Της Φένιας Γιαννακοπούλου,
Σύμφωνα με την UNESCO, «αναλφάβητος είναι όποιος δεν έχει αποκτήσει τις αναγκαίες γνώσεις και ικανότητες για την άσκηση όλων των δραστηριοτήτων για τις οποίες η γραφή, η ανάγνωση και η αρίθμηση είναι απαραίτητες». Στη χώρα μας, αναλφάβητος θεωρείται όποιος δεν έχει ολοκληρώσει τη φοίτηση στο εξατάξιο δημοτικό σχολείο. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν η ύπαρξη του ανωτέρω ορισμού έχει κάποια χρησιμότητα στη σύγχρονη εποχή της πληροφορίας και του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος στην εκπαίδευση. Τα αποτελέσματα της έκθεσης του 2019 που διεξήχθη από την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ), δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας. Θεωρητικώς, κατά την έξοδό τους από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οι νέοι έχουν στη φαρέτρα τους υψηλού επιπέδου γνώσεις, ανεπτυγμένη κριτική σκέψη και δυνατότητα επιτυχούς περάτωσης πλειάδας εργασιών, στην πράξη όμως, το ποσοστό των μαθητών που λαμβάνουν μη προβιβάσιμη βαθμολογία σε καίριας σημασίας μαθήματα, όπως η Νεοελληνική Γλώσσα και τα Μαθηματικά, βαίνει συνεχώς αυξανόμενο.
Προκειμένου να κατανοήσει κανείς το πρόβλημα του αναλφαβητισμού σε όλο του το εύρος, πρέπει να γνωρίζει τις βασικές μορφές υπό τις οποίες συναντάται. Πιο συγκεκριμένα, ο εν ευρεία έννοια αναλφαβητισμός διακρίνεται σε ολικό και μερικό, οργανικό και λειτουργικό. Ολικά αναλφάβητο είναι το άτομο που έχει πλήρη άγνοια ανάγνωσης και γραφής, ενώ μερικώς αναλφάβητο εκείνο που γνωρίζει μεν ανάγνωση, όχι όμως και γραφή. Οργανικώς αναλφάβητοι νοούνται όσοι δεν έχουν διδαχθεί γραφή και ανάγνωση και λειτουργικά αναλφάβητοι όσοι έλαβαν τις σχετικές γνώσεις, πλην όμως δεν τις καλλιέργησαν περαιτέρω, με αποτέλεσμα αυτές να περιπέσουν σε αχρησία. Στην κατηγορία των λειτουργικώς αναλφάβητων εμπίπτουν και οι κοινωνικά αναλφάβητοι, δηλαδή τα άτομα που τελούν σε αδυναμία κατανόησης απλών, σχετικών με την καθημερινή ζωή των ανθρώπων γεγονότων. Στις ανωτέρω «κλασσικές» μορφές αναλφαβητισμού, προστέθηκε σχετικά πρόσφατα αυτή του ψηφιακού αναλφαβητισμού, η οποία αποδίδει την ανικανότητα χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας και πληροφόρησης.
Που οφείλεται όμως η διαιώνιση του προβλήματος; Αρχικά στην έλλειψη ενός μακρόπνοου και σταθερού προγράμματος σπουδών, το οποίο θα ευνοεί την ουσιαστική και σε βάθος εκπαίδευση των μαθητών. Το σημερινό εξεταστικοκεντρικό σύστημα, χαρακτηριζόμενο από το υπέρογκο της διδακτέας ύλης και την τυφλή αποστήθιση, πέραν από ανεπαρκές και παρωχημένο έχει καταλήξει να είναι αποκρουστικό. Έπειτα, πολλοί νέοι, διαβαίνοντας το κατώφλι της εφηβείας, έρχονται αντιμέτωποι με μία ιδιαιτέρως σκληρή πραγματικότητα οικονομικής ανέχειας και αδυναμίας βιοπορισμού. Προκειμένου, λοιπόν, να αυξήσουν τις πιθανότητες πρόσληψής τους σε κάποια θέση πλήρους απασχόλησης, αποφασίζουν να απομακρυνθούν σταδιακά από το σχολικό περιβάλλον. Η οικονομική στενότητα συνδέεται συνήθως με την καταγωγή από κατώτερα κοινωνικά στρώματα και περιθωριοποιημένες ομάδες. Αρκετοί γονείς, όντες οι ίδιοι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, επιλέγουν να στερήσουν από τα παιδιά τους τη δυνατότητα να διευρύνουν τους ορίζοντές τους και να βγουν από το σκοτάδι της αμάθειας, περιορίζοντας τα έτη φοίτησης στα νομίμως προβλεπόμενα για κάθε ανήλικο, δηλαδή στα εννέα. Για άλλους γονείς, η αποχή από το σχολείο συνιστά ιδεολογία, στάση ζωής. Χαρακτηριστικό είναι τα παράδειγμα των Ρομά. Κατά πάγια πρακτική, τα παιδιά τους δεν εγγράφονται ποτέ στο σχολείο και μοναδικός στόχος τους ήδη από την τρυφερή ηλικία των 11-13 ετών είναι ο γάμος και η τεκνοποιία.
Δεδομένου ότι ο αναλφαβητισμός αποτελεί παρακαταθήκη ετών, δεν συντρέχει κανένας δικαιολογητικός της αδράνειας του κρατικού μηχανισμού λόγος. Οι αλλαγές δεν πρέπει να ξεκινήσουν από το Λύκειο, αλλά από τις κατώτερες βαθμίδες. Εκεί είναι που πρέπει να εισαχθούν καινοτόμες μορφές διδασκαλίας, οι οποίες θα συμβαδίζουν με τα νέα δεδομένα. Είναι γεγονός ότι τα παιδιά σήμερα είναι περισσότερο από ποτέ εξοικειωμένα με την τεχνολογία και τις ξένες γλώσσες. Παράλληλα, όμως, ταλανίζονται από μαθησιακές δυσκολίες και εύκολη διάσπαση της προσοχής τους. Πιθανή λύση αποτελεί το μοντέλο learn by doing (μαθαίνω πράττοντας). Τα παιδιά, αφού διδαχθούν πώς να χειρίζονται ορθά τις νέες τεχνολογίες, θα καλούνται να αναλύσουν και να εφαρμόσουν τις πληροφορίες που αντλούν και κατ’ αυτό τον τρόπο η εκπαιδευτική διαδικασία θα μετατραπεί σε ένα διασκεδαστικό και διαδραστικό παιχνίδι γνώσης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Λειτουργικός αναλφαβητισμός και το σχολείο του μέλλοντος, postmodern.gr, διαθέσιμο εδώ
- Αναλφαβητισμός: Πόσο κοντά είμαστε στο να εξαλείψουμε το πρόβλημα;, beconscious.gr, διαθέσιμο εδώ
- Αναλφαβητισμός – Μορφές, αίτια, συνέπειες, καταπολέμηση του φαινομένου, socialpolicy.gr, διαθέσιμο εδώ