Της Κατερίνας Σακκούλα,
Πριν από 200, περίπου, χρόνια, γεννήθηκε μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της επιστημονικής κοινότητας. Η θεωρία που ανέπτυξε, αναφορικά με την εξέλιξη των ειδών, η οποία, πλέον, βασίζεται στη φυσική επιλογή και όχι σε κάποια ανώτερη δύναμη, είναι γνωστή σε όλους. Το ίδιο γνωστό είναι, φυσικά, και το ταξίδι του πάνω στο HMS Beagle. Ο λόγος για τον Κάρολο Δαρβίνο.
Ο γνωστός φυσιοδίφης –πρωτίστως, και αργότερα βιολόγος– προερχόταν από ένα οικογενειακό περιβάλλον που τον πίεζε να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του και να γίνει και ο ίδιος γιατρός. Πράγματι, ακολούθησε αυτή την πορεία για δύο χρόνια, σπουδάζοντας στο Πανεπιστήμιο του Eδιμβούργου. Εκεί, γνώρισε τον Ρόμπερτ Έντμοντ Γκραντ, ο όποιος ασπαζόταν τις ιδέες του Ζαν Μπαπτίστ Λαμάρκ για την εξέλιξη –τις οποίες στο Λύκειο συνήθιζα να περιγράφω ως «θέλω, άρα μπορώ», δηλαδή, με λίγα λόγια, υποστήριζε ότι αν χρειάζεσαι ένα χαρακτηριστικό για την επιβίωσή σου, μπορείς να το αποκτήσεις–, τις οποίες και δίδαξε στον νεαρό Δαρβίνο.
Ο ίδιος εντυπωσιάστηκε με τα καινούργια, τόσο για τον ίδιο όσο και την εποχή, δεδομένα και αποφάσισε να ασχοληθεί περαιτέρω με το θέμα. Έτσι, άφησε πίσω του την ιατρική και εγγράφηκε στο Χριστιανικό Κολέγιο του Κέιμπριτζ προκειμένου να γίνει κληρικός, καριέρα που θα του έδινε χρόνο να ασχοληθεί με την εξερεύνηση της φύσης, που τόσο αγαπούσε.
Κάποια χρόνια αργότερα, και έχοντας αποκτήσει ένα πτυχίο στις Τέχνες, ο Δαρβίνος συμφωνεί να ακολουθήσει έναν εξίσου νέο αριστοκράτη, ο οποίος ταξίδευε προς την Γη του Πυρός και στη συνέχεια θα έκανε τον γύρο του κόσμου.
Το ταξίδι με το HMS Beagle ήταν δύσκολο και κουραστικό και διήρκησε, περίπου, πέντε χρόνια. Ο Δαρβίνος αξιοποίησε μέρος του χρόνου του παρατηρώντας τα διάφορα θαλάσσια είδη, ενώ το υπόλοιπο χρονικό διάστημα –που αποτέλεσε και το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου πάνω στο πλοίο– το πέρασε ζαλισμένος και με ναυτία.
Στις 15 Σεπτεμβρίου 1835, το πλοίο προσαράζει στα νησιά Γκαλαπάγκος, ένα σύμπλεγμα νησιών, κυρίως, ηφαιστειακής προέλευσης, στον Ισημερινό. Εκεί συνάντησαν μια μεγάλη ποικιλομορφία πανίδας, που οφείλεται στη γεωγραφική απομόνωση της περιοχής. Ο Δαρβίνος αναγνώρισε αρκετά είδη χελωνών –με πιο γνωστό τις γιγάντιες χελώνες των Γκαλαπάγκος–, πολλά διαφορετικά ιγκουάνα και ακόμα περισσότερα είδη πτηνών.
Ο Δαρβίνος επέστρεψε στο Λονδίνο με ένα ημερολόγιο εφτακοσίων εβδομήντα σελίδων, σχεδόν τις διπλάσιες σημειώσεις και δώδεκα καταλόγους από απολιθώματα, που συνέλεξε στο ταξίδι. Με τα συγκεκριμένα δείγματα –και μετά από διεξοδικές συζητήσεις με το φυσιοδίφη Κάρολο Λιέλ– αποφασίζει να επικεντρωθεί περισσότερο στις διαφορές μεταξύ των ειδών.
Η μελέτη του τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μία δύναμη –για λόγους έλλειψης καλύτερης λέξης, που να αποδίδει σωστά το νόημα–, η οποία ευνοεί την επιβίωση εκείνου με τα καλύτερα χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, αν υπάρχουν δύο διαφορετικές αντιλόπες, που η μία τρέχει πιο γρήγορα από την άλλη, θα επιβιώσει αυτή που τρέχει ταχύτερα, καθώς δεν θα την πιάσουν οι θηρευτές, με αποτέλεσμα να μας δώσει απογόνους που θα φέρουν αυτό το χαρακτηριστικό. Ονόμασε τη δύναμη αυτή φυσική επιλογή.
Μετά το πέρας του ταξιδιού του, και των 24 χρόνων που αφιέρωσε στην έρευνα, με την υποστήριξη του βιολόγου, και φίλου, Τόμας Χένρι Χάξλεϊ, ο Δαρβίνος αποφάσισε να εκδώσει, το Νοέμβριο του 1859, το βιβλίο του, Η καταγωγή των ειδών (πρωτότυπος τίτλος On the origin of species: by means of natural selection). Το βιβλίο του άλλαξε τα δεδομένα της επιστήμης, ενώ η ανακάλυψή του τον κατέστησε μία από τις σπουδαιότερες μορφές της ανθρώπινης ιστορίας μέχρι και σήμερα.
ENΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ