Της Αγγελικής Κόκκαλη,
1891: Γεννήθηκε, σε μια ολιγάνθρωπη πόλη της Αλαμπάμα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, η Zora Neale Hurston, σημαντική αμερικανίδα συγγραφέας. Το όνομά της ταυτίστηκε με την Αναγέννηση του Χάρλεμ, ενός κινήματος που αναπτύχθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα στη γνωστή νεοϋορκέζικη γειτονιά, και στο οποίο η ίδια συμμετείχε ενεργά, παράγοντας συγγραφικό έργο που αναδείκνυε τους φυλετικούς αγώνες της Αφρο-αμερικανικής κοινότητας των Η.Π.Α., καυτηριάζοντας την κοινωνική πραγματικότητα του φυλετικού διαχωρισμού. Το 1925, η Hurston κέρδισε υποτροφία και ξεκίνησε να σπουδάζει εθνογραφία σε κολέγιο θηλέων του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, όπου και αποφοίτησε –ούσα η μόνη αφροαμερικανή φοιτήτρια– τρία χρόνια αργότερα. Το ακαδημαϊκό και συγγραφικό της ενδιαφέρον εστίαζε κυρίως στη μελέτη της αφροαμερικανικής, και δη, της γυναικείας εμπειρίας, καθώς και στην έρευνα της Καραβαϊκής κουλτούρας και λαογραφίας. Σε μια καριέρα, που διήρκεσε περισσότερο από τρεις δεκαετίες, η Hurston δημοσίευσε τέσσερα μυθιστορήματα, δύο λαογραφικά βιβλία, μια αυτοβιογραφία, πενήντα διηγήματα και πληθώρα δοκιμίων, άρθρων και θεατρικών έργων. Εντούτοις, δεν κατόρθωσε να αποκτήσει μεγάλη εμπορική επιτυχία πριν τον θάνατό της. Έγινε ευρέως γνωστή χάρις σε άρθρο της συγγραφέως του «Πορφυρού Χρώματος» (The Color Purple), Alice Walker, που δημοσιεύτηκε στο φεμινιστικό περιοδικό Ms. το 1975. Έκτοτε, η Hurston χαίρει μεταθανάτιας εκτίμησης, επηρεάζοντας, μέσω της παρακαταθήκης της, συγγραφείς παγκοσμίως.
1955: Η τραγουδίστρια Μαριάν Άντερσον αποτέλεσε την πρώτη Αφροαμερικανίδα ερμηνεύτρια που εμφανίστηκε στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης. Ο σκηνοθέτης και γενικός διευθυντής της Όπερας, Ρούντοφ Μπινγκ, της προσέφερε τον ρόλο της μάντισσας Ulrica, από την όπερα του Τζουζέπε Βέρντι, «Χορός Μεταμφιεσμένων». Ο ρόλος, όντας υποστηρικτικός, απαιτούσε γυναικεία φωνή χαμηλότερων τόνων, επομένως, ήταν κατάλληλος για την κοντράλτο Άντερσον. Το ντεμπούτο της ήταν αποτέλεσμα του προσεκτικού σχεδιασμού του Μπινγκ, ο οποίος, επιθυμούμενος την Άντερσον για τον ρόλο, εξασφάλισε ότι ο Δημήτρης Μητρόπουλος, παλαιός συνεργάτης της, θα διευθύνει την παράσταση, σε μία προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα χαλαρό και παραγωγικό κλίμα για την πρωτοεμφανιζόμενη. Βέβαια, η ίδια αργότερα θα περιγράψει την εμπειρία της ως αγχωτική, ανακαλώντας τη στιγμή όταν η αυλαία σηκώθηκε και τη φαναίρωσε τρεμάμενη, ντυμένη σαν μάγισσα, να δέχεται τους υποστηρικτικούς χειροκροτισμούς του κοινού. Η επιλογή του Μπινγκ, αν και σημαντική, καθώς αποτέλεσε κομβικό βήμα για την ευρύτερη αποδοχή των Αφροαμερικανών ερμηνευτριών στην κλασική μουσική, βασίστηκε σε στεροτυπικές και παγανιστικές απεικονίσεις των μαύρων γυναικών, οι οποίες είναι δύσκολο να αγνοηθούν. Πάντως, η λυρική ερμηνεία της επαινέστηκε αργότερα από τον μαέστρο Arturo Toscanini. Η Άντερσον, το 1956, εξέδωσε τα ευπώλητα απομνημονεύματά της, με τίτλο «Κύριέ μου! Τι πρωινό!», περιγράφοντας την καριέρα της. Συνέχισε να τραγουδάει σε ευρωπαϊκές και αμερικανικές σκηνές έως το 1965, όποτε και αποσύρθηκε.
1970: Αγρότες μηνύουν τον Max Yasgur για τις ζημιές που προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια του τριήμερου “Woodstock Festival”, το οποίο ξεκίνησε στις 15 Αυγούστου 1969. Το καθοριστικό αυτό μουσικό εγχείρημα αποτελούσε ιδέα τεσσάρων νεαρών ανδρών, οι οποίοι, έπειτα από διάφορα διοργανωτικά κωλύματα, αποφάσισαν να συνεργαστούν με τον μεσήλικα Max Yasgur, έναν κάτοχο φάρμας γαλακτοπαραγωγής, 65 χιλιόμετρα μακρία από το Woodstock. Ο Yasgur συμφώνησε να μισθώσει μέρος της περιουσίας του στους διοργανωτές του φεστιβάλ, τόσο για χρηματικούς, όσο για ιδεαλιστικούς λόγους. Ωστόσο, την απόφασή του να προσφέρει τη γη του για την πραγματοποίηση μιας τεράστιας συγκέντρωσης χίπηδων —νεαρών υποστηρικτών του απελευθερωτικού κινήματος της αντικουλτούρας που εμφανίστηκε στον δυτικό κόσμο τη δεκαετία του 1960 και εντάθηκε μέτα τον Πολέμου του Βιετνάμ (1955-1975)– δεν τη συμμερίστηκαν καθόλου οι γείτονές του. Οι τελευταίοι τον απείλησαν με εμπρησμό, με μποϊκοτάζ προϊόντων, ακόμα και με σωματική βία. Μάλιστα, ορισμένοι αναζήτησαν νομική αποκατάσταση ύψους 35.000 δολαρίων για τις υποτιθέμενες ζημιές που προκλήθηκαν. Μέσω της μήνυσής τους, κατηγορούσαν τους παρευρισκομένους ότι χρησιμοποίησαν την περιουσία τους ως χώρο αφόδευσης, γεμίζοντάς τη με απορρίμματα. Πράγματι, το φεστιβάλ στερούνταν βασικές εγκαταστάσεις υγιεινής. Ωστόσο, ο Yasgur, αποκαρδιωμένος από τη συμπεριφορά των γειτόνων του, πούλησε τη φάρμα του, μετακόμισε στη Φλόριντα, όπου και πέθανε το 1973, χωρίς να μιλήσει δημοσίως για το γεγονός.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Boyd, Valerie, About Zora Neale Hurston, The Official website of Zora Neale Hurston, διαθέσιμο εδώ
- Norwood, Arlisha R., Zora Neale Hurston (1891-1960), National Women’s History Museum, διαθέσιμο εδώ
- Zora Neale Hurston: American author, Britannica, διαθέσιμο εδώ
- Bennett, James, II, The Complicated History of Marian Anderson’s Met Debut, WNYC, διαθέσιμο εδώ
- Marian Anderson’s Groundbreaking Met Opera Moment, National Public Radio, διαθέσιμο εδώ
- Cavanaugh, Ray, Max Yasgur Rented Out His Farm for Woodstock. His Neighbors Sued Him, Time Magazine, διαθέσιμο εδώ
- Jan 7, 1970: Woodstock Farmer Max Yasgur is Sued, Best Classic Bands, διαθέσιμο εδώ