Του Χριστόφορου Σωτηρίου,
Το συγκεκριμένο έργο του Παντελή Χορν, αν και έχει γραφτεί περίπου έναν αιώνα πριν, παραμένει πρωτοπόρο και τολμηρό για την εποχή του. Είναι μια σύγχρονη τραγωδία με εξαιρετική δομή που εγγίζει τα όρια της κλασικής τελειότητας. Πρόκειται για ένα δραματοποιημένο αριστούργημα, ένα έργο που μας βυθίζει στα σκοτεινά νερά της ανθρώπινης ψυχής και μας αποκαλύπτει τα όσα μας είναι άγνωστα.
Το έργο διαδραματίζεται σε ένα νησί του Αιγαίου. Η αρχόντισσα Φλαντρώ έχει δυο κόρες, τη Χρύσω, από τον πρώτο της γάμο, και τη Μυρτώ, από τον δεύτερο άντρα της, έναν ξένο πραματευτή που αφού την κακομεταχειρίστηκε, της εμπιστεύτηκε πριν πεθάνει και το νόθο παιδί του, τη Γαρουφαλιά, που τώρα ζει σαν υπηρέτρια στο αρχοντικό. Η ώριμη πια Φλαντρώ μισεί τη νεαρή Μυρτώ, καθώς της θυμίζει τον καταστροφικό δεύτερο γάμο της. Στο νησί ζει κι ένας περίφημος καρδιοκατακτητής, ο Νότης Σερδάρης, που με τη γοητεία του πλάνεψε όλες τις γυναίκες, γι’ αυτό και τώρα κρύβεται, καθώς τα παλληκάρια του χωριού ζητούν να τον σκοτώσουν. Με τον Σερδάρη είναι ερωτευμένη κι η Φλαντρώ, που επιδιώκει να τον παντρέψει με την πρώτη και προτιμημένη της κόρη, τη Χρύσω, έτσι ώστε να βρίσκεται κοντά του.
Ωστόσο, το σχέδιο ανατρέπεται, όταν ένας αμοιβαίος έρωτας γεννιέται ανάμεσα στον Νότη Σερδάρη και τη Μυρτώ. Η Φλαντρώ υποχρεώνεται από τις περιστάσεις να τους αρραβωνιάσει και τους ετοιμάζει εορταστικό δείπνο. Παρασυρμένη από το πάθος της, τη στιγμή που η Μυρτώ πάει να φέρει κρασί, η Φλαντρώ απαιτεί από τον Νότη τον έρωτα. Όταν εκείνος δηλώνει την άρνησή του, η Φλαντρώ τον παραδίδει στο αγριεμένο πλήθος που αναμένει να τον κατασπαράξει. Έτσι, ο αγαπημένος της δεν θα ανήκει πια σε καμιά γυναίκα.
Η Φλαντρώ έρχεται αντιμέτωπη με την κόρη της, η οποία διεκδικεί τον έρωτα της, όπως προστάζουν οι φυσικοί νόμοι και το κοινό ήθος. Φαίνεται όμως, να υπεραμύνεται του δέοντος, αλλά στο τέλος το προδίδει, αφού παρασύρεται από τα αβυσσαλέα πάθη της. Στο έργο συμπρωταγωνιστεί το υποσυνείδητο· η τραγωδία συντελείται στο ανάκλιντρο μιας τραπεζαρίας, οι χαρακτήρες διατηρούν «μυστικά» από τον συγγραφέα και το κοινό. Ο θεατής μπορεί να κατανοήσει τα υπόγεια νήματα που καταλήγουν στο ψυχαναλυτικό δαιμόνιο του Ίψεν, που με τη σειρά του προμηνύει τον Φρόιντ.
Η Φλαντρώ παλεύει σκληρά με τα πάθη της. Βασανίζεται απ’ αυτά, το υποσυνείδητό της μπορεί να εκραγεί. Ο Χορν παραπέμπει στο μονοπάτι για την άβυσσο που κρύβει μέσα του κάθε άνθρωπος. Η άβυσσος αυτή όμως, είναι πολύ δύσκολο ή και αδιάφορο ακόμα και για έναν ικανό δραματουργό να «καλυφθεί» μορφολογικά και έτσι εξηγούνται ίσως τα κενά στη συνέχεια και συνέπεια της δράσης, οι ασάφειες σε χαρακτήρες πλην της Φλαντρούς που παραπαίουν μεταξύ ρεαλισμού και συμβολισμού, ο εύκολος μελοδραματισμός εδώ κι εκεί, οι πινελιές μιας επίπλαστης ηθογραφίας, που έβαλαν αδίκως το έργο στη γωνία για αρκετές δεκαετίες.
Ο Παντελής Χορν φαίνεται να έχει επηρεαστεί από τις φροϋδικές θεωρίες για τις νευρώσεις, το υποσυνείδητο, τα όνειρα, το γενετήσιο ένστικτο, όπως επίσης και να έχει ίσως ακουστά για τους νιτσεϊκούς στοχασμούς, που είναι πλήρεις ψυχαναλυτικών παρατηρήσεων, εκπληκτικής ακρίβειας καθ’ ομολογία του ίδιου του Φρόιντ. Σαν τον «υπεράνθρωπο» του Νίτσε, φλέγεται από τα πάθη της και τα «αφήνει» να στραφούν εναντίον της φυσικής και ηθικής τάξης των πραγμάτων. Η δομή του έργου έχει τα ερείσματά της στην αρχαία τραγωδία. Η Φλαντρώ είναι ρόλος τέλειος, ενσωματώνει την πανουργία της Κλυταιμνήστρας, τον ίμερο της Φαίδρας, τη ζήλια της Μήδειας και την εκδικητικότητα της Ηλέκτρας.
Το έργο παρουσιάστηκε πρώτη φορά από τον θίασο Μαρίκας Κοτοπούλη. Η κριτική της εποχής δεν κατάλαβε το έργο και το επέκρινε κυρίως ως προς το ηθικό του κομμάτι. Οι μόνοι που το υπερασπίστηκαν ήταν ο Άλκης Θρύλος και ο Κώστας Μπαστιάς. Από την άλλη, το κοινό φαίνεται να ενθουσιάστηκε. Το 1923 ο Γιάννης Ιμβριώτης δημοσίευσε στο Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου μια εκτενή μελέτη, όπου παρουσίαζε τις βασικές έννοιες της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Επρόκειτο ουσιαστικά για την πρώτη εμφάνιση της ψυχανάλυσης στην Ελλάδα.
Η «νεύρωση» εξηγείται από τον Ιμβριώτη στη βάση μιας ασυνείδητης σύγκρουσης ανάμεσα στις πιεσμένες τάσεις και το κοινωνικό και ηθικό εγώ. Ο Γ. Ιμβριώτης επιμένει, στην έννοια του ντετερμινισμού του ανθρώπινου ψυχισμού, που εισάγει η ψυχανάλυση με τη θεωρία του ασυνειδήτου, αντίθετα με τις θεωρίες για την ψυχική ελευθερία του ατόμου και την ελεύθερη βούληση. Στην επαφή με την ψυχανάλυση ο Χορν είχε, λοιπόν, τη δυνατότητα να δει και να συγκρατήσει τον ντετερμινισμό που εισάγει η θεωρία του υποσυνειδήτου: με άλλα λόγια ανακάλυπτε μια νέα πηγή του τραγικού στοιχείου, τον σεξουαλικό πόθο. Ο συγγραφέας θα καταστήσει ακριβώς αυτό το χαρακτηριστικό, μοχλό που θα κινητοποιήσει το τραγικό στοιχείο στο νέο του έργο και γι’ αυτόν τον λόγο θα το χαρακτηρίσει «τραγωδία του πόθου». Όχι μόνο ανακινούσε ένα τόσο τολμηρό για την εποχή θέμα, αλλά συγχρόνως πρότεινε μια πρωτοποριακή λύση κατά «μοντέρνο» τρόπο, όπως δήλωσε, στο έργο του δεν υπάρχει κάθαρση, όπως περιμένουμε στην τραγωδία.
Τραγωδία του πόθου η Φλαντρώ, έχει ως ηρωίδα ένα άτομο οριακό, ένα άτομο που φθάνει να αγνοήσει τους νόμους της φύσης και του μέτρου. Η Φλαντρώ, μη μπορώντας να σμίξει ερωτικά με το αντικείμενο του πόθου της θα φθάσει στο σημείο να σκοτώσει εμμέσως τον Νότη Σερδάρη, υποκαθιστώντας με αυτόν τον τρόπο την ανέφικτη ερωτική πράξη. Ήταν η μόνη ηδονή που μπορούσε να διοχετευθεί το οριακό της πάθος, η μόνη εκπυρσοκρότηση που ήταν πια δυνατή. Ο Σερδάρης είναι σύμβολο του μοιραίου άνδρα περισσότερο, παρά διαγραφή προσώπου με ατομικά χαρακτηριστικά, ενώ από την άλλη, η Φλαντρώ είναι τραγωδία του πόθου, αλλά συγχρόνως τραγωδία της μοίρας της: και στο έργο αυτό, με την αναφορά στη γενιά της ηρωίδας, τα δεινά του παρόντος παρουσιάζονται ως ανακύκλωση ενός παρελθόντος από το οποίο το άτομο δεν έχει περιθώρια απόδρασης. Ο Χορν αναφέρει το κρασί και τον έρωτα, στοιχεία διονυσιακά που κυριαρχούν στο έργο. Μοτίβο επαναλαμβανόμενο η φράση της Μυρτώς, η οποία εκπροσωπεί το υγιές, το σύμφωνο με τους νόμους της φύσης πάθος. Ο Χορν επιδιώκει τον ψυχολογικό ρεαλισμό, των γυναικείων κυρίως προσώπων του έργου, και στρέφει την προσοχή του ειδικότερα στην ερωτική τους ψυχολογία. Ο ρεαλισμός στο έργο υποσκάπτεται από τη λυρική έκφραση των προσώπων, τον συμβολικό χαρακτήρα του Σερδάρη και της Γαριφαλιάς.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- ΕΦΗ ΒΑΦΕΙΑΔΟΥ, ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑ TOΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΧΟΡΝ, Διδακτορική διατριβής, Τμήμα Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
- Φλαντρώ, athinorama.gr, διαθέσιμο εδώ.