Του Νίκου Μελιτσιώτη,
Ξεχωριστή θέση στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία κατέχουν οι Περσικοί Πόλεμοι ή αλλιώς Μηδικά, οι οποίοι έλαβαν χώρα το διάστημα 490-479 π.Χ. Στις μάχες αυτές, απέναντι από τους Έλληνες βρέθηκαν, όπως δηλώνει και το όνομα της διαμάχης, η πολυεθνική Περσική Αυτοκρατορία, η οποία, με πρόσχημα την τιμωρία των πόλεων που βοήθησαν στην Ιωνική Επανάσταση, εκστράτευσε στον Ελλαδικό χώρο σε τρεις φάσεις.
Αν και οι νίκες και η προέλαση που πραγματοποίησαν δε στάθηκαν ικανές για να παγιώσουν κάποια μόνιμη κατάσταση, εντούτοις έχει μεγάλο ενδιαφέρον να εξεταστεί ο περσικός στρατός, τόσο αναφορικά με την εθνολογική του σύσταση όσο και αναφορικά με τις μονάδες που περιλαμβάνονταν σε αυτόν και τον οπλισμό που διέθεταν.
Ξεκινώντας με τα έθνη που συμμετείχαν και προέρχονταν από την αχανή Περσική αυτοκρατορία, την οποία κατά την πρώτη και τη δεύτερη εκστρατεία διοικούσε ο Δαρείος Α΄ και κατά την τρίτη ο Ξέρξης Α΄, κύρια και σημαντικότερη πηγή είναι ο Ηρόδοτος και το σύγγραμμά του Ηροδότου Ιστορίαι. Στο πολύτιμο αυτό ιστορικό έργο αναφέρει τον εντυπωσιακό αριθμό των 46 Περσικών εθνών, ονοματίζοντας τα 45 εξ αυτών! Τα περισσότερα συμμετείχαν ως δυνάμεις πεζικού, ενώ σαφώς λιγότερα, μόλις 9, συμμετείχαν με δυνάμεις ιππικού, ενώ 7 έθνη συμμετείχαν και με ναυτικές δυνάμεις.
Από αυτά, το έθνος των Περσών συμμετείχε τόσο στις πεζικές όσο και στις ιππικές δυνάμεις, όπως και οι Μήδοι. Οι Λίβυοι πρόσφεραν τόσο δυνάμεις πεζικού όσο και άνδρες στο ιππικό, οι οποίοι συμμετείχαν ως ικανότατοι ηνίοχοι. Επίσης, τις δυνάμεις του πεζικού επάνδρωσαν Σαγάρτιοι, Λύκιοι μισθοφόροι, Πάρθοι, Αιθίοπες της Συρίας και της Αιγύπτου, Παφλαγόνες, Λυδοί, Ινδοί και πολλοί ακόμη. Στο ιππικό ξεχώριζαν οι Άραβες, οι οποίοι ως υποζύγια διέθεταν καμήλες, οι Ινδοί και, φυσικά, οι Μήδοι.
Στο ναυτικό, το οποίο αποτελείτο από τριήρεις, πεντηκοντόρους και κέρκουρους, κυριαρχούσαν οι ταλαντούχοι Φοίνικες και οι Αιγύπτιοι, διαθέτοντας 300 και 200 πλοία αντίστοιχα. Οι Κύπριοι διέθεσαν 150 πλοία, ενώ μικρότερη συμμετοχή είχαν οι Κίλικες με 100 πλοία, οι Πάμφυλοι, οι Λύκιοι και οι Κάρες.
Να σημειωθεί εδώ πως ορισμένα φύλα του ελλαδικού χώρου και των Βαλκανίων συμμετείχαν στις Περσικές εκστρατείες είτε λόγω «μηδισμού», συμμαχίας, δηλαδή, με τον εχθρό εξ Ανατολάς, είτε λόγω κατάκτησής τους από αυτόν, όπως οι Έλληνες της Ιωνίας. Οι Έλληνες που βρίσκονταν στο στράτευμα των Περσών, ιδιαίτερα όσοι είχαν στρατολογηθεί αναγκαστικά, δεν έχαιραν της εμπιστοσύνης των κατακτητών, καθώς πίστευαν πως μπορούσαν να αυτομολήσουν στο στρατόπεδο των συμπατριωτών τους ανά πάσα στιγμή.
Από τους ελαφρύτερα οπλισμένους μέχρι τους βαριά οπλισμένους πεζούς και ιππείς, ο εξοπλισμός που απαιτείτο ήταν αρκετά βαρύς και η μεταφορά του δυσχερέστατη. Έτσι, οι περισσότεροι στρατιώτες συνοδεύονταν από τουλάχιστον έναν υπηρέτη, ο οποίος φρόντιζε για τη συντήρηση του εξοπλισμού, ενώ βοηθούσε τον ιδιοκτήτη του να προετοιμαστεί για την επικείμενη επίθεση.
Παρά το μωσαϊκό πολιτισμών και εθνών, ο οπλισμός των στρατιωτών δεν παρουσίαζε μεγάλες διαφορές. Στη μάχη εκ του συστάδην κυριαρχούσε το δόρυ και το ξίφος. Το Περσικό δόρυ είχε μήκος 1,8 – 2 μέτρα και στο κάτω μέρος διέθετε αιχμηρή απόληξη είτε για στήριξή του στο έδαφος σε ώρες ανάπαυσης είτε για χρήση αυτής σε περίπτωση καταστροφής της κύριας αιχμής. Σε περίπτωση που το δόρυ είχε σφαιρική απόληξη, το λεγόμενο «μήλο», τότε αυτό άνηκε είτε σε βαθμοφόρο είτε σε μέλος των «Αθανάτων». Οι Αθάνατοι αποτελούσαν τη σωματοφυλακή του Βασιλιά. Ο αριθμός τους, 10.000 άνδρες, ήταν αυστηρά σταθερός.
Το ξίφος μπορούσε να έχει αρκετές «μορφές». Ο πιο συχνός, ο ακινάκης, ήταν ένα μικρό σε μήκος ξιφίδιο, το οποίο έφεραν στη μέση σε θήκη, είτε ως κύριο είτε ως δευτερεύον όπλο. Η κοπίδα χρησιμοποιείτο τόσο από Έλληνες όσο και από Πέρσες πεζούς και ιππείς. Ένα πιο σπάνιο όπλο, το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως οι Λύκιοι μισθοφόροι. Στη μάχη εκ του συστάδην χρησιμοποιούσαν, επίσης, μαχαίρια, πολεμικούς πελέκεις, μονούς και διπλούς, ενώ εντύπωση προκαλεί η χρήση λάσου (!) από μονάδα ιππικού, με το οποίο οι αναβάτες τραβούσαν και εξουδετέρωναν τους αντιπάλους τους, καθώς και ενός είδους δρεπανιού, από Λύκιους μισθοφόρους.
Οι ασπίδες των Περσών δε διέθεταν την αντοχή των αντίστοιχων ελληνικών. Η ασπίδα τύπου Διπύλου, κατασκευασμένη από λυγαριά, δε μπορούσε να συγκρατήσει την ορμή των ελληνικών στοίχων, οι οποίοι ορμούσαν ως επιτιθέμενοι με προτεταμένα δόρατα. Το ίδιο ισχύει και για την ασπίδα τύπου spara, η οποία ήταν ορθογώνια και κάλυπτε ολόκληρο το σώμα και τα πόδια του άντρα, με όσους την έφεραν να τοποθετούνται στην πρώτη γραμμή. Η ασπίδα τύπου taka, όμοια με την πέλτη, χρησιμοποιείτο από τους ψιλούς και τους τοξότες, οι οποίοι χρειάζονταν ευλυγισία όσο επιτίθεντο. Η ασπίδα ασσυριακού τύπου αποτελούσε εξαίρεση, καθώς ήταν κατασκευασμένη από χαλκό, με διακόσμηση φυτικών ή ζωικών θεμάτων.
Το τόξο, τέλος, υπήρχε στον περσικό στρατό σε 3 μεγέθη, το κάθε ένα με διαφορετικό μέγεθος και ισχύ. Το μικρό τόξο χρησιμοποιείτο είτε από τους ιπποτοξότες είτε ως δευτερεύον όπλο από τους πεζούς. Το τόξο κανονικού μεγέθους χρησιμοποιείτο από τα σώματα των τοξοτών, ενώ το μεγάλο χρησιμοποιείτο από ειδικά εκπαιδευμένους τοξότες, βάλλοντας σε μεγάλες αποστάσεις, με το μέγεθός του να αναγκάζει τον στρατιώτη να γονατίσει, προκειμένου να καταφέρει να τεντώσει τη μεγάλη χορδή. Στα εκήβολα όπλα εντάσσονται και τα ακόντια των πελταστών, τα οποία ρίχνονταν από σχετικά κοντινές αποστάσεις. Αξίζει να σημειωθεί πως οι πελταστές κατασκεύαζαν οι ίδιοι τα ακόντιά τους, χαράσσοντας τα προσωπικά τους σύμβολα σε αυτά, προκειμένου να τα ανακτήσουν μετά τη μάχη.
Το μέγεθος του Περσικού Στρατού διχάζει τους επιστήμονες, με τον αριθμό των 2.500.000 περίπου ανδρών του Ηροδότου να φαντάζει εξωπραγματικός και απίθανος. Μετριοπαθέστεροι ιστορικοί κατεβάζουν τον αριθμό στους 600.000-700.000, αριθμός που μοιάζει περισσότερο πιθανός, ενώ ορισμένοι υποστηρίζουν πως ο στρατός των εισβολέων δεν υπερέβαινε τις 100.000! Όποια και αν είναι η αλήθεια, η στρατιά αυτή, όσες φορές προσπάθησε να καταλάβει τη γη και το ύδωρ του ελλαδικού χώρου, συνάντησε τη γρανιτένια αντίσταση των κατοίκων του, οι οποίοι ενώθηκαν και, παρά τις δυσκολίες και τις διαφορές, κατάφεραν να τους απωθήσουν.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Head, Duncan (1992), Achaemenid Persian Army, England: Stockport Publications
- Γιαννόπουλος, Χρήστος (2009), Πολεμιστές της Αρχαιότητας και του Μεσαίωνα, Αθήνα: Εκδόσεις Περισκόπιο
- Γαρουφαλής, Ν. Δημήτριος (2003), Περσικοί Πόλεμοι 490-479 π.Χ., Αθήνα: Εκδόσεις Περισκόπιο