Του Δημήτρη Βρεττού,
Η κρίση στην Ουκρανία φαίνεται να μονοπωλεί το ενδιαφέρον από οικονομική πέρα από γεωπολιτική σκοπιά, με τις αγορές να καλούνται να ισορροπήσουν σε τεντωμένο σχοινί. Είναι γεγονός ότι η πρότερη ζωηρή διάθεση για ανάληψη ρίσκου φαίνεται να περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό την τρέχουσα εβδομάδα, με τους επενδυτές να αναζητούν ασφάλεια και σιγουριά στα κρατικά ομόλογα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω ενίσχυση των τιμών των αμερικανικών κυβερνητικών τίτλων, οι οποίες ανέκτησαν μέρος των κεκτημένων που φαίνεται να απώλεσαν αυτό το διάστημα, κατευθυνόμενες μερικώς από την υποχώρηση των προσδοκιών για επιθετική νομισματική πολιτική από μέρους της Fed, λόγω της ρευστής γεωπολιτικής κατάστασης που προκαλεί γενικευμένο κλίμα αβεβαιότητας.
Με συνολική αύξηση 150 μονάδων βάσης τιμολογεί η προθεσμιακή αγορά στα επιτόκια της Fed μέχρι τον Δεκέμβρη του 2022, έναντι προβλεπόμενης ανόδου της τάξεως περίπου των 170 μονάδων βάσης την εβδομάδα που μας πέρασε, ενώ η πιθανότητα αύξησης των 50 μονάδων που εκτιμάται την επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής –ενδεχόμενο που τυγχάνει επιδοκιμασίας από μερίδα αξιωματούχων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των Η.Π.Α.– έχει υποχωρήσει κατά 40%. Τηρουμένων των συνθηκών και της σταθεράς πως η απόδοση κινείται αντιστρόφως ανάλογα της τιμής, η απόδοση του δεκαετούς αμερικανικού ομολόγου έπεσε κάτω από 1,97%, έπειτα από άνοδο την προηγούμενη εβδομάδα πάνω από το 2% για πρώτη φορά από τον Αύγουστο του 2019, ύστερα από την ανακοίνωση των ισχυρών στοιχείων πληθωρισμού στις Η.Π.Α. για τον Ιανουάριο, όταν καταγράφηκε νέο υψηλό ρεκόρ 40 ετών για τον κύριο δείκτη τιμών καταναλωτή στο 7,5% και τον λεγόμενο δομικό πληθωρισμό στο 6% αντίστοιχα, σε ετήσια βάση.
Δεδομένης της κατάστασης που μυρίζει… μπαρούτι στα ουκρανικά σύνορα, η αμερικανική οικονομία στέκεται στο ύψος των περιστάσεων, με την αγορά ομολόγων να παραμένει αλώβητη, βάσει των μέχρι στιγμής στοιχείων. Ενδεικτικά, οι λιανικές πωλήσεις σημείωσαν αύξηση 3,8% μηνιαίως —μεγαλύτερης, δηλαδή, της αναμενόμενης— μέσα στον Ιανουάριο, «ρεφάροντας» με αυτόν τον τρόπο την πτώση του 2,5% του προηγούμενου μήνα, Η βιομηχανική παραγωγή παρουσίασε επίσης ανοδική, αν και ομολογουμένως πιο «χλιαρή» άνοδο, με αύξηση της τάξεως του 1,4%, ενώ οι οικοδομικές άδειες συνεχίζουν το θεαματικό σερί αυξήσεων, αφού αυτόν τον μήνα, για τέταρτη φορά συνεχόμενα, κατέγραψαν αύξηση, τώρα με 6,8% σε μηνιαία βάση. Όσον αφορά τις αγορές συναλλάγματος, πρέπει να σημειωθεί πως η συναλλαγματική ισοτιμία μεταξύ ευρώ και δολαρίου παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη εν μέσω κρίσης στην Ουκρανία, με τα εμπλεκόμενα μέρη να βρίσκονται σε αναμονή νέων στοιχείων για την αμερικανική οικονομία, από τα οποία θα εξαρτηθεί το μέγεθος της αναμενόμενης αύξησης των επιτοκίων της Fed στην επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής.
Πέρα από την υφιστάμενη κατάσταση των αγορών και τις οικονομικές προεκτάσεις, η προσοχή εστιάζεται εξίσου και στην ίδια τη ρωσο-ουκρανική κρίση, η οποία μπορεί να αποβεί μοιραία σε μακροχρόνιο ορίζοντα. Από τη μεριά τους, οι Υπουργοί Οικονομικών των χωρών που απαρτίζουν την «ομάδα των επτά» ή κατά κόσμον την G-7, τη συσπείρωση δηλαδή των ισχυρότερων οικονομιών παγκοσμίως, έθεσαν τελεσίγραφο στη Μόσχα, προειδοποιώντας πως ενδεχόμενη μελλοντική εισβολή στην Ουκρανία θα έχει βαριές οικονομικές συνέπειες για τη Ρωσία. Σε κοινή δήλωση τους, μάλιστα, οι Υπουργοί Οικονομικών τονίζουν πως η κατ’ εξακολούθηση στρατιωτική συσσώρευση πέριξ των συνόρων της Ουκρανίας από μέρους της Ρωσίας εγείρει «σοβαρή ανησυχία». Στην δήλωση αυτήν, η G-7 καθιστά σαφές πως προτίθεται να «απαντήσει» τόσο με στοχευμένες δράσεις, προκειμένου να συνδράμει στην πληγείσα ουκρανική οικονομία, όσο και με χρηματοοικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία. Την ίδια στιγμή, συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις σε κλίμα διπλωματικού πυρετού, με σκοπό πάντα την εξομάλυνση των σχέσεων και την επιστροφή στην κανονικότητα, πάντα με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.
Από τη μεριά της, πάντως, η Ουκρανία δηλώνει αποφασισμένη να διαφυλάξει την εδαφική της ακεραιότητα, τη σταθερότητά της, οικονομική και χρηματοπιστωτική. Για την τελευταία, πρέπει να σημειωθεί πως η χώρα έχει λάβει οικονομική βοήθεια που αγγίζει σχεδόν τα 50 δις δολάρια την τελευταία οκταετία, μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ενώ υπάρχει η διάθεση για περαιτέρω χρηματοδότηση, όπως τόνισε η G-7, προκειμένου η Ουκρανία να ορθοποδήσει οικονομικά ξανά.