Της Μαρίας Σαρρή,
Από τις αναφορές του Πλάτωνα μέχρι και τις πρόσφατες δηλώσεις του Kenneth Feder, η ιστορία της Χαμένης Ατλαντίδας συναρπάζει τόσο το κοινό που λατρεύει μια απλή μυθοπλασία όσο και το κοινό που προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει τα στοιχεία και εν τέλει να την ανακαλύψει. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που αξίζει να αναφερθεί είναι πως καμία εκδοχή, από όσες έχουν προκύψει, δεν έχει επαληθευτεί επιστημονικά. Συνεπώς, αυτό αφήνει στους αναγνώστες την ελευθερία να διαλέξουν την εκδοχή που τους εκφράζει περισσότερο.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Ο πρώτος που αναφέρεται στην Ατλαντίδα είναι ο Πλάτωνας στα έργα του «Τίμαιος» και «Κριτίας», με έμφαση στο δεύτερο. Η πόλη της Ατλαντίδας αποτελούσε για τον Πλάτωνα το αντεπιχείρημα της ιδεατής κοινωνίας της αρχαίας Αθήνας. Ο Κριτίας τη χρησιμοποιεί, προκειμένου να αναφέρει έναν από τους πρώτους εχθρούς της Αθήνας, ο οποίος, αν και είχε πλεονέκτημα, συνετρίβη από τους Αθηναίους και ύστερα καταστράφηκε από την οργή των θεών.
Ο Κριτίας τοποθετεί την Ατλαντίδα ως νησί, έξω από τα στενά του Γιβραλτάρ, τις Ηράκλειες Στήλες, αναφέροντας ότι είναι σε μέγεθος μεγαλύτερη από την αρχαία Λιβύη και την Ασία. Η υπεροχή της σε ναυτικό, αλλά και η επεκτατική της πολιτική, προκαλούν ένα πρώιμο δίλημμα ασφαλείας στους Αθηναίους, οι οποίοι σπεύδουν να την περιορίσουν. Πέραν, όμως, από την ήττα έναντι των Αθηναίων, ένας σεισμός καταστρέφει ολοσχερώς το νησί και ο πολιτισμός τους βυθίζεται, αφήνοντας πίσω του μια λασπώδη έκταση σε συνδυασμό με νερό, η οποία καθιστά αδύνατα τα ταξίδια πέρα από τα στενά περάσματα της Ιβηρικής Χερσονήσου.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου αιώνα μ.Χ., οι φιλόσοφοι του Ελληνιστικού Ιουδαϊσμού, ένα ρεύμα το οποίο συνδύαζε την ιουδαϊκή θρησκευτική παράδοση με στοιχεία της ελληνικής κουλτούρας, αναφέρθηκαν και εκείνοι με τη σειρά τους στην Ατλαντίδα, διαφυλάσσοντας έτσι την ιστορία του Πλάτωνα, δίνοντάς της παράλληλα και ένα διαχρονικό στοιχείο, προκειμένου αυτή να ενσωματωθεί στην αλλαγή της θρησκευτικής παράδοσης που συνέβαινε αργά, αλλά σταθερά. Στον αντίποδα, στάθηκαν εκείνοι που υποστήριξαν πως η Ατλαντίδα ήταν ένα παγανιστικό αφήγημα και έπρεπε να καταστραφεί.
Αρκετά χρόνια μετά, γύρω στον δέκατο έκτο με δέκατο έβδομο αιώνα μ.Χ., οι μελετητές F. Gomara, F. Bacon και A. Humboldt προτείνουν πως η Ατλαντίδα είναι ο Νέος Κόσμος της Αμερικής και λίγο αργότερα τη συνδέουν με τον πολιτισμό των Μάγια, με πρόσχημα τους αρχαίους χώρους λατρείας που ανακαλύπτουν με τις ανασκαφές. Αυτό που αξίζει να αναφερθεί σε αυτό το σημείο είναι οι αντιπαραθέσεις στις ανακαλύψεις μεταξύ του «παλαιού» και του «νέου» κόσμου, οι οποίες αρκετές φορές, προκειμένου να γίνουν αποδεκτές από τη χριστιανική κοινότητα και να συμβαδίσουν με τις διδαχές της Βίβλου, έδειχναν μια υπεροχή της νέας φυλής έναντι αυτής των Μάγια. Οι εξερευνητές αμφισβητούν την ικανότητα των γηγενών να αποτελούν οι ίδιοι την πηγή ενός ακμάζοντος πολιτισμού του παρελθόντος και αποδίδουν τις ανακαλύψεις τους σε κάποιον προγενέστερο λαό. Οι θεωρίες των συσχετίσεων, όμως, γρήγορα απορρίπτονται από την ακαδημαϊκή κοινότητα η οποία, χωρίς επιχειρήματα, τα θεωρεί ασαφή θεωρήματα.
Η Ρωσίδα μυστικίστρια Helena Blavatsky και ο συνεργάτης της, H. Olcott, το 1870, στο έργο “The secret doctrine” μιλούν για ένα καινούργιο θρησκευτικό ρεύμα, το οποίο πραγματεύεται την άρια φυλή των κατοίκων της Ατλαντίδας, οι οποίοι παρουσιάζονται ως ήρωες και όχι ως στρατιωτική απειλή, όπως πίστευε ο Πλάτωνας. Η Θεοσοφία, όπως ονομάστηκε το ρεύμα, προτείνει πως όλες οι θρησκείες έχουν μια κοινή βάση, την πραγματική αλήθεια. Μερικά από τα σύμβολά της είναι το αστέρι του Δαυίδ, το Ankh, ακόμη και η σβάστικα, στην οποία θα επανέλθουμε. Οι μελέτες της Blavatsky πάνω στην Ατλαντίδα κατέληξαν στο γεγονός ότι αιτία της πτώσης του πολιτισμού της ήταν οι εσωτερικές συγκρούσεις και οι υπερφυσικές δυνάμεις των πολιτών. Ας αναφέρουμε εδώ, πως η Θεοσοφία ήταν η πρώτη προσπάθεια δημιουργίας μιας οικουμενικής θρησκευτικής φιλοσοφίας, που θα αποκτήσει απήχηση αρκετά χρόνια αργότερα.
Εκείνος που έδωσε μια ακόμη οπτική στο θέμα, ήταν ο Αμερικανός πολιτικός Ignatius Donelly, το 1882, ο οποίος στο έργο του “Atlantis: the Antediluvian World” προκάλεσε μεγάλο λαϊκό ενδιαφέρον. Προσπάθησε να κινηθεί παράλληλα στον «Μαγιανισμό» και τη «Θεοσοφία», βλέποντας την Ατλαντίδα ως έναν προηγμένο τεχνολογικά πολιτισμό, ο οποίος καταστράφηκε από έναν μεγάλο κατακλυσμό, όπως και στη Βίβλο.
Σε μια εποχή όπου οι διαφορές ανάμεσα στις φυλές είναι έντονες, το έργο του Donelly και της Blavatsky έρχεται να διχάσει τους μελετητές, αλλά και να ενισχύσει τις εκφάνσεις του ρατσισμού. Αυτοί που θα χρησιμοποιήσουν αυτά τα κείμενα δεν είναι άλλοι από τους Ναζιστές. Οι Guido von List, Alfred Rosenberg και Heinrich Himmler έγιναν υποστηρικτές της ιδεολογίας που ήθελε τα γερμανικά φύλα απογόνους αυτής της άριας φυλής, προερχόμενης από την Ατλαντίδα μετά την καταστροφή της.
Θα πρέπει, όμως, εδώ να αθωώσουμε τον ρόλο της Blavatsky, η οποία είχε αποδώσει στη δική της εκδοχή της άριας φυλής μεσογειακά χαρακτηριστικά, σε συνδυασμό με εκείνα των Μογγόλων. Η ιδέα της, ωστόσο, εργαλειοποιήθηκε από το καθεστώς και την εξουσία που πήγαζε από το Γ΄ Ράιχ.
Το 1960, έγινε γνωστή η μετατόπιση των τεκτονικών πλακών των ηπείρων, κάτι που έκανε τη φήμη της Χαμένης Ατλαντίδας να παρακμάσει, καθώς μια χαμένη ήπειρος δεν θα ήταν εφικτό να έχει προκληθεί στο πρόσφατο γεωλογικό παρελθόν του πλανήτη. Αυτό μας φέρνει και στα λόγια του βρετανού φιλοσόφου A. E. Taylor, τα οποία μάς μεταφέρει ο Kenneth Feder, καθηγητής αρχαιολογίας στο Central Connecticut State University, «Δεν θα μπορούσαμε να πούμε με πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι η αφήγηση της συνομιλίας του Σόλωνα με τους Ιερείς (που την έμαθε και μας μετέφερε ο Κριτίας) για την Ατλαντίδα, είναι απλά μια εφεύρεση της φαντασίας του Πλάτωνα».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Πλάτων (1993), Τίμαιος – Κριτίας, Αθήνα: Εκδ. Κάκτος
- Hoopes, John W. (2011), Mayanism Comes of (New) Age, Routledge: Taylor and Francis Group
- Ignatius, Donnelly (1882), Atlantis: the Antediluvian World, Dover Publications
- Ratner, Paul (2018), Why the Nazis were obsessed with finding the lost city of Atlantis?, άρθρο από την ιστοσελίδα Big Think, διαθέσιμο ΕΔΩ