Της Μαρίας Κελεπούρη,
Κατά καιρούς, ερευνητές και ιστορικοί έχουν αφιερώσει πλήθος γραμμών για να καταγράψουν και να αναλύσουν τα γεγονότα του Εμφυλίου, επιδιώκοντας να διατηρήσουν μια απόσταση ασφαλείας από τις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις. Σε αυτό το βιβλίο, όμως, ο λόγος δίνεται σε ένα πρόσωπο που υπήρξε το ίδιο, κομμάτι του Εμφυλίου. Σε αυτήν την περίπτωση, η αφήγηση είναι προσωπική –κάποιες φορές συγκινητική– μα όχι υποκειμενική. Αντιθέτως, προσφέρει μια αυθεντική θεώρηση κάθε επιμέρους πράξης και απόφασης.
Η Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού διηγείται τόσο παραστατικά τα όσα έζησε κατά τη διάρκεια εκείνου του πολέμου και τα λόγια της ηχογραφούνται για να συγκεντρωθούν στο βιβλίο της με τίτλο Ας ζήσει και κανένας, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Επίκεντρο.
Η γνώση της ωριμότητας αντικρύζει την τόλμη των νιάτων. Στέκεται τώρα αγέρωχη, για να μοιραστεί όσα σημάδεψαν το ξεκίνημά της στη ζωή. Ήταν μόλις 20 χρονών, όταν κατέφυγε στο βουνό. Γιατί, κάτω, στο χωριό, ο κίνδυνος παραμόνευε. Ζούσαν κάτω από τη σκιά του. Ενώ στο βουνό ζούσαν υπό το κυνήγι του. Ποια, επομένως, ήταν η διαφορά; Νεαρό κορίτσι ακολουθεί τους συναγωνιστές της σε όλες τους τις περιπλανήσεις, πάντα υπό το αίσθημα του φόβου. Όχι μη χάσουν τη ζωή τους, αλλά μη συλληφθούν. Τελικά, φαίνεται πως το άγριο θηρίο που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος προκαλεί περισσότερο τρόμο από ό,τι ο ίδιος ο θάνατος.
Η αφήγηση της Κατίνας Δημητρίου-Ψαριανού δεν αναλώνεται σε ιδεολογικές διαφορές και πολιτικές αντιπαραθέσεις. Στρέφει την προσοχή στα πρόσωπα, δηλαδή, στους ίδιους τους αυτουργούς και στα θύματα. Εξίσου και από τις δύο πλευρές. Αν και η θέση της είναι ξεκάθαρη και πάντα σταθερή, δε μεροληπτεί επιρρίπτοντας κατηγορίες, αλλά αναγνωρίζει τα λάθη και τα σωστά και των δύο στρατοπέδων. Μα πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει; Και στις δύο πλευρές άνθρωποι έπρατταν. Δε θα μπορούσαν όλοι να συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο. Γι’ αυτό και ερμηνεύει τα γεγονότα με μια ανθρωποκεντρική οπτική, που δεν είναι ενδεδυμένη ούτε με γαλόνια ούτε με κατορθώματα.
Δε μιλά για να υπερασπιστεί τους συναγωνιστές της ούτε για να επιρρίψει ευθύνες στους αντιπάλους, μονάχα μοιράζεται με μια ειλικρινή απλότητα τη φρίκη που δεν ταίριαζε στα ανθισμένα νιάτα της. Όμως, ακόμη και αυτό χαρακτηρίζεται από έναν ταχύ ρυθμό που μόνο αφού ολοκληρώσει το βιβλίο έχει κανείς τον χρόνο να συνειδητοποιήσει το βάρος που κουβαλούν αυτοί οι άνθρωποι στις ψυχές τους. Καθώς η διήγηση προέρχεται από βιώματα, είναι τόσο γλαφυρή και λεπτομερής που συστήνει κάθε πρόσωπο, αλλά και κάθε σπιθαμή της ορεινής Ελλάδας.
Οι περιγραφές του φυσικού τοπίου αποτελούν κυρίαρχο στοιχείο του βιβλίου που, όμως, έρχονται σε αντιδιαστολή με τις βιαιότητες και τα εγκλήματα που διαδραματίζονταν εκεί. Έτσι, η φύση ταιριάζει με τη χάρη της νιότης και ταυτόχρονα αντιπαραβάλλεται με τα μαρτύρια, προσφέροντας μία ακόμη πληγή. Και ίσως για αυτό οι μνήμες να παραμένουν ακόμα τόσο ζωντανές. Επειδή καμιά πληγή δεν έχει επουλωθεί.
Παρά το γεγονός πως η ανάσυρση τέτοιων αναμνήσεων είναι επώδυνη, αυτό δε διαφαίνεται εύκολα στην ανάγνωση. Η Κατίνα Δημητρίου-Ψαριανού στέκεται με ψυχραιμία απέναντι σε όσα έζησε στο παρελθόν, προσδίδοντας, μάλιστα, κάποιες φορές και μια δόση χιούμορ. Άλλωστε, ακόμη και η παρουσία της στο βουνό, ως γυναίκα που καλείται να ακολουθήσει τους ρυθμούς των ανδρών στον πόλεμο, δεν είναι οικεία ούτε συνηθισμένη. Μέσα από τη μαρτυρία της, λοιπόν, καταθέτει σημαντικά ντοκουμέντα όχι μόνο ιστορικού χαρακτήρα, αλλά και πληροφορίες για τις συνθήκες διαβίωσής τους. Η ίδια γνωρίζει τη ζωή και αναγκάζεται να ενηλικιωθεί με τον πιο σκληρό τρόπο. Όμως, καταφέρνει να αντεπεξέλθει σε κάθε δυσκολία, συστήνοντάς μας, παράλληλα, όλα τα μάτια μαζί με τα οποία ένιωσε αγωνία, φόβο ή ελπίδα.
Το Ας ζήσει και κανένας δεν είναι απλώς η αυτοβιογραφία μιας περιόδου. Είναι η ιστορία της οικογένειάς της και μιας πτυχής της Ελλάδας. Ίσως η πιο πικρή και άγρια. Είναι η προσωποποίηση του Εμφυλίου μέσα από τα αγνά μάτια ενός κοριτσιού. Οι δύο όψεις του «ελληνικού» νομίσματος αποκαλύπτονται μέσα από την αμεσότητα και την ακρίβεια του λόγου της. Προσφέρει, έτσι, τη δική της αλήθεια, την αλήθεια ενός ανθρώπου που δεν υπήρξε απλός παρατηρητής, αλλά συμμέτοχος. Συμμέτοχος στον πόνο, στη θλίψη, στην Ιστορία.