Της Παναγιώτας Λούπα,
Στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ηγέτες των νικητών έπρεπε να συναντηθούν για να συμφωνήσουν σε μια διευθέτηση της ειρήνης, που θα απέτρεπε τη διεξαγωγή κάποιου μελλοντικού πολέμου.
Ως πρώτη διακήρυξη των συμμαχικών σκοπών στην περίπτωση της νίκης ήταν ο «Χάρτης του Ατλαντικού», που ανακοινώθηκε στις 14 Αυγούστου το 1941. Βασικές αρχές του «χάρτη» αυτού ήταν ότι δε θα πραγματοποιούνταν εδαφικές αλλαγές που δε σχετίζονταν με τις επιθυμίες των ενδιαφερομένων λαών. Αναγνώρισαν το δικαίωμα όλων των λαών όσον αφορά την επιλογή της διακυβέρνησής τους. Αναγνώρισαν το δικαίωμα της πρόσβασης όλων των κρατών στο παγκόσμιο εμπόριο και την ελευθερία διάπλου της θάλασσας χωρίς παρεμπόδιση. Υποχρεωτικός θα ήταν, επίσης, ο αφοπλισμός όλων των κρατών που δεν αποδέχονταν την ειρήνη. Ο χάρτης επιβεβαιώθηκε από τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών την 1η Ιανουαρίου του 1942. Είκοσι έξι χώρες συμμετείχαν στην υπογραφή αυτής της διακήρυξης. Μεταξύ των χωρών αυτών βρίσκονταν οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Σοβιετική Ένωση, η Δημοκρατία της Κίνας και η Μεγάλη Βρετανία.
Η πρώτη διάσκεψη που θεωρήθηκε αρκετά σημαντική ήταν η διακήρυξη του Καΐρου, τον Νοέμβριο του 1943, με σκοπό τη διαπραγμάτευση της μοίρας της Ιαπωνικής Αυτοκρατορίας, με συμμετέχοντες τον Roosevelt, τον Churchill και τον Chiang Kai-shek. Οι τρεις άνδρες κατέληξαν στη συμφωνία της επιστροφής όλων των κινεζικών εδαφών που είχαν προσαρτηθεί από την Ιαπωνία πίσω στην Κινεζική Δημοκρατία. Από τα εδάφη που κατέκτησαν Ιάπωνες εξαιρέθηκε η περιοχή της Κορέας. Η τελευταία αποφασίστηκε να γίνει ελεύθερη και ανεξάρτητη.
Η δεύτερη συνδιάσκεψη πραγματοποιήθηκε στη Γιάλτα της Κριμαίας τον Φεβρουάριο του 1945, με συμμετέχοντες τους Roosevelt, Churchill και Stalin. Οι τρεις συμμετέχοντες συμφώνησαν για τις μεθόδους ελέγχου της Γερμανίας, για την ίδρυση ενός οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος στόχευε στη διατήρηση της ειρήνης και για την αναδιοργάνωση της πολωνικής κυβέρνησης.
Δέκα εβδομάδες μετά από την αυτοκτονία του Hitler και την παράδοση του Ράιχ το Μάιο του 1945, η σχέση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών, Σοβιετικής Ένωσης και Αγγλίας ήταν ταραγμένες. Ο Churchill έβλεπε τις διαφορές που είχε το σταλινικό καθεστώς με το Δυτικό και ανησυχούσε, όπως και ο Harry Truman, διάδοχος του αποθανόντος Roosevelt, για την εξάπλωση του σιδηρούν παραπετάσματος. Ο Truman, μάλιστα, αν και αναγνώρισε τη σοβιετική επιρροή στη Ρουμανία, την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία δεν αποδεχόταν τις κομμουνιστικές αυτές κυβερνήσεις, καθώς, όπως ανέφερε, δεν υπηρετούν τα δικαιώματα της ελεύθερης έκφρασης και των αρχών των λαϊκών δημοκρατιών. Από την άλλη πλευρά, οι σχέσεις Truman με Churchill διαταράχτηκαν εξίσου. Ο Truman εσφαλμένα επέλεξε ως απεσταλμένο στην Αγγλία έναν αντί-βρετανό και παράλληλα φιλοσοβιετικό. Αυτός θεώρησε απαράδεκτη τη στάση της Μεγάλης Βρετανίας απέναντι στο σταλινικό καθεστώς και την χαρακτήρισε άκρως ναζιστική.
Τελικά, οι τρεις ηγέτες συναντήθηκαν και ο Stalin κατέθεσε μία σειρά παραπόνων που αφορούσαν κυρίως την πολιτική κατάσταση στην Πολωνία και την παροχή πόρων από την ηττημένη Γερμανία. Ο Stalin, άλλωστε, δεδομένου ότι είχε κατακτήσει το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Ευρώπης, ήταν σε ισχυρή θέση για να απαιτήσει αυτό που επιθυμούσε. Οι Δυτικοί, σε μία προσπάθεια για ανακωχή, δεν μπόρεσαν να αρνηθούν την κομμουνιστικοποίηση της Πολωνίας.
Σε εκείνη τη φάση ακόμη δεν έχει αποφασιστεί αν θα πραγματοποιείτο ένας κοινός πόλεμος κατά της Ιαπωνίας και αν ο Truman θα έριχνε την ατομική βόμβα στην απομονωμένη συμμαχικά χώρα. Πάντως και οι τρεις ηγέτες επιθυμούσαν να ασκήσουν επιρροή στην Άπω Ανατολή. Ο Stalin περίμενε ότι η Ιαπωνία, όπως και η Γερμανία, θα καταλαμβάνονταν από κοινού από τους Συμμάχους και θα χωρίζονταν σε ζώνες επιρροής. Θα έμπαινε στον πόλεμο εναντίον της Ιαπωνίας και θα έπαιρνε ως αντάλλαγμα τα εδάφη που είχε απορροφήσει η Ιαπωνία στη διάρκεια του Ιαπωνικού Πολέμου του 1904-1905. Οι Σοβιετικοί σχεδίαζαν να εισβάλουν και να καταλάβουν την Ιαπωνία, αλλά τα σχέδιά τους ματαιώθηκαν από το ξαφνικό τέλος του πολέμου, που προκλήθηκε από τη ρίψη της αμερικανικής ατομικής βόμβας στη Hiroshima και στο Nagasaki.
Ο Stalin, αν και είχε υποσχεθεί ελεύθερες εκλογές στην Πολωνία, αρνήθηκε την επίβλεψη από μια διεθνή επιτροπή. Η παράδοση της Γερμανίας χρειάστηκε ακόμη μία διάσκεψη των τριών ηγετών. Στις 17 Ιουλίου 1945, Stalin, Churchill και Truman συναντήθηκαν στο Potsdam του Βερολίνου. Οι όροι της διακήρυξης ήταν οι εξής: η διαίρεση της ανατολικής Πρωσίας σε δύο τμήματα, από τα οποία το βόρειο τμήμα θα πήγαινε στη Σοβιετική Ένωση και το νότιο στην Πολωνία. Η Πολωνία θα αποκτούσε την πρώην ελεύθερη πόλη του Danzig. Επίσης, όλα τα γερμανικά εδάφη ανατολικά των ποταμών Oder και Neisse θα διοικούνταν από την Πολωνία. Η γερμανική στρατιωτική δύναμη θα καταστρεφόταν. Η Γερμανία θα διαιρούνταν σε τέσσερις ζώνες κατοχής που θα διοικούνται αντίστοιχα από τη Σοβιετική Ένωση, τη Βρετανία, τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Νοέμβρη του 1945 ξεκίνησαν τα δικαστήρια για τα εγκλήματα των ναζιστών.
Οι τρεις ηγέτες υπέγραψαν συνθήκες ειρήνης με την Ιαπωνία και τους υπόλοιπους συμμάχους της Γερμανίας. Η συνθήκη με την Ιαπωνία περιείχε βαρείς όρους για την ηττημένη χώρα, καθώς υποχρεώθηκε να παραχωρήσει όλα τα εδάφη που είχε αποκτήσει από το 1854 και της στέρησε κάθε δικαίωμα στην Ταϊβάν.
Ένα, όμως, από τα βασικά αποτελέσματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν η ανάδειξη των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης ως τα ισχυρότερα κράτη. Η Σοβιετική Ένωση είχε τεράστιες απώλειες κατά τη διάρκεια του πολέμου, γεγονός που ενίσχυσε την εμμονή της στην ασφάλεια και την εδαφική της ακεραιότητα. Μια μεταπολεμική υποστήριξη του Κομμουνισμού παρατηρήθηκε στη δυτική Ευρώπη, κυρίως στη Γαλλία και την Ιταλία, όπου οι κομμουνιστές έπαιξαν ρόλο στην αντιναζιστική και αντιφασιστική αντίσταση. Οι Αμερικανοί, από την άλλη πλευρά, σε σχέση με τα επίπεδα του 1939, είχαν διπλασιάσει το εθνικό τους εισόδημα και τετραπλασιάσει τις καταθέσεις τους. Η Ιαπωνία ήταν ουσιαστικά αποικία τους. Ήλεγχαν τον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό. Στόχος της Αμερικής έγινε πλέον η αποτροπή διείσδυσης των κομμουνιστικών ιδεών και μορφών διακυβέρνησης στην Ευρώπη και σε κράτη που δεν βρίσκονταν υπό τη σοβιετική επιρροή. Ξεκίνησε, λοιπόν, ένας σοβιετο-αμερικανικός πόλεμος ανταγωνισμού, κυρίως οικονομικού και στρατιωτικού χαρακτήρα. Έτσι, οι ιστορικοί ορίζουν το 1945 έτος της έναρξης του Ψυχρού Πολέμου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Fenby, Jonathan (2011), Συμμαχία, Αθήνα: Εκδ. Γκοβόστη.
- Overy, Richard (2015), The Oxford illustrated history of World War 2, Oxford: Oxford University Press.
- Burns, M. Edward (2020), Ευρωπαϊκή Ιστορία,, Ο Δυτικός Πολιτισμός: Νεότεροι Χρόνοι Θεσσαλονίκη: Εκδ. Επίκεντρο.