Της Κατερίνας Μακράκη,
Στην αναμονή περιμένεις να συμβεί κάτι… σωστά; Στο νοσοκομείο, συγκεκριμένα, συνήθως περιμένεις να αδειάσει μία θέση για να την καταλάβεις εσύ ή να βρεθεί κάποιος γιατρός να σε εξετάσει, γιατί υπάρχουν ελλείψεις. Βέβαια, η λέξη έλλειψη δεν ξέρω κατά πόσο ευσταθεί, γιατί από όσο γνωρίζω κάθε χρόνο εισάγεται στις ιατρικές σχολές ένας μεγάλος αριθμός φοιτητών και αντίστοιχα ένας μεγάλος αριθμός αποφοιτάει. Επομένως, δεν ξέρω πώς γίνεται να μιλάμε για έλλειψη σε ποσότητα, όταν την έχουμε, αλλά η πολιτεία δεν το θεωρεί μείζων να κρατήσει το ιατρικό της προσωπικό στα δημόσια νοσοκομεία. Το ιατρικό προσωπικό στα νοσοκομεία δεν ανανεώνεται και ο μέσος όρος ηλικίας των γιατρών στο ΕΣΥ είναι τα 60 έτη. Οι νέοι γιατροί επιλέγουν συνεχώς – θέλοντας και μη – να μεταναστεύσουν σε άλλες χώρες για να βρουν επαγγελματικές ευκαιρίες.
Υπάρχει άραγε μεγαλύτερη προτεραιότητα από το να έχεις φροντίσει, σαν ένα σύγχρονο και οργανωμένο κράτος, τα πάντα να κυλούν ομαλά γύρω από το σύστημα υγείας; Το να φροντίζεις τους πολίτες σου γύρω από οποιοδήποτε πλαίσιο –πολιτισμικό, κοινωνικό, υγειονομικό– θα έπρεπε να αποτελεί την πρώτη και κύρια ευθύνη. Είναι κάτι που δε θα έπρεπε να μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, αλλά θα έπρεπε να εξασφαλίζεται υγειονομική μέριμνα από το άτομο που λόγω συγκυριών ή επιλογών είναι άστεγο, μέχρι τον άνθρωπο που ζει στο πιο απομακρυσμένο σημείο. Μιλάμε για πράγματα που θα έπρεπε να είναι αυτονόητα, αλλά, δυστυχώς, είμαστε στην εποχή που ακόμα και το να ζητήσεις το αυτονόητο, μπορεί να θεωρηθεί θράσος. Θράσος να ζητήσεις την ιατρική περίθαλψη, την οποία πληρώνεις, γιατί δουλεύεις, αλλά αν βρεθείς σε ανάγκη, το πιο σίγουρο είναι ότι θα βρεθείς να πληρώσεις ιδιωτικό γιατρό για να εξυπηρετηθείς.
Τα κρεβάτια δε φτάνουν, ο κόσμος ξαπλώνει στους διαδρόμους, φωνάζει για τη σειρά του και για να εξυπηρετηθεί… και όχι, αυτό δε συμβαίνει μόνο τώρα λόγω πανδημίας. Σίγουρα, αν έχεις περάσει μια βόλτα από τα νοσοκομεία – ειδικά από τα επείγοντα – πριν την κατάσταση που ζούμε τώρα, θα έχεις αντιληφθεί αυτά που συμβαίνουν. Όπως, επίσης, χάνεται πολύτιμος χρόνος από τη σωτηρία μιας ζωής, εφοδιάζοντας με περιπολικά οχήματα την αστυνομία και όχι με ασθενοφόρα τα νοσοκομεία. Νησιά με έναν γιατρό, με κανένα ασθενοφόρο, με ελλιπείς ιατρικές δομές και όμως έχουμε ακόμα ανθρώπους να μας κυβερνούν που αρνούνται μέχρι και δωρεές –ανεξαρτήτως από του πού θα στεγασθούν– για την οικοδόμηση νέων νοσοκομείων. Είναι που μάλλον είμαστε ήδη καλυμμένοι από το πλήρες σύστημα υγείας μας και δε χρειαζόμαστε τέτοιου είδους βοήθειες.
Πέραν όλων αυτών, όμως, κάτι πιο ουσιαστικό που έχω παρατηρήσει στον όσο χρόνο έχω περάσει μέσα σε αυτά, είναι η μοναξιά κάποιων ανθρώπων που ακόμα και τα μάτια σου να προσπαθήσουν να το παραβλέψουν, η ψυχή σου δε θα το αφήσει να περάσει απαρατήρητο. Σφίγγεται το μέσα σου, όταν βλέπεις έναν άνθρωπο ανήμπορο και μόνο σε μια δύσκολη κατάσταση μέσα στο νοσοκομείο. Βλέπεις στα μάτια αυτών των ανθρώπων μια αβεβαιότητα για το τι θα γίνει με εκείνους, έναν φόβο ως προς το να ζητήσουν βοήθεια από κάποιον ξένο και μια αγωνία. Δεν έχω δει μόνο ηλικιωμένους ανθρώπους να είναι μόνοι στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, έχω δει και πιο νέους. Σχετικά με αυτό, η δική μας ευθύνη ποια είναι; Θα μου πει κάποιος, εδώ δεν έχουμε λύσει τα βασικά του συστήματος υγείας και τώρα ψάχνουμε για την «παρέα» των ασθενών.
Κι όμως, θα έπρεπε να είμαστε ευαισθητοποιημένοι και σε αυτό το θέμα. Θα έπρεπε να έχουμε οργανώσει κάτι συλλογικό, κάτι με το οποίο κανένας άνθρωπος δε θα έμπαινε στη διαδικασία να νιώσει μόνος. Δεν είναι σωστό να νομίζουμε ότι αυτό είναι δουλειά των νοσηλευτών/νοσηλευτριών, γιατί δεν είναι. Είναι άλλο που κάποιοι ευαισθητοποιημένοι – πέρα από την δουλειά τους – θέλουν να συμβάλλουν και με αυτόν τον τρόπο. Υπάρχουν και νοσηλευτές/νοσηλεύτριες που αντί να μείνουν έστω σε μια απαθή κατάσταση, φέρονται ακόμα και άσχημα σε αυτούς τους ανθρώπους, γιατί δεν είναι κάποιος εκεί για να τους υπερασπιστεί. Ας μη γελιόμαστε, οι περισσότεροι έχουμε βρεθεί μπροστά σε τέτοια περιστατικά, μπροστά σε ανθρώπους που λόγω «εξουσίας» νομίζουν ότι μπορούν να φέρονται άσχημα στους ασθενείς.
Αν σκεφτόμασταν ότι θα μπορούσε να είμαστε εμείς ή κάποιος δικός μας στη θέση αυτού του ανθρώπου, ίσως φερόμασταν πιο ευγενικά. Όμως, δε θα έπρεπε να αρκεί το ότι είναι απλά ένας άνθρωπος σε ανάγκη; Είναι τόσο δύσκολο, εάν βρισκόμαστε στο ίδιο δωμάτιο –γιατί προσέχουμε κάποιον δικό μας–, να προσφέρουμε σε αυτόν τον άνθρωπο ένα ποτήρι νερό, να του φτιάξουμε το μαξιλάρι, για να μην πονάει, να του φτιάξουμε το κρεβάτι στο σωστό ύψος… αν δε βοηθήσουμε πρώτα μεταξύ μας ο ένας τον άλλον, η βοήθεια δεν πρόκειται να έρθει από πουθενά αλλού. Ξέρω όμορφες φιλίες που δημιουργήθηκαν σε αυτά τα δωμάτια από διπλανά κρεβάτια, ξέρω ανθρώπους που δε γνωρίζονταν και όμως μέσα σε αυτά τα δωμάτια ξεδίπλωσαν τις ιστορίες της ζωής τους. Έχω γνωρίσει μέσα σε αυτά τα δωμάτια ανθρώπους, που ίσως να μη γνώριζα έξω από αυτά, ανθρώπους που σου είπαν ότι όλα θα πάνε καλά, που είχαν έναν καλό λόγο πάνω στον δικό τους πόνο…