Της Νίκης Καραχάλιου,
«Αφήστε να ανθίσουν εκατό λουλούδια» ή «αφήστε εκατό σχολές σκέψης να αμφισβητήσουν» ήταν το σύνθημα -εμπνευσμένο από στίχους παραδοσιακού ποιήματος-, με το οποίο ο Mao Zedong (Μάο Τσετούνγκ) -κομμουνιστής επαναστάτης και ιδρυτής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (1949)- ανακοίνωσε το 1956 την έναρξη ενός απελευθερωτικού κινήματος, που αποσκοπούσε στην ολική αναδιαμόρφωση της αρκετά μέχρι τότε φτωχής και ταλαιπωρημένης Κίνας. Και το όνομα αυτού: Η εκστρατεία των 100 λουλουδιών! Η επιλογή του ονόματος, βέβαια, δεν ήταν σε καμία περίπτωση τυχαία. Αντιθέτως, με αυτό τον τρόπο ο Μάο ήθελε να τονίσει ότι στοχεύει να αποκαταστήσει την απούσα, έως τότε ελευθερία του λόγου, δίνοντας μάλιστα το δικαίωμα όχι μόνο στους διανοούμενους, αλλά και στον οποιονδήποτε, να εκφράσουν τυχόν αρνητικές κριτικές για το έργο της κυβέρνησης.
Φυσικά, ο περιορισμένος κινεζικός λαός αντιμετώπισε στην αρχή με κάποια διστακτικότητα και καχυποψία το νέο αυτό κίνημα, γι’ αυτό και δεν εφαρμόστηκε τουλάχιστον, όχι πριν από τα μέσα του 1957, οπότε και άρχισαν τα πρώτα πυρά κατά της κυβέρνησης, επιβεβαιώνοντας το φόβο των τελευταίων! Κι εκεί που θα περίμενε κανείς, η εκστρατεία των 100 λουλουδιών να είναι μία από τις ενδοξότερες στιγμές της κινεζικής Ιστορίας, κατέληξε να είναι μία από τις πιο μελανές! Για να εμβαθύνουμε όμως, και να κατανοήσουμε τα ιστορικά γεγονότα, αρκεί να «πιάσουμε το νήμα από την αρχή» και να αναρωτηθούμε το εξής: Τι ήταν αυτό που οδήγησε τον «μεγάλο τιμονιέρη» να δημιουργήσει αυτό το επαναστατικό και πλήρως αντιφατικό, με τις μέχρι τότε ενέργειές του κίνημα;
Αν και οι ιστορικοί διαφωνούν σχετικά, με το τι ήθελε να πετύχει ο Μao με την εκστρατεία αυτή, με πολλούς να προτείνουν ότι ήθελε να βάλει τέλος στη διαμάχη καπιταλισμού και σοσιαλισμού, παρουσιάζοντας προφανώς ως νικητή τον σοσιαλισμό, εντούτοις η λέξη κλειδί, που θα μας βοηθήσει να βρούμε την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, είναι η 25η Φεβρουαρίου του 1956 -ακριβώς μόλις τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Στάλιν- όταν έλαβε χώρα το συνέδριο των ηγετών των σοβιετικών χωρών. Κι ακόμα πιο συγκεκριμένα, αυτό που του έδωσε το κίνητρο ήταν ο ένθερμος λόγος του Nikita Khrushchev (Νικίτα Χρουστσόφ), ο οποίος ως γνωστόν έθεσε και τις βάσεις για την «αποσταλινοποίηση» της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Khrushchev, λοιπόν, προς έκπληξη όλων στην ομιλία του αποκαθήλωσε τον Στάλιν, κατηγορώντας τον μεταξύ άλλων για την δολοφονία εκατομμυρίων αθώων (ο αριθμός των εκτελεσθέντων εκτιμάται ότι είναι περίπου 1.750.000 άνθρωποι), ξεκαθαρίζοντας, πως η πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης δεν συμβαδίζει σε καμία περίπτωση με αυτή του Στάλιν.
Στο άκουσμα των λεγομένων αυτών, ο Mao δυσαρεστήθηκε -ή μάλλον καλύτερα- τρομοκρατήθηκε, καθώς όπως όλα δείχνουν φαίνεται πως «βάδιζε» στα χνάρια του αποθανόντος γραμματέα της Σοβιετικής Ένωσης, έχοντας μάλιστα κι ο ίδιος εξοντώσει αρκετούς αυτοαποκαλούμενους επαναστάτες. Η δημιουργία της εικόνας του «τυράννου» θα ήταν καταστροφική για τον Mao. Όχι μόνο θα άνοιγε τον δρόμο της κριτικής κατά του προσώπου του, αλλά θα τον έφερνε σε αντιπαράθεση με το νέο κομμουνιστικό καθεστώς, κι αυτό ήταν κάτι που σίγουρα δεν επιθυμούσε! Στην προσπάθειά του, λοιπόν, να αποδείξει πως καμία σχέση δεν είχε με την σταλινική εξοντωτική πολιτική, συνέλαβε την ιδέα της εκστρατείας των εκατό λουλουδιών. Ουσιαστικά, η εκστρατεία αυτή σήμαινε ότι παραχώρησε σε όλους τους πολίτες, ακόμα και στους αντικομμουνιστές πολιτικούς, το δικαίωμα να εκφράσουν ελεύθερα τις απόψεις και τις αντιρρήσεις τους, ενώ καθιέρωσε και την ελευθερία της Τέχνης ένεκα, όπως είπε, της κατανόησης της πραγματικότητας από την κυβέρνηση! Ήταν, όμως, και η χρονική συγκυρία κατάλληλη για το νέο του εγχείρημα, καθώς τότε ξεκινούσε η Αγροτική Μεταρρύθμιση, αλλά και η προσπάθεια εκβιομηχάνισης της χώρας. Ο Mao είχε την πλήρη στήριξη του πρωθυπουργού του, Zhou en-Lai (Τσου Εν Λάι), όχι όμως και των συντηρητικών κομουνιστών, ανάμεσα στους οποίους ήταν και η γυναίκα του, η Jiang Qing (Τζιανγκ Τζινγκ), που θεωρούσαν ότι έθετε τον κομουνισμό σε κίνδυνο.
Όπως προαναφέρθηκε, ο σοκαρισμένος κινεζικός λαός, που έβλεπε μέχρι τώρα τον οποιονδήποτε που αντιδρούσε να βασανίζεται και να θανατώνεται, απάντησε με σιωπή στο κάλεσμα του ηγέτη του. Ελάχιστες ήταν οι επιστολές που είχε λάβει ο Πρωθυπουργός, από διανοούμενους για τυχόν μικρές διαφωνίες, κι αυτές εκφρασμένες με δειλό τρόπο. Ωστόσο, όλα φαίνεται πως αλλάζουν στα μέσα του 1957. Τα πανεπιστήμια μοιάζουν τώρα με καζάνι που βράζει, έτοιμο να εκραγεί. Ο Τύπος τον κατηγορεί. Ο λαός του επιτίθεται. Οι πολίτες οργανώνουν συγκεντρώσεις εναντίον του, τοιχοκολλούν αφίσες και γενικότερα τον καλούν να υιοθετήσει μεταρρυθμίσεις, που θα καλυτέρευαν το επίπεδο ζωής τους. Το επίκεντρο της κριτικής τους ήταν, αφενός ζητήματα όπως η προσήλωση στις σοβιετικές ιδέες, το υψηλό βιοτικό επίπεδο των κομμουνιστών αξιωματούχων και αντιστοίχως το χαμηλό του λαού, αφετέρου το γεγονός ότι απαιτούσε να αυξηθούν τα ποσοστά της παραγωγής την στιγμή, που τα εργοστάσια βρίσκονταν σε άθλια κατάσταση και οι συνθήκες εργασίας ήταν ακατάλληλες. Ο Mao παγιδεύτηκε. Οι φόβοι των σκληροπυρηνικών κομμουνιστών επαληθεύτηκαν. Πλέον κι ο ίδιος αντιμετωπίζει την εκστρατεία ως απειλή για το καθεστώς, κάνοντας στροφή 180 μοιρών!
Στις 8 Ιουνίου του 1957, ανακοίνωσε την καταστολή του κινήματος, λέγοντας: «Ήρθε η ώρα να βγάλουμε τα “δηλητηριώδη ζιζάνια” από το κρεβάτι των λουλουδιών.» Μάλιστα, κατηγόρησε ανοιχτά τους επαναστάτες ή «δικαιωματιστές» κατά τον ίδιο, ότι χρησιμοποίησαν την εκστρατεία για να βλάψουν την κυβέρνηση. Η περίοδος της ελευθερίας του λόγου έφτασε στο τέλος της. Δυστυχώς, έπειτα την διαδέχτηκε μία σκληρή και σκοτεινή με πολλές εσωτερικές αναταραχές και εξοντώσεις. Ο Mao κάνει τώρα τα πάντα προκειμένου να αποκαταστήσει την φήμη της κυβέρνησής του -θα ήταν τουλάχιστον τραγικό γι’ εκείνον να έρθει σε αντιπαράθεση με το νέο κομμουνιστικό καθεστώς- και να επιφέρει μία υποτιθέμενη εσωτερική ειρήνη, η οποία απλώς θα φίμωνε για μία ακόμη φορά τον λαό. Η πρώτη του κίνηση ήταν να ζητήσει -ή καλύτερα να απαιτήσει- από τις εφημερίδες, να απολύσουν τους δημοσιογράφους που τον κατηγόρησαν. Στη συνέχεια, εκείνοι είτε εκδιώχθηκαν από την χώρα είτε θανατώθηκαν, είτε στάλθηκαν σε χώρους επανεκπαίδευσης. Κι αυτή ήταν η τύχη οποιουδήποτε τόλμησε να διαμαρτυρηθεί, να φωνάξει, να αντισταθεί!
Χαρακτηριστικό είναι δε ότι το 1958, το 53% των δικαστικών υποθέσεων αφορούσε την τρομοκρατία που ασκήθηκε από τους επαναστάτες. Βέβαια οι περισσότεροι δεν εμφανίστηκαν στα δικαστήρια, καθώς στάλθηκαν σε χώρους επανεκπαίδευσης. Ο απολογισμός; Τα επίσημα στοιχεία κάνουν λόγο για 34.776 νεκρούς! Ο Mao αν και κατάφερε πράγματι σε μεγάλο βαθμό να εκσυγχρονίσει την Κίνα, αφιέρωσε τα επόμενα χρόνια στην φίμωση της ελευθερίας του λόγου και στην εκδίωξη των αντιδραστικών. Μετά τον θάνατό του, στις 9 Σεπτεμβρίου του 1976, τα πράγματα δείχνουν να καλυτερεύουν για τον λαό. Η γυναίκα του φυλακίστηκε και τον διαδέχτηκε ο Hua Guofeng (Χούα Γκούοφενγκ).
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Meisner, Maurice (1999), Mao’s China and After: A History of the People’s Republic, 3rd ed., Free Publisher
- Walder, Andrew G. (2015), China Under Mao: A Revolution Derailed, Harvard University Press
- Λήμμα “Hundred Flowers Campaign” (1998), από την Britannica Encyclopedia, διαθέσιμο ΕΔΩ
- ΤΑ ΝΕΑ Editorial Team (2010), Μεγάλες Επαναστάσεις: Όταν τα αγροτόπαιδα μπήκαν στο Πεκίνο, από την ιστοσελίδα της εφημερίδας Τα Νέα, διαθέσιμο ΕΔΩ