μύθο των πέντε ήλιων, σύμφωνα με τον οποίο ο κόσμος δημιουργήθηκε και καταστράφηκε από τους θεούς τέσσερις φορές. Ο κόσμος στον οποίο ζούσαν οι Αζτέκοι ήταν ο πέμπτος και με βάση τις προβλέψεις των ιερέων θα καταστρεφόταν και αυτός από κάποιον ισχυρό σεισμό. Για να αποφευχθεί αυτή η μοιραία μέρα, έπρεπε να καταφεύγουν σε χιλιάδες ανθρωποθυσίες προκειμένου να κατευνάσουν τους θεούς και να παρατείνουν ακόμη περισσότερο τη διάρκεια ζωής του κόσμου τους.
Αυτοί ήταν οι δύο κυριότεροι μύθοι πάνω στους οποίους βασιζόταν η επιτακτικότητα των ανθρωποθυσιών. Πολλοί μελετητές, ωστόσο, έχουν προσθέσει και ορισμένα πολιτικά κίνητρα, όπως ο έλεγχος του πληθυσμού και η καταστολή πιθανών εξεγέρσεων από υποτελείς φυλές ενάντια στην εξουσία των Αζτέκων λόγω της βαριάς φορολογίας, θεωρίες που ακόμα βρίσκονται υπό συζήτηση και διερευνώνται από την επιστημονική κοινότητα. Πέραν, όμως, της θρησκευτικής ερμηνείας, εξίσου σημαντικές είναι και οι γνώσεις μας πάνω στις πρακτικές που εφάρμοζαν οι Αζτέκοι στις ανθρωποθυσίες τους. Μεγάλο μέρος των θυμάτων προερχόταν από αιχμαλώτους που συλλάμβαναν κατά τη διάρκεια των επεκτατικών πολέμων που διεξήγαγαν. Για τον λόγο αυτό, τα όπλα τους ήταν κατασκευασμένα με τέτοιον τρόπο, ώστε να ακινητοποιούν τον εχθρό, χωρίς να τον σκοτώσουν.
Υπήρχαν πολλές μορφές θανάτωσης, αλλά η πιο κοινή ήταν αυτή στη γιορτή του θεού Huītzilōpōchtli. Τα υποψήφια θύματα ανέβαιναν στην κορυφή του ναού-πυραμίδας και ένας-ένας ξάπλωναν γυμνοί πάνω σ’ έναν πέτρινο βωμό. Τέσσερις ιερείς κρατούσαν τα χέρια και τα πόδια του θύματος τεντωμένα κι ένας πέμπτος αφαιρούσε τελετουργικά την καρδιά του με ένα μαχαίρι, έπειτα, την έδειχνε προς τον ήλιο και, μετά, την τοποθετούσε σε ειδικό δοχείο πάνω στο γλυπτό Chacmool (τσάκμολ), όπου προσφερόταν στους θεούς, ενώ το αίμα αλειφόταν πάνω στα ιερά ειδώλια των θεών. Η τελετή ολοκληρωνόταν με τη ρίψη του νεκρού από τα σκαλιά του ναού και τον ακόλουθο αποκεφαλισμό του, ώστε το κεφάλι να τοποθετηθεί σε ειδικά ράφια, ονόματι Tzompantli (τζοπμάντλι), τα οποία αφιερώνονταν στον θεό.
Σε άλλες περιπτώσεις, νέοι και υγιείς άνδρες από εύπορες οικογένειες επιλέγονταν για να θυσιαστούν στον θεό του σκότους και του πολέμου Tezcatlipoca (Τεζκατλιπόκα). Κάθε χρόνο επιλεγόταν ένας νέος. Αυτός ζούσε μέσα σε απολαύσεις σαν να ήταν η ενσάρκωση του θεού, μάθαινε αυλό, φορούσε πολυτελή ρούχα και κάπνιζε, ενώ είκοσι μέρες πριν τη θυσία παντρευόταν τέσσερις νεαρές κοπέλες. Την ημέρα της θυσίας ανέβαινε τα σκαλιά του ναού μόνος του, σπάζοντας έναν πήλινο αυλό σε κάθε σκαλοπάτι και όταν έφτανε στην κορυφή, οι ιερείς του αφαιρούσαν την καρδιά. Οι γυναίκες και τα παιδιά δεν εξαιρούνταν από τον κανόνα. Στο όνομα της θεάς του καλαμποκιού, της Chicomecōātl (Τσικομεκόατλ), επιλέγονταν από την κοινότητα νεαρά κορίτσια για να θυσιαστούν. Αποκεφαλίζονταν, συμβολίζοντας, έτσι, τη συγκομιδή και κατόπιν τους αφαιρούσαν την καρδιά. Επίσης, παιδιά πνίγονταν προς τιμήν του θεού της βροχής Tlāloc (Τλάλοκ). Τέλος, στη γιορτή του θεού της άνοιξης Xipe Totec (Σίπε Τότεκ) σκότωναν τα θύματα με βέλη.
Επομένως, οι ανθρωποθυσίες είχαν μεγάλη σημασία για την κοινωνία των Αζτέκων, καθώς η ανάγκη να διατηρηθεί ο κόσμος τους και να μην καταστραφεί από τους θεούς ήταν αρκετή για να πειστούν πως ήταν απαραίτητες. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο θάνατος στη θυσία ονομαζόταν «Ανθισμένος Θάνατος», και οι κάτοικοι θεωρούσαν τυχερά τα επιλεχθέντα θύματα, αφού ο θάνατος προς χάριν της διατήρησης της κοινότητας συνεπαγόταν για αυτούς τη μετάβαση της ψυχής σε κάποιου είδους Παράδεισο. Οι Ισπανοί δε μπορούσαν να κατανοήσουν τη συγκεκριμένη αντίληψη. Η αδυναμία αυτή δεν οφειλόταν μόνο στο χαμηλό μορφωτικό τους επίπεδο, αλλά και στο εκ διαμέτρου αντίθετο πολιτισμικό πλαίσιο από το οποίο προέρχονταν, που ήταν εντελώς διαφορετικό από εκείνο των Αζτέκων. Η περίπτωση των Αζτέκων αποτελεί κλασικό παράδειγμα του βαθμού στον οποίο διαφέρουν οι ανθρώπινοι πολιτισμοί σε σχέση με τον τόπο και τον χρόνο που αναπτύχθηκαν, ενώ, ακόμα και σήμερα, η ερευνά μας για αυτούς επιφέρει δυσκολίες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Hassler, Peter (Dec 1992), HUMAN SACRIFICE AMONG THE AZTECS? , New York: World Press Review, New York, Διαθέσιμο εδώ
- Warwick, Bray (1991), «Oι χαμένες αυτοκρατορίες της Αμερικής», ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ: Η Εποχή των Ανακαλύψεων 1400-1500 μ.Χ., μτφ. Θεοδωρακάτος Δ., τόμος 12ος, Αθήνα: Εκδόσεις Κ. Καππόπουλος.
- Ντόνη, Διώνη (2007), Αζτέκοι Ίνκας Μάγια: Ιστορίες Κατακτήσεων και Χαμένων Πολιτισμών, Αθήνα: Εκδόσεις Μέθεξις