Της Αριάδνης-Παναγιώτας Φατσή,
«Θ’ ανταμώσουμε πάλι, το ξέρω… Μια μέρα θ’ ανταμώσουμε, ψυχούλες μου… Σε τούτον ή στον άλλο κόσμο…»
Με αυτά τα λόγια κλείνει το προλογικό κεφάλαιο του βιβλίου που παρουσιάζουμε σήμερα. Πρόκειται για το πολυαναμενόμενο τρίτο μέρος της τριλογίας του Θοδωρή Παπαθεοδώρου, που κυκλοφόρησε σε πρώτη έκδοση από τις Εκδόσεις Ψυχογιός, τον Δεκέμβριο του 2021. Η Άγια Λευτεριά είναι το τελευταίο βιβλίο σε μια σειρά ιστορικών μυθιστορημάτων, που ξεκίνησε με το Άγιο Αίμα και συνεχίστηκε με τις Άγιες Ψυχές. Ο αναγνωρισμένος συγγραφέας, μέσα από την Iστορία της Ελληνικής Επανάστασης, μας ταξιδεύει σε μια ιδιαίτερα ανθρώπινη διαδρομή των απλών, καθημερινών ανθρώπων που είναι οι ήρωες του έργου του.
Πριν, όμως, προχωρήσουμε στην ανάλυση του έργου, αξίζει να αναφερθούν μερικά στοιχεία για τον συγγραφέα. Ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου έχει δημοσιεύσει 22 μυθιστορήματα για ενήλικες. Στη συγγραφή του συχνά δεσπόζουν τα ιστορικά θέματα, καθώς έχει γράψει την Τετραλογία του Εμφυλίου Πολέμου και την Τριλογία του Μακεδονικού Αγώνα, με ιδιαίτερα καλές κριτικές. Έχει βραβευτεί για το Καλύτερο Έργο Μνήμης 2003–2004, στο 20ό Πανελλήνιο Συμπόσιο Ποίησης και Πεζογραφίας, ενώ έχει προταθεί και για άλλες βραβεύσεις. Το 2021 ο Παπαθεοδώρου παρουσίασε την τριλογία του για την Ελληνική Επανάσταση, η οποία αποκόμισε εξαιρετικά σχόλια.
Η Άγια Λευτεριά πιάνει το νήμα της αφήγησης από το 1824. Το πρώτο μέρος του βιβλίου ασχολείται με τα γεγονότα αυτού του έτους, ενώ στη συνέχεια το δεύτερο μέρος πραγματεύεται τα γεγονότα του 1825 και φτάνει ως την Έξοδο του Μεσολογγίου. Οι ήρωες του βιβλίου είναι ήδη γνωστοί σε όσους έχουν διαβάσει τα προηγούμενα μέρη της τριλογίας, αλλά ο συγγραφέας τους συστήνει με πολύ αρμονικό τρόπο και σε όποιον αναγνώστη δεν τους γνωρίζει ήδη. Οι κεντρικοί ήρωες, ο Στέφανος, η Αργυρώ, η Δέσπω και ο Νικόλας, μαζί με τους δευτερεύοντες χαρακτήρες, με βασικούς τον γέρο Καψάλη και τη Μαλαμή, μας συναντούν αυτήν τη φορά σε πιο δύσκολους καιρούς, καθώς ο εμφύλιος έρχεται και ο Ιμπραήμ σαρώνει την Επανάσταση, λόγω της διχόνοιας των Ελλήνων.
Το βιβλίο ξεκινά συγκλονιστικά με την κατάληψη της Τριπολιτσάς, όπου η Αργυρώ και η Μαλαμή κινδυνεύουν να χάσουν τη ζωή τους, επειδή οι επαναστατημένοι Έλληνες τις θεωρούν λανθασμένα Τουρκάλες, και σώζονται από την παρέμβαση κάποιου γνωστού τους. Το κεφάλαιο αυτό αποτελεί μια τέλεια εισαγωγή για ένα βιβλίο που δεν εξωραΐζει τα ιστορικά γεγονότα, αλλά δείχνει σε όλη της την έκταση την προβληματική της διχόνοιας και του μίσους που μπορεί να τυφλώσει τους ανθρώπους, ακόμη και στο πλαίσιο ενός δίκαιου αγώνα.
Στο έργο αυτό οι ήρωες βιώνουν πολλά από τα γνωστότερα γεγονότα της Επανάστασης, όπως την καταστροφή των Ψαρών, τις δίκες του Καραϊσκάκη και του Κολοκοτρώνη, τις εμφύλιες διαμάχες και τελικά την πολιορκία του Μεσολογγίου. Η πένα του Παπαθεοδώρου, με άφθονους τοπικούς ιδιωματισμούς και μια γλώσσα πλούσια σε δάνεια από την τουρκική, όπως τη μιλούσαν τότε οι Έλληνες, μάς μεταφέρει πειστικότατα σε αυτά τα ταραγμένα χρόνια. Όμως, το βιβλίο του δεν είναι ένα ανάγνωσμα που θα ενδιέφερε μόνο έναν ιστορικό ή λάτρη της Ιστορίας –κάθε άλλο. Ο συγγραφέας, μέσα από τα γεγονότα αυτά, ενδιαφέρεται περισσότερο για τη ζωή αυτών των καθημερινών ανθρώπων, που από μια σύμπτωση της μοίρας βρέθηκαν να παλεύουν για τη ζωή και την ελευθερία τους παράλληλα με την Ελλάδα, που πάλευε για τη δική της.
Η Άγια Λευτεριά δεν είναι σε καμία περίπτωση ένα ανάγνωσμα που παρουσιάζει την Επανάσταση με ρομαντισμό –το αντίθετο μάλιστα. Μέσα από τη λεπτομερή έρευνα που είναι εμφανές ότι έχει κάνει ο συγγραφέας, πράγμα που φαίνεται και από τις ιδιαίτερα κατατοπιστικές σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου, φωτίζονται οι πιο μελανές στιγμές της παλιγγενεσίας. Ο αναγνώστης μετέχει της ιστορίας, νιώθει την αδικία προς το πρόσωπο των αγωνιστών στο πλαίσιο του Εμφυλίου, συμπάσχει με το δράμα και τις κακουχίες των πολιορκημένων στο Μεσολόγγι και αναστοχάζεται για την επίπτωση της διχόνοιας στην Ελλάδα.
Το τέλος του βιβλίου –αν και θα σας αφήσω να το ανακαλύψετε οι ίδιοι– είναι αμφίσημο και αφήνει τους ήρωες σε νέα σταυροδρόμια, με την Ελλάδα να μην έχει βρει ακόμα την ελευθερία της, παρόλο που οι εξελίξεις έχουν πλέον δρομολογηθεί. Είναι ένα έργο που δε θα μπορούσε να έχει βρει μια καλύτερη συγκυρία για να εκδοθεί, καθώς η επέτειος των 200 ετών από την Επανάσταση δημιούργησε σε όλους μας μια τάση αναστοχασμού για τη χρονιά που μας πέρασε και την πορεία της χώρας μας στο παρελθόν και στο μέλλον. Το συστήνουμε ανεπιφύλακτα, όπως και τα προηγούμενα μέρη της τριλογίας, διότι αποτελεί ένα ανάγνωσμα που διαβάζεται απνευστί, αλλά περιέχει και πολλά βαθιά νοήματα, που δημιουργούν εύφορο έδαφος για σκέψη. Όπως, άλλωστε, λέει και ο ίδιος ο Παπαθεοδώρου, το βιβλίο του μας θυμίζει ότι «το παρελθόν δεν είναι μια κούφια λέξη, αλλά η Ιστορία».