Του Ιάσονα Λαδέα,
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, η άγρια δολοφονία του δεκαοκτάχρονου Άλκη Καμπανού απασχολεί έντονα την ελληνική επικαιρότητα. Το τραγικό αυτό περιστατικό αποτελεί ένα ακόμη φαινόμενο της τυφλής οπαδικής βίας στη χώρα μας, η οποία δηλητηριάζει τον ελληνικό αθλητισμό από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Ο χουλιγκανισμός, ένα αρρωστημένο κοινωνικό φαινόμενο, παύει με την πάροδο του χρόνου να εκδηλώνεται αποκλειστικά στις κερκίδες των γηπέδων. Ο όρος, αρχικά, περιέγραφε τη βίαιη και ανάρμοστη συμπεριφορά των οπαδών κατά τη διάρκεια των αγώνων. Εδώ και δύο δεκαετίες, ωστόσο, το φαινόμενο αυτό έλαβε νέες διαστάσεις, με άγριες συμπλοκές οπαδών σε ανύποπτες στιγμές, ακόμα και κατά τη διάρκεια φαινομενικά ασήμαντων αναμετρήσεων.
Το αποτρόπαιο έγκλημα σε βάρος ενός νεαρού ενήλικα, που το μόνο «λάθος» που έκανε ήταν να υποστηρίζει μια ομάδα με διαφορετικά χρώματα, εκθρόνισε από τις πρώτες θέσεις των δελτίων ειδήσεων την εξέλιξη της πανδημίας και τα υπόλοιπα μείζονος σημασίας θέματα, καθιστώντας απαραίτητη την παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης. Στο Μέγαρο Μαξίμου πραγματοποιήθηκε σύσκεψη με σκοπό την εξέταση νέων μέτρων και τη διαμόρφωση ενός πιο αυστηρού θεσμικού πλαισίου για την αντιμετώπιση της οπαδικής βίας. Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, έκανε λόγο για τις πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης, οι οποίες ενισχύουν την έμπρακτη προσπάθεια περιορισμού της βίας.
Πιο συγκεκριμένα, η ελληνική πολιτεία θα προχωρήσει στην αυστηροποίηση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας οπαδικών συνδέσμων, αλλά και των παραρτημάτων τους. Φημολογείται πως θα υπάρχουν προϋποθέσεις, όπως το καθαρό ποινικό μητρώο για όσους είναι μέλη σε συνδέσμους, ενώ οι ΠΑΕ θα αναλάβουν πιο ενεργό ρόλο και μεγαλύτερη ευθύνη στον έλεγχό τους. Επιπλέον, όπως κρίνεται απαραίτητο, θα υπάρξει εντατικοποίηση των αστυνομικών ελέγχων. Αξίζει, επίσης, να σημειώσουμε πως εξετάζονται σημαντικές προσαρμογές στον Ποινικό Κώδικα. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η καθολική κατάργηση του ανασταλτικού χαρακτήρα των ποινών. Να μη δίνεται, δηλαδή, δυνατότητα αναστολής, αλλά αποκλειστικά έκτιση ποινής ή φυλάκισης. Δεν αποκλείεται, ακόμα, η υιοθέτηση μοντέλων του εξωτερικού, βάσει των οποίων ο κατηγορούμενος είναι υποχρεωμένος να παραστεί στο αστυνομικό τμήμα κατά τη διάρκεια διεξαγωγής των αγώνων της ομάδας του. Τέλος, έντονες συζητήσεις γίνονται γύρω από το ενδεχόμενο αλλαγής του τρόπου διοίκησης της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (ΕΠΟ).
Σήμερα ήταν ο Άλκης. Αύριο μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε. Αυτή είναι μια βαρύγδουπη, ανησυχητική και συνάμα αφυπνιστική αλήθεια. Διαφέρει, μάλιστα, από τις τελευταίες δολοφονικές επιθέσεις Ελλήνων οπαδών. Με τον όρο θύμα οπαδικής βίας, κάποιος που έχει ασχοληθεί ελάχιστα με το ελληνικό ποδόσφαιρο, φέρνει αμέσως στη μνήμη του τον Μιχάλη Φιλόπουλο. Το αιματηρό απόγευμα της 29ης Μαρτίου του 2007 χαρακτηρίστηκε από ένα προκαθορισμένο «ραντεβού θανάτου» μεταξύ οπαδών, πριν από έναν φαινομενικά αδιάφορο αγώνα βόλεϊ γυναικών μεταξύ του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού. Ο εικοσιδιάχρονος οπαδός μαχαιρώνεται και ξεψυχά στο οδόστρωμα.
Ωστόσο, η περίπτωση του Άλκη διαφέρει. Και μάλιστα πολύ. Ο ίδιος ήταν απλά, ένα βράδυ, κοντά στην περιοχή του γηπέδου του Άρη και δέχθηκε μια φρικτή, οργανωμένη και άνανδρη επίθεση από πολλά άτομα με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του. Η υπόθεση αυτή θυμίζει περισσότερο την περίπτωση του δεκταοχτάχρονου Αριστείδη Δημητριάδη, ενός αθλητής ποδηλασίας, ο οποίος το 1983 βρισκόταν στην περιοχή του Χαριλάου με μία παρέα φίλων του. Τότε, ο νεαρός Αριστείδης ρώτησε πόσο έληξε ο ποδοσφαιρικός αγώνας μεταξύ του Παναθηναϊκού και του Άρη στην Αθήνα και όταν άκουσε το αποτέλεσμα και τη νίκη του Παναθηναϊκού πείραξε «για πλάκα» τους φίλους του. Κάποια άτομα αντιλήφθηκαν το σχόλιό του και άρχιζαν να τον χτυπούν με απίστευτη βαναυσότητα, με αποτέλεσμα ο νεαρός να νοσηλευθεί, να παραμείνει στην εντατική και να φύγει από τη ζωή λίγες ημέρες αργότερα.
Τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, η έλλειψη παιδείας, ο φανατισμός, η αντιδραστική συμπεριφορά των νέων, αλλά και η ανάγκη εκτόνωσης που πηγάζει από την πιεστική καθημερινότητα των αστικών κέντρων αποτελούν μερικές από τις αιτίες του χουλιγκανισμού. Δε θα προβούμε, ωστόσο, σε μία ατέρμονη ανάλυση των αιτιών του φαινομένου. Τα νέα μέτρα που εξετάζονται από την Κυβέρνηση δεν προσδίδουν μία ιδιαίτερη νότα αισιοδοξίας, καθώς το φαινόμενο της οπαδικής βίας επαναλαμβάνεται κάθε φορά και σε μία πιο δυσάρεστη μορφή. Οι άνθρωποι αυτοί το μόνο που καταφέρνουν είναι να αμαυρώνουν την ιστορία των ομάδων τους, να δηλητηριάζουν το ελληνικό ποδόσφαιρο και να απομακρύνουν περισσότερο τους υγιείς φιλάθλους από τον χώρο του αθλητισμού. Η Κυβέρνηση, αλλά και ο μέσος φίλαθλος, μέσα από την τραγική ιστορία του Άλκη, βουτά στον πυρήνα του προβλήματος και του παράλογου γηπεδικού οπαδισμού, ενώ, παράλληλα, προβληματίζεται και ευαισθητοποιείται. Τουλάχιστον για λίγο, μέχρι να ξεχαστεί η είδηση και να ποδοπατηθεί από τις εξελίξεις της πολιτικής και της οικονομίας.
Σε τελική ανάλυση, καθίσταται σαφές πως το φαινόμενο της οπαδικής βίας αποτελεί ένα αγκάθι στον υγιή χώρο του αθλητισμού, αλλά και στην εύρυθμη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ο χαμός του Άλκη συγκλόνισε την ελληνική και την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, υπογραμμίζοντας για ακόμα μία φορά την ανάγκη της καταπολέμησης του χουλιγκανισμού σε όλα τα επίπεδα. Η αυστηροποίηση του θεσμικού πλαισίου σχετικά με την οπαδική βία κρίνεται απαραίτητη, ιδιαίτερα μετά τα τελευταία γεγονότα, με απώτερο σκοπό την προστασία της ανθρώπινης ζωής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Στα σκαριά νέα μέτρα κατά της οπαδικής βίας, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
- Τα θύματα οπαδικής βίας που συγκλόνισαν την Ελλάδα: Από τον Άρη Δημητριάδη (1983) στον Άλκη Καμπανό, iefimerida.gr, διαθέσιμο εδώ