Της Μαρίας-Χρυσοβαλάντου Ψαρρού,
Η 18η Ιανουαρίου δικαιωματικά θα μπορούσε να θεωρηθεί ημέρα του Βασίλη Τσιτσάνη. Είναι η μέρα που γεννήθηκε στα Τρίκαλα, το 1915, αλλά συνάμα είναι και η μέρα που έφυγε από τη ζωή στο Λονδίνο, το 1984. Τον 20ό αιώνα, θεωρείτο μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του ελληνικού λαϊκού και ρεμπέτικου τραγουδιού. Ιδιότητα που κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει ότι ακολουθεί το όνομά του και τον 21ο αιώνα.
Σαν καλλιτέχνης πέρασε απ’ όλα τα στάδια ενός λαϊκού τραγουδιού, καθώς ασχολήθηκε τόσο με τη στιχουργική και με τη σύνθεση, όσο και την ερμηνεία τους. Οι πρώτες επιρροές του βλέπουν κυρίως το πρόσωπο του Μάρκου Βαμβακάρη, ερμηνευτή που θα τραγουδήσει και κάποια από τα τραγούδια του Τσιτσάνη την περίοδο 1937-1940.
Παρόλο που από μικρός ασχολείτο με τη μουσική, έχοντας μάθει μαντολίνο, βιολί και μπουζούκι, μη θέλοντας να χαλάσει χατίρι στη μητέρα του στα 22 του κατέβηκε στην Αθήνα, ώστε να σπουδάσει Νομική. Ωστόσο, γρήγορα κατάλαβε πως αυτό το επαγγελματικό μονοπάτι δε του ανήκει, γι’ αυτό και ακολούθησε το δρόμο της μουσικής.
Παρά το μικρό χρονικό διάστημα του στο χώρο, αρκετοί καλλιτέχνες έντυσαν τις δημιουργίες του από νωρίς με τη φωνή τους, όπως ο Στράτος Παγιουμτζής ή ο Στελλάκης Περπινιάδης, με τους οποίους σε πολλές ηχογραφήσεις συμμετείχε σαν δεύτερη φωνή.
Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής, παρά τις κακουχίες και τις δυσκολίες της εποχής, σε καλλιτεχνικό επίπεδο ο Τσιτσάνης θα βρεθεί σε άνθηση. Παράλληλα, σε αυτό το διάστημα διατηρεί και το περίφημο «Ουζερί Τσιτσάνης», επί της οδού Παύλου Μελά της συμπρωτεύουσας. Περίπου 70 χρόνια μετά, οι πενιές που ακούγονταν σε αυτό το χώρο θα γυριστούν και ταινία, σε σκηνοθεσία του Μανούσου Μανουσάκη και σενάριο παρμένο από το ομότιτλο βιβλίο του Γιάννη Σκαμπαρδώνη.
Μετά τη λήξη του πολέμου, θα ηχογραφηθούν κάποιες από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, με φωνές όπως της Σωτηρίας Μπέλλου ή της Μαρίκας Νίνου. Η περίφημη «Συννεφιασμένη Κυριακή» επίσης θα ηχογραφηθεί εκείνη τη περίοδο και θα συγκινήσει όλη την Ελλάδα.
Στη λήξη μιας άλλης άσχημης περιόδου για την Ελλάδα, συγκεκριμένα της Χούντας, πάλι η καριέρα του Τσιτσάνη θα ανθίσει, μάλλον για τελευταία φορά. Θα ξεκινήσει τις συναυλίες σε υπαίθριους χώρους και στάδια, κάτι που συνέβαινε πρώτη φορά για λαϊκά/ρεμπέτικα τραγούδια. Η τελευταία δημόσια εμφάνισή του θα αποτελέσει την αρχή μιας νέας πολιτισμικής εποχής για την Ελλάδα.
Η τελευταία δημόσια εμφάνισή θα γίνει σε τιμητική εκδήλωση για το πρόσωπό του στο Δήμο Νίκαιας, σε συνεργασία του τότε Δημάρχου Στέλιου Λογοθέτη και του διάσημου μουσικοσυνθέτη Μίκη Θεοδωράκη. Αυτή η τιμητική εκδήλωση θα αποτελέσει την πρώτη διοργάνωση του πρώτου πολιτισμικού καλοκαιριού στην Ελλάδα.
Η απώλειά του από το χώρο γίνεται ιδιαίτερα αισθητή. Σύσσωμη η καλλιτεχνική κοινότητα (ο Νταλάρας, η Γαλάνη, η Βουγιουκλάκη, η Αλεξίου κλπ.) τον αποχαιρετούν στο τελευταίο αντίο στο 1ο Νεκροταφείο Αθηνών. Η «Συννεφιασμένη Κυριακή» ακούγεται από τα στόματα όλων των παρευρισκόμενων, οι οποίοι προσπαθούν να πλησιάσουν, ώστε να του αφήσουν το τελευταίο τριαντάφυλλο.
Σε αποτίμηση του έργου του Βασίλη Τσιτσάνη και του στίγματος που άφησε στον ελληνικό μουσικό χώρο, παραθέτουμε τα λόγια της Μαρίζα Κωχ, που επίσης ηχογράφησε πολλά τραγούδια του Τσιτσάνη: «Αν είσαι τραγουδιστής, λέγοντας τα τραγούδια του, μεθάς, αποκτάς συνείδηση του ιδιαίτερου βάρους που έχει η τέχνη σου σ’ αυτήν τη χώρα. Αν είσαι ακροατής των τραγουδιών του Τσιτσάνη, χορεύεις, αφού δεν μπορείς να πετάξεις».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Bασίλης Τσιτσάνης: O άνθρωπος που έφτιαχνε τραγούδια σαν ζωγραφιές, Lifo, διαθέσιμο εδώ
- Βασίλης Τσιτσάνης, Βικιπαίδεια, διαθέσιμο εδώ
- Στις 18 Ιανουαρίου γεννήθηκε και πέθανε ο Βασίλης Τσιτσάνης, Popaganda, διαθέσιμο εδώ