Της Εμμανουέλας Μπουλταδάκη,
Όποιος είναι τυχερός και επισκεφθεί τη Βενετία (αψηφώντας τις απαγορεύσεις για τον COVID-19 και τις εκατοντάδες ακυρωμένες πτήσεις) μπορεί να θαυμάσει τα άλογα του Αγίου Μάρκου να λάμπουν κάτω από τον βενετσιάνικο ουρανό. Τα τέσσερα άλογα όμως, που στολίζουν τη loggia, δηλαδή την περίστυλη στοά πάνω από την κεντρική είσοδο της βασιλικής του Αγίου Μάρκου, είναι αντίγραφα. Τα αυθεντικά βρίσκονται προστατευμένα σ’ ένα δωμάτιο μέσα στην εκκλησία. Ο μόνος τρόπος για να τα θαυμάσει κανείς πια είναι ανεβαίνοντας μια στενή και απότομη σκάλα. Η ιστορία τους και οι περιπέτειές τους είναι ενδιαφέρουσες και αξίζει να ειπωθούν.
Η προέλευσή τους δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί. Πολλοί θεωρούν ότι φιλοτεχνήθηκαν από τον Λύσιππο, τον αγαπημένο γλύπτη του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ή ότι κατασκευάστηκαν στην Κόρινθο και μεταφέρθηκαν ως λάφυρα στη Ρώμη, όπου και τοποθετήθηκαν στην αψίδα θριάμβου κάποιου Ρωμαίου αυτοκράτορα, μετά από νικηφόρο εκστρατεία. Το μόνο σίγουρο στοιχείο είναι ότι τα τέθριππα ήταν κάτι συνηθισμένο στην αρχαία τέχνη, γιατί ήταν σύμβολο κύρους και πλούτου. Αυτός είναι και ο λόγος που οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων, όταν απεικονίζονταν να οδηγούν άρμα, ήταν πάντα τέθριππο. Αυτή, λοιπόν, η υπέροχη τετράδα αλόγων είναι η μοναδική που διασώθηκε από την αρχαιότητα.
Τα άλογα έχουν χυτευτεί σε χαλκό και υπάρχει ακόμη αρκετή από την επιχρύσωσή τους. Έχουν κοντές χαίτες και οι ουρές τους κυματίζουν προς τα έξω. Ανά δυάδες το κάθε άλογο κλίνει το κεφάλι προς το διπλανό του. Οι λαιμαριές τους δείχνουν ότι είναι εξημερωμένα. Ακόμα οι μύες, τα οστά και οι φλέβες αποδίδονται με μεγάλη ακρίβεια. Εκτός από τις καταπληκτικές λεπτομέρειες, υπάρχουν και μερικές παραποιήσεις, που κρίθηκαν απαραίτητες. Το ύψος και το μέγεθος υπερβαίνουν κατά πολύ το μέγεθος των πραγματικών αλόγων. Αυτό οφείλεται, βέβαια, σε λόγους εντυπωσιασμού, αλλά και πρακτικούς λόγους. Τα άλογα στέκονται πάνω σε όμορφες στήλες με σκοπό να φαίνονται από απόσταση. Το ένα μπροστινό τους πόδι στηρίζεται σε στήλη από πορφυρίτη, ενώ το άλλο είναι σηκωμένο ψηλά.
Αυτά τα ξεχωριστά, λοιπόν, άλογα, που στόλιζαν κάποια αψίδα θριάμβου στη Ρώμη, μεταφέρθηκαν, πιθανότατα την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, στην καινούργια του πρωτεύουσα στην Ανατολή για να την λαμπρύνουν, μαζί με άλλα αρχαία έργα τέχνης. Τα άλογα τοποθετήθηκαν σε περίοπτη θέση στον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης, τον πιο σημαντικό ίσως χώρο της πρωτεύουσας μετά από το παλάτι. Έμειναν εκεί για αιώνες, μάρτυρες της πολυτάραχης ζωής της Βασιλεύουσας. Όμως το 1204, κατά τη διάρκεια της Δ’ Σταυροφορίας, οι Βενετοί βρήκαν την ευκαιρία να ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς τους με το Βυζάντιο. Εκμεταλλευόμενοι την ασταθή πολιτική κατάσταση και τις έριδες μεταξύ των διεκδικητών του βυζαντινού θρόνου, κατέλαβαν την Πόλη. Με αρχηγό τον γηραιό δόγη Ερρίκο Δάνδολο λεηλάτησαν τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς της. Ο ίδιος ο Δάνδολος ξεχώρισε τα τέσσερα άλογα, τα οποία μεταφέρθηκαν στη Βενετία με ευθύνη του Domenico Morosini. Θρυλείται ότι, σε κάποια στιγμή του ταξιδιού, το πόδι του ενός αλόγου κόπηκε και επετράπη στην οικογένεια Morosini να το κρατήσει για να στολίσει το palazzo της. Αρχικά τα άλογα τοποθετήθηκαν στο Arsenale, δηλαδή τον ναύσταθμο της Βενετίας, μέχρι να βρουν τη θέση τους στη loggia του Αγίου Μάρκου. Τα άλογα ενσωματώνονται σιγά σιγά στην ιστορία της Βενετίας και θεωρούνται ένα είδος μασκότ της πόλης.
Η επόμενη περιπέτεια των αλόγων εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων, τον Ιούλιο του 1798. Ο 28χρονος στρατάρχης Ναπολέων Βοναπάρτης έχει καταλάβει μεγάλο μέρος της Ιταλίας. Απ’ όπου περνά, παίρνει μαζί του τα πιο λαμπρά έργα τέχνης. Στη Βενετία, μεταξύ άλλων, αρπάζει και τα τέσσερα άλογα του Αγίου Μάρκου. Πίσω στο Παρίσι, τα άλογα τοποθετούνται στην αψίδα της πλατείας Carrousel, μετά την αποπεράτωσή της. Το τέθριππο δέσποζε στην κορυφή της αψίδας. Τα άλογα ήταν ζεμένα σ’ ένα άρμα που οδηγούσαν η Νίκη και η Ειρήνη. Το 1815, μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλό, τα κλεμμένα έργα τέχνης ζητήθηκαν πίσω. Ο πάπας έστειλε ως αντιπρόσωπο τον διάσημο Βενετό γλύπτη Antonio Canova. Ο Canova έφερε σε αίσιο πέρας την αποστολή του και τα άλογα ξαναγύρισαν στη θέση τους. Αλλά στις 14 Ιουλίου 1902 τα άλογα κινδύνευσαν για ακόμα μία φορά. Ο πύργος του μεγάλου campanile κατέρρευσε, ένα από τα άλογα παρουσίασε μεγάλη κλίση και απομακρύνθηκε για να επισκευαστεί. Το 1915, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, τα άλογα κατέβηκαν από τη loggia και κρύφτηκαν ανάμεσα σε σακιά γεμάτα άμμο στο Ανάκτορο των Δόγηδων. Το 1917, όταν διασπάστηκε η ιταλική γραμμή άμυνας, φυγαδεύτηκαν στη Ρώμη και κρύφτηκαν στο Castel Sant’ Angelo.
Μετά το τέλος του πολέμου, εκτέθηκαν σε κοινή θέα στο Palazzo Venezia και επέστρεψαν στη Βενετία, στην παλιά τους θέση. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ξανακατέβηκαν και κρύφτηκαν πάλι στα υπόγεια του Ανακτόρου των Δόγηδων. Μετά τον πόλεμο, η απειλή για τα άλογα ήταν πια περιβαλλοντολογική. Η μόλυνση και η υγρασία εναπόθεταν οξύ πάνω στην χάλκινη επιφάνειά τους. Τη δεκαετία του ’70 η εταιρεία Olivetti ανέλαβε μια εκστρατεία, στην οποία ένα από τα άλογα ήταν το κεντρικό έκθεμα, με σκοπό την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης. Τελικά, το 1983 τα άλογα τοποθετήθηκαν μέσα στην εκκλησία, προστατευμένα σε ειδικό χώρο, και τη θέση τους στη loggia πήραν πανομοιότυπα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Γαΐλα, Τ. (2020), Η κλοπή των αλόγων της Χίου. Άρθρο από την ιστοσελίδα Χιακά Νέα. Διαθέσιμο εδώ.
- Freeman, C. (2006), Τα άλογα του Αγίου Μάρκου, Μια ιστορία θριάμβου στο Βυζάντιο, το Παρίσι και τη Βενετία, Εκδόσεις Ωκεανίδα.