Της Αριάδνης – Παναγιώτας Φατσή,
Τις τελευταίες εβδομάδες, έχω επιλέξει να σας παρουσιάσω τις ιστορίες του Αστικού Κώδικα στην Ελλάδα, μέχρι τη διαμόρφωση του σύγχρονου Αστικού Δικαίου. Στα προηγούμενα άρθρα, περιηγηθήκαμε στην προεπαναστατική Ελλάδα, είδαμε το ισχύον δίκαιο μέχρι και τα πρώτα χρόνια ζωής του ελληνικού κράτους, αλλά και το για ποιους λόγους δεν εκπονήθηκε σύνταξη Αστικού Κώδικα κατά τη διάρκεια της Αντιβασιλείας. Παρόλο που η μακρά περίοδος από το 1834 έως το 1946 δεν είναι, φυσικά, κενή από γεγονότα σχετιζόμενα με το Αστικό Δίκαιο, το σημερινό άρθρο έρχεται να κλείσει αυτήν την ενότητα, παρουσιάζοντας πώς κωδικοποιήθηκε και ψηφίστηκε ο σύγχρονος Αστικός Κώδικας.
Αν ένας σύγχρονος φοιτητής Νομικής βρισκόταν στην Ελλάδα του 1930, χωρίς αμφιβολία θα έβρισκε τον εαυτό του σε πλήρη σύγχυση για να βρει την εφαρμοστέα διάταξη σε σχέσεις Αστικού Δικαίου. Αναρωτιέστε γιατί; Στην Ελλάδα τότε υπήρχαν όχι λιγότερα από τέσσερα ξεχωριστά συστήματα κωδικοποίησης Αστικού Δικαίου! Πιο αναλυτικά, στην Ηπειρωτική Ελλάδα εξακολουθούσαν να ισχύουν οι ρωμαιοβυζαντινοί νόμοι, συν τα νομοθετήματα που ψηφίζονταν για επιμέρους ζητήματα αστικής φύσεως. Στην Κρήτη ίσχυε ο Κρητικός Κώδικας, ενώ αντίστοιχα υπήρχε Κώδικας των Ιονίων Νήσων και Σαμιακός Κώδικας. Το 1930, λοιπόν, επί κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου συστήνεται μια Επιτροπεία για την κωδικοποίηση του Αστικού Δικαίου. Στα ονόματα που στελέχωσαν αυτήν την ομάδα, μαζί και με την ενίσχυσή της το 1935, συγκαταλέχθηκαν διαπρεπέστατοι Έλληνες νομικοί, όπως ο Μπαλής, ο Σούρλας, ο Ράμμος, και πολλοί άλλοι, που είναι πλέον γνωστοί ακόμη και στους πρωτοετείς φοιτητές Νομικής στα σημερινά αμφιθέατρα.
Στόχος της Επιτροπείας ήταν ακριβώς να ενοποιήσει το ελληνικό Αστικό Δίκαιο, χωρίς να αντιγράψει αυτούσια κάποια ξένη νομοθεσία (όπως λ.χ. είχε γίνει με τον Γαλλικό Εμπορικό Κώδικα τα προηγούμενα χρόνια). Η ιδέα ήταν ότι η πρόοδος της Επιτροπείας θα κατέληγε σε ένα Σχέδιο Αστικού Κώδικα, το οποίο θα αποστελλόταν για σχόλια και παρατηρήσεις στον Δικηγορικό Σύλλογο των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης. Παρόλα αυτά, παράλληλα και με τις όποιες πολιτικές μεταβολές και αναταραχές, τα έτη περνούσαν και οι επιστήμονες είχαν στα χέρια τους μια συνένωση, περισσότερο, από κείμενα, παρά ένα ενοποιημένο σχέδιο Κώδικα. Τότε έγινε φανερό ότι έπρεπε να υπάρξει ένας συντονιστής των εργασιών, που θα μπορούσε να συνταιριάξει τις προσπάθειες όλων για ένα ενιαίο αποτέλεσμα.
Αυτήν την κοπιώδη αλλά και μείζονος σημασία θέση ανέλαβε το 1938 ο καθηγητής Γεώργιος Μπαλής, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης της Κυβέρνησης Μεταξά. Μετά από ένα περίπου έτος, ο Μπαλής παρέδωσε στις 17 Δεκεμβρίου του 1939 το τελικό Σχέδιο του Αστικού Κώδικα. Η κυβέρνηση το υπερψήφισε το 1940, και ως έναρξη της ισχύος του ορίστηκε η 1η Ιουλίου του 1941, ώστε να προλάβουν ως τότε οι Έλληνες νομικοί να το μελετήσουν επαρκώς. Αν, όμως, νομίζετε ότι οι περιπέτειες του Αστικού Κώδικα τελείωσαν εδώ, απατάσθε. Με την Ελλάδα να μπαίνει στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τα τραγικά γεγονότα της τριπλής κατοχής να αποτελούν πλέον πραγματικότητα, το 1941 με νομοθετικό διάταγμα αναστέλλεται η έναρξη ισχύος του νέου Αστικού Κώδικα, λόγω των ιδιαίτερα δύσκολων συνθηκών που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η χώρα. Ήδη από το 1943, είχαν υπάρξει φωνές που ζητούσαν την παύση της αναστολής ισχύος, αλλά η οριστική τελείωση του Αστικού Κώδικα δεν επρόκειτο να συμβεί πριν την Απελευθέρωση.
Όταν η Ελλάδα ήταν πλέον ελεύθερη, ο ψηφισμένος Αστικός Κώδικας υπέστη νέες τροποποιήσεις. Η κυβέρνηση κάλεσε τα επιζώντα μέλη της αρχικής Επιτροπείας, για να επεξεργαστούν το κείμενο. Μετά την άρνηση του Μπαλή να συμμετέχει, ορίστηκε στη θέση του ο Ιωάννης Σακέτας, ο οποίος σε συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Τριανταφυλλόπουλο και τον Γεώργιο Μαριδάκη, υπέβαλε στις 15 Σεπτεμβρίου του 1945 ένα αναθεωρημένο σχέδιο για τον Αστικό Κώδικα, το οποίο ψηφίστηκε για να ισχύσει από τις 23 Φεβρουαρίου του 1946.
Άρα, αυτό είναι, έτσι; Αυτός είναι ο Αστικός Κώδικας που, με τροποποιήσεις, έχουμε μέχρι σήμερα; Λοιπόν, όχι ακριβώς… Τον Μάιο του 1946, η κυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη επαναφέρει το σχέδιο του Αστικού Κώδικα που είχε κατατεθεί το 1940, στο οποίο αποδίδει και αναδρομική ισχύ από τις 23 Φεβρουαρίου του 1946, ενώ καταργεί τον Αστικό Κώδικα του 1945. Ο Εισαγωγικός Νόμος του Αστικού Κώδικα, παράλληλα, δημοσιεύτηκε στις 6 Φεβρουαρίου του 1946, αφενός για να καταργήσει τους προϋπάρχοντες Κώδικες και αφετέρου για να ρυθμίσει ζητήματα «προσωπικών δικαίων» και μειονοτήτων.
Κάπου εκεί, το ταξίδι προς ένα Ελληνικό Αστικό Δίκαιο μάλλον ολοκληρώθηκε – μέχρι, φυσικά, η κοινωνία να απαιτήσει από τον νομοθέτη να ρυθμίσει νέα ζητήματα, όπως το πρόσφατο σύμφωνο συμβίωσης ή την ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Εκεί ας αφήσουμε κι εμείς το ταξίδι μας στην ιστορία του Αστικού Δικαίου, που μπορεί να μοιάζει βαρετό, αλλά είχε μια ωραία αφήγηση να μας διηγηθεί.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Μπίος, Σ. (2017). Ιστορική εξέλιξη του Ελληνικού Αστικού Δικαίου: Από την επανάσταση του 1821 ως τη σύνταξη Αστικού Κώδικα. Μεταπτυχιακή Διατριβή, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
- Παπαγιάννη, Ε., Αρναούτογλου, Η., Δημοπούλου, Α., Καράμπελας, Δ., Λιαρμακόπουλος, Α., Χατζάκης, Ι. & Χέλμης, Α. (2015). Ιστορία Δικαίου [ηλεκτρ. βιβλίο]. Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών