Του Θάνου Σουλελέ,
Η εκπαίδευση συνιστά τον βασικότερο πυλώνα της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας, διότι ανέκαθεν συνεισέφερε στην εξέλιξη του ανθρώπινου γένους. Η ενασχόληση, εξάλλου, του ανθρώπου με τις επιστήμες οφείλεται στη μόρφωση, την οποία προσφέρει η εκπαίδευση. Ένας μορφωμένος άνθρωπος μπορεί και να αξιοποιεί τις γνώσεις του και να τις χρησιμοποιεί, προβαίνοντας σε πειραματισμούς και δημιουργίες. Πολλές από αυτές ήταν η δημιουργία και η χρήση εργαλείων, τα οποία συνέβαλαν στην κατασκευή πρωτοπόρων μηχανών και στο ξέσπασμα, στη συνέχεια, της βιομηχανικής επανάστασης. Συνεπώς, η εκπαίδευση σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία προσφέρουν μέχρι και σήμερα όλα τα αγαθά της τεχνολογίας, που μας διευκολύνουν τη ζωή και βελτιώνουν την ποιότητά της.
Δυστυχώς, η εκπαίδευση, ενώ πλέον θεωρείται βασικό αγαθό, δεν είναι δωρεάν και, φυσικά, δεν προσφέρεται εξίσου σε όλους. Για την ακρίβεια, μόνο ο δυτικός κόσμος και τα ανεπτυγμένα κράτη έχουν πρόσβαση στις δομές της εκπαίδευσης από μικρή ηλικία χωρίς ιδιαίτερο κόστος, με αποτέλεσμα να τους δίνεται ένα αντικειμενικό προβάδισμα στη ζωή. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι σε μη ανεπτυγμένες χώρες, που η μόρφωση είναι προνόμιο μόνο των πλουσιότερων, διότι ο απλός, φτωχότερος λαός αναγκάζεται να εργαστεί, προκειμένου να εξασφαλίσει τα απαραίτητα για την επιβίωσή του, μην έχοντας την πολυτέλεια να λάβει την απαραίτητη εκπαίδευση. Αυτό είναι και ένα από τα μεγαλύτερα αρνητικά του καπιταλισμού, η άνιση κατανομή του πλούτου, η οποία έχει προκαλέσει προβλήματα επιβίωσης σε όλον τον κόσμο και, επιπλέον, τους έχει στερήσει το προνόμιο της εκπαίδευσης, που ίσως να τους έδινε μια ευκαιρία να ξεφύγουν από το καθεστώς φτώχειας και ανέχειας.
Σε καμία περίπτωση, όμως, η μόρφωση και η εκπαίδευση με τον τρόπο που δίνονται σε κάποιον που δεν κατέχει οικονομική δυνατότητα, δε θα του δώσει συγκριτικό πλεονέκτημα με κάποιον με οικονομική δυνατότητα, διότι ξεκινάνε από άλλη αφετηρία και με άλλα εφόδια.
Η Ελλάδα θεωρείται χώρα του δυτικού κόσμου, στην οποία η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική έως και την Γ’ Γυμνάσιου. Το Λύκειο, είτε Γενικό είτε Επαγγελματικό, αλλά, φυσικά, και τα Πανεπιστήμια και τα Α.Τ.Ε.Ι αποτελούν προαιρετική εκπαίδευση.
Η κυβέρνηση μετρά τρία χρόνια από την ανάληψη της ηγεσίας, στη διάρκεια των οποίων προέβη σε αρκετές μεταρρυθμίσεις του εκπαιδευτικού συστήματος, μια από τις πιο αμφιλεγόμενες είναι το ότι μετέτρεψε τον τίτλο του Υπουργείου Παιδείας σε «Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων». Όπως είναι ευκολά κατανοητό, είναι άκρως οξύμωρο ότι η επιστημονική κατάρτιση και η εκπαίδευση εν γένει είναι ανεξάρτητες από τη θρησκεία και τα δόγματα, καθώς συνιστούν ρευστές πεποιθήσεις και τρόπους ζωής, χωρίς να υπάρχει μια κοινή και επιβεβλημένη γραμμή. Αυτή η κίνηση, λοιπόν, πέρα από παράλογη, ήταν και πάρα πολύ δαπανηρή, διότι χιλιάδες βιβλία χρειάστηκε να επανατυπωθούν από την αρχή για τη συγκεκριμένη αλλαγή.
Οι πόροι που δαπανώνται από τον κρατικό προϋπολογισμό είναι ήδη ελάχιστοι, ενώ κάθε χρόνο υπάρχει και περαιτέρω μείωση. Το μεγαλύτερο πλήγμα, φυσικά, το δέχονται οι μικρότερες σχολικές μονάδες σε επαρχίες και ακριτικές περιοχές. Τα ίδια σχολεία είναι αυτά που δεινοπαθούν από την έλλειψη προσωπικού. Ο προγραμματισμός του Υπουργείου Παιδείας είναι προβληματικός και, ενώ όλοι οι αναπληρωτές περνάνε από την επαρχία μέχρι να διοριστούν μόνιμα στον τόπο αρεσκείας τους, σχεδόν όλα τα επαρχιακά σχολεία έχουν έλλειψη προσωπικού μέχρι και 2 μήνες από την έναρξη των μαθήματων.
Η σωστή εκπαίδευση και η παιδεία είναι ίσως τα μοναδικά μέσα ανάκαμψης αυτής της κοινωνίας και πρέπει όλοι ανεξαρτήτως περιοχής ή οικονομικής δυνατότητας να έχουν αυτή την ευκαιρία σε ίσο βαθμό. Χρειάζονται μεγάλες μεταρρυθμίσεις στον τρόπο εκπαίδευσης, αλλά και αποσύνδεση της εκπαίδευσης από την εκκλησία, που καμία κυβέρνηση δε δείχνει διατεθειμένη να πάρει το πολιτικό κόστος για μια τέτοια ενέργεια. Ωστόσο, το βασικό πρόβλημα είναι ο χαμηλός προϋπολογισμός και η αναμονή μέχρι να δοθούν τα επιπλέον αναγκαία κονδύλια για την παιδεία και, επιπρόσθετα, για τις δυσπόρθητες περιοχές. Διαφορετικά, η ψαλίδα της εκπαίδευσης ανάμεσα στα αστικά κέντρα και στις επαρχίες ολοένα και θα μεγαλώνει.