Της Σοφίας Δυσσέλιας Λίτσα,
Λέγεται συχνά, μεταξύ αστεϊσμού και επικρίσεως, πως οι σημερινοί νέοι δεν θα άντεχαν να ζήσουν σε συνθήκες ανάλογες με εκείνες στις οποίες έζησαν οι παππούδες και οι προπαππούδες τους. Η αλήθεια είναι πως η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας έφερε ευκολίες και ανέσεις στη ζωή του ανθρώπου. Πέρα από αυτές, έφερε και νέους τρόπους σκέψεις, νέες νόρμες και μόδες. Οι αξίες επαναπροσδιορίζονται αενάως και μαζί τους και οι προτεραιότητες του ατόμου. Η προσωπική ζωή κοινοποιείται και παύει σιγά σιγά να είναι προσωπική, ενώ διαπιστώνεται -χωρίς καμία τάση εξιδανίκευσης του παρελθόντος και μετά μεγάλης λύπης- πως οι σχέσεις ολοένα και υστερούν σε βάθος και ουσία. O tempora, o mores.
Στη γενικότερη τάση «αποπροσωποποίησης» των σχέσεων και των συσχετισμών της ανθρώπινης ζωής έχουν οδηγήσει διάφοροι λόγοι. Ήδη από τη δεκαετία του ’80 το κυρίαρχο και έμμεσα επιβαλλόμενο κοινωνικό μοντέλο άρχισε να μεταλλάσσεται· τα επιθυμητά αγαθά έπαψαν να είναι τα αναγκαία προς το ζην και ο κύκλος διευρύνθηκε απότομα: μόνιμη κατοικία, εξοχική κατοικία, ακριβό αυτοκίνητο πόλης, ακριβό αυτοκίνητο εκδρομών, φανταχτερά ρούχα και κοσμήματα, πολυτελείς διακοπές κ.ο.κ. Μεγάλη μερίδα όσον πόθησαν τα παραπάνω το έπαθε λόγω της επιβαλλόμενης από τα κοινωνικά πρότυπα «μόδας», ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που αποκτώντας τα, ακόμα και με δανεικά, νόμισαν πως αναβαθμίστηκαν, πως ανελίχθηκαν κοινωνικά.
Όλη αυτή η αδηφάγα τάση απόκτησης υλικών αγαθών, γέννησε και την ανάγκη προβολής και επίδειξής τους. Ο ιδιοκτήτης του προαναφερθέντος ακριβού αυτοκινήτου πόλης, δεν έμεινε στην κάλυψη της «επίπλαστης» ανάγκης για απόκτησή του αλλά θέλησε να καταστήσει την κάλυψη αυτή γνωστή και στους γύρω του. Οι άνθρωποι -με εξαιρέσεις πάντα- άρχισαν να βαίνουν σε πράξεις και ενέργειες, για να τους δουν οι άλλοι, και όχι για να επωφεληθούν από την ουσία των πράξεών τους. Απεκδύθηκαν του είναι και φασκιώθηκαν με το φαίνεσθαι.
Σε πολλούς τομείς της κοινωνικής συμπεριφοράς και αλληλεπίδρασης έχουν γίνει βήματα βελτίωσης, στο συγκεκριμένο τομέα, ωστόσο σε αυτόν της αυτοπροβολής και της επίδειξης, όχι ιδιαιτέρως. Η «δηθενοποίηση» και εμπορευματοποίηση κάθε εκφάνσεως της ζωής μας, δυστυχώς, καλά κρατούν.
Πλέον, με τη συστηματική καθοδήγηση μέσων μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, η εικόνα έχει αναχθεί σε αυτοσκοπό και η προβολή σε μέσο επιβεβαίωσης. Ελάχιστοι είναι εκείνοι που απολαμβάνουν τις προσωπικές τους ζωές incognito. Ακόμα και άυλα πράγματα, όπως η αγάπη, το πένθος ή ο έρωτας, αν δεν κοινοποιηθούν (αν δε διαλαληθούν δηλαδή), για πολλούς είναι σαν να μην υπήρξαν. Τελετές όπως ο γάμος, έχουν αναχθεί σε κοστοβόρες κοινωνικές εκδηλώσεις που το μόνο που προσφέρουν, πέρα από «ιλουστρασιόν» φωτογραφίες και αίσθηση υπεροχής στους γονείς των νεονύμφων είναι χρέη στο ζευγάρι.
Τα όσα παρατηρήθηκαν παραπάνω είναι σαφές πως είναι προβληματικά και χρήζουν ριζικής αλλαγής. Πέρα από το αστείο του πράγματος (είναι αστείο να κάνεις κάτι για να σε δει κάποιος), η υπερπροβολή και η μανιώδης επίδειξη έχουν αντίκτυπο στην ψυχοσύνθεση και στον τρόπο σκέψης και δράσης των ατόμων. Από τη μια πλευρά, όσοι πληρούν τις προϋποθέσεις, τα δήθεν standards, του επιθυμητού πλημμυρίζουν από μία -ψευδεπίφορη- αίσθηση ολοκλήρωσης, και από την άλλη πλευρά, όσοι αδυνατούν να τα πλησιάσουν, νιώθουν πως μειονεκτούν και αγκομαχούν για να τα φτάσουν.
Καμία από τις ανωτέρω κατηγορίες ανθρώπων δεν αποτελεί υγιές πρότυπο. Αμφότερες είναι παραδείγματα προς αποφυγήν. Σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή, είναι καιρός επιτέλους να επικεντρωθούμε στην ουσία των πραγμάτων και να πάψουμε να δίνουμε έμφαση και σημασία στο περιτύλιγμα. Αν δεν το κάνουμε αυτό, και μάλιστα εγκαίρως, θα συνεχίζει να μας ταιριάζει γάντι το ασιμικό: «Ω, εποχή, μου θυμίζεις τον Καίσαρα, και οι μελλοθάνατοι, σε χαιρετούν».