19.7 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΜικρά ΚαθημερινάΚατίνα Παξινού: Η διεθνής καριέρα, ο έρωτας, το Όσκαρ, η προσωπικότητα

Κατίνα Παξινού: Η διεθνής καριέρα, ο έρωτας, το Όσκαρ, η προσωπικότητα


Tης Σοφίας Λιάτη,

Κατίνα Παξινού, μια ηθοποιός παγκόσμιου βεληνεκούς, ένα μοναδικό ταλέντο, που κατάφερε να ξεχωρίσει μέχρι και στο Hollywood.

Η Κατίνα Παξινού ή Αικατερίνη Κωνσταντοπούλου, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου του 1900, στον Πειραιά, και ήταν κόρη του γνωστού αλευροβιομήχανου Βασίλη Κωνσταντόπουλου. Από την οικογένειά της έλαβε πολλή αγάπη και υποστήριξη. Από παιδί ήταν ένα ανήσυχο πνεύμα, ζωηρή, μαχητική, έντονη, ξεχωριστή. Μάλιστα, στα 9 της χρόνια απεβλήθη από την Σχολή Καλογραιών, γιατί ήταν ατίθαση, κι έτσι, η μητέρα της την έστειλε στο Κονσερβατουάρ, στην πόλη της Γενεύης. Ήταν φανερό ότι από μικρή ήθελε να ασχοληθεί με το θέατρο και τις τέχνες, κι έτσι, αποφασίζει να σπουδάσει μουσική και τραγούδι στο Ωδείο της Γενεύης, αλλά και σε αντίστοιχες σχολές στο Βερολίνο και τη Βιέννη.

Πρώτη της εμφάνιση ήταν στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, το 1920, σε πρωταγωνιστικό ρόλο, στην όπερα «Αδελφή Βεατρίκη». Στα 18 της χρόνια παντρεύτηκε τον βιομήχανο Γιάννη Παξινό κι έτσι, πήρε και το όνομά του, το οποίο κράτησε για όλη την υπόλοιπη καλλιτεχνική της πορεία. Με τον Παξινό αποκτούν δύο κόρες, εκ των οποίων η μία χάνεται σε πολύ μικρή ηλικία. Σε θεατρική παράσταση πρόζας εμφανίζεται για πρώτη φορά στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, στο έργο «Η γυμνή γυναίκα», του Ανρί Μπατάιγ. Έχοντας χωρίσει από τον πρώτο σύντροφό της, σε αυτή την παράσταση γνωρίζει και ερωτεύεται παράφορα τον, επίσης σπουδαίο ηθοποιό, Αλέξη Μινωτή κι ύστερα παντρεύονται. Με τον Μινωτή θα γίνουν πολλές φορές θεατρικό ζευγάρι κι εκτός από την πραγματική ζωή, θα συνδεθούν και καλλιτεχνικά. Το 1931, αποτέλεσαν και οι δύο μέρος του συνεταιρικού θιάσου του Αιμίλιου Βεάκη και μαζί ανέβασαν σημαντικά κλασσικά έργα διεθνούς ρεπερτορίου, όπως τον «Θείο Βάνια» του Τσέχωφ.

Πηγή Εικόνας: Σαν Σήμερα

Έπειτα, από τα μέσα της δεκαετίας του ‘30 μέχρι το 1940, εμφανίζεται, κυρίως, στο Εθνικό Θέατρο και καταξιώνεται πια ως ηθοποιός και ως καλλιτέχνις. Ερμηνεύει σπουδαίους ρόλους, σε έργα αρχαίων τραγωδιών και Σαίξπηρ, τα οποία παρουσιάζει και στο εξωτερικό, όπου τελικά αποφασίζει να διαμείνει κατά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Συγκεκριμένα, μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και καταφέρνει να εμφανίζεται στο Broadway. Το ταλέντο της πια διαχέεται διεθνώς και μέσω των παραστάσεών της εκεί γνωρίζει μάνατζερ και σκηνοθέτες, τους οποίους και εντυπωσιάζει. Πρωταγωνιστεί σε μεγάλες ταινίες, η φήμη της απογειώνεται και, μάλιστα, το 1944 γίνεται η πρώτη Ελληνίδα ηθοποιός που τιμάται με βραβείο Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου, για την ταινία του Σαμ Γουντ, «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα».

Μια ακόμη βράβευση έρχεται με το βραβείο Κοκτό, στο Φεστιβάλ Μπιαρίτς, για την ερμηνεία της στην ταινία «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα». Η καλλιτεχνική της πορεία και καταξίωση συνεχίζεται στην Αμερική, ενσαρκώνοντας ακόμα πιο σπουδαίους ρόλους, όπως αυτόν της Έντα Γκάμπλερ. Συγκεκριμένα, οι  New York Times έγραψαν για την εμφάνισή της: «Παίζει με την εμβέλεια και τη ζωτικότητα μιας γυναίκας που είναι συνηθισμένη στους μεγάλους ρόλους. Και είναι ολοφάνερο ότι τους δικαιούται. Έχει τελειοποιήσει τα πάντα όσον αφορά την Έντα, εκτός από την αγγλική γλώσσα, η οποία, ωστόσο, δεν ήταν η μητρική γλώσσα της Έντα εξαρχής». Πρωταγωνιστεί επίσης, μεταξύ άλλων, σε επιτυχημένες ταινίες και θεατρικά, όπως η «Sophie», «Ο Εμπρηστής», «Θείος Σίλας ή η Κληρονομιά» και «Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα», του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, το οποίο και μεταφέρει αργότερα στο Εθνικό Θέατρο. Στη διαμονή της εκεί συναναστρέφεται με μεγάλους αστέρες του Hollywood, όπως τη Μέριλιν Μονρόε και τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ, καθώς και με ταλαντούχους σκηνοθέτες, όπως τον Ζυλ Ντασσέν, οι οποίοι υποκλίνονται στην εκρηκτική της προσωπικότητα, αλλά και στο αδιαμφισβήτητο ταλέντο της.

Το 1950 επιστρέφει στην Ελλάδα, αλλά και στην σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, μαζί, φυσικά, με τον Αλέξη Μινωτή. Ονειρεμένοι και δύσκολοι ρόλοι συναντούν ξανά την Κατίνα Παξινού, καθώς εκείνη την εποχή καταπιάνεται με έργα όπως η «Εκάβη», οι «Φόνισσες», «Η τρελή του Σαγιό» κ.α. Το 1968, η Παξινού και ο Μινωτής δημιουργούν δικό τους θίασο και παίζουν στην Θεσσαλονίκη, στο θέατρο Αυλαία και στην Αθήνα, στο θέατρο «Διάνα».

Πηγή Εικόνας: Bovary.gr

Η Παξινού συμμετείχε κι έπαιξε σε συνολικά 14 ταινίες, εκ των οποίων μόνο μία είναι ελληνικής παραγωγής και ονομάζεται το «Νησί της Αφροδίτης», του Γιώργου Σκαλενάκη. Παρόλα αυτά, ο Αλέκος Σακελλάριος, θαυμάζοντας την Παξινού, προτείνει στον Φίνο να παίξει αυτή το ρόλο της θείας Καλλιόπης, στην ομώνυμη ταινία «Η θεία από το Σικάγο». Εν τέλει, βέβαια, αρνείται, γιατί πιστεύει πως το κοινό την έχει συνηθίσει σε ρόλους αρχαίας τραγωδίας και πως η ταινία δεν θα έχει επιτυχία.

Η Κατίνα Παξινού άφησε την τελευταία της πνοή στις 22 Φεβρουαρίου του 1973, σε ηλικία 72 ετών. Ήταν μία γυναίκα σύμβολο για μία ολόκληρη εποχή την οποία «ξεπερνούσε», καθώς ο δυναμισμός και η ελεύθερη σκέψη της ήταν κύρια χαρακτηριστικά της. Γοητευτική, ταλαντούχα, έξυπνη και παθιασμένη, έκανε όλο τον κόσμο να μιλά γι’ αυτήν. Ο Οrson Welles είχε δηλώσει για εκείνη: «Η Κατίνα Παξινού, δεν είναι μόνο μεγάλη, είναι μοναδική».


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Κατίνα Παξινού: Όταν το διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα υποκλίθηκε στο ταλέντο της, Πρώτο Θέμα, διαθέσιμο εδώ
  • Κατίνα Παξινού: Το Όσκαρ, ο θάνατος της κόρης της, η χρεοκοπία, οι τιμές βασίλισσας και ο καρκίνος, Enimerotiko, διαθέσιμο εδώ
  • Κατίνα Παξινού, Σαν Σήμερα, διαθέσιμο εδώ

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Λιάτη
Σοφία Λιάτη
Γεννήθηκε το 2001 στον Πειραιά όπου και μεγάλωσε. Είναι δευτεροετής φοιτήτρια στο τμήμα Επικοινωνίας Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Όνειρό της είναι η ενασχόληση με τη δημοσιογραφία και ειδικότερα με την αρθογραφία και το ραδιόφωνο. Θυμάται πάντα τον εαυτό της να ενδιαφέρεται για τις τέχνες και τον πολιτισμό και αφιερώνει τον ελεύθερο χρόνο της στο ερασιτεχνικό θέατρο, την μουσική και τα βιβλία.