Του Νίκου Μελιτσιώτη,
Η ταραγμένη περίοδος που βίωσε η χώρα μας, από τα τέλη του 19ου αιώνα και καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, αποτέλεσε πηγή μεγάλων δεινών και πολύτιμων διδαγμάτων, τόσο για τους πρωταγωνιστές των γεγονότων, όσο και για αυτούς που τα έζησαν ως απλοί παρατηρητές. Οι πολυδαίδαλοι δρόμοι της Ιστορίας ενέπνευσαν και τον Γιάννη Λασκαράκη, συγγραφέα και πρώην εκδότη της εφημερίδας «Γνώμη», με το πνευματικό τέκνο του, το συναρπαστικό μυθιστόρημα «Κυνηγημένοι από την Ιστορία», να κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Επίκεντρο.
Το απολαυστικό αυτό μυθιστόρημα, το οποίο ο συγγραφέας αφιερώνει στους γονείς του, ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής δύο ανδρών, του Θρακιώτη Γιάννη Βεσταβάκη και του Κρητικού Ανέστη Πετριδάκη, οι οποίοι, επιβάτες στο ασταμάτητο τρένο της Ιστορίας, ταξίδεψαν σε μέρη μαγευτικά και γνώρισαν ανθρώπους σημαντικούς, οι οποίοι καθόρισαν με τις πράξεις τους το τρένο στο οποίο επέβαιναν. Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος, υπαρκτά και μη, υφαίνουν με τη ζωή τους και μέσα από την πένα του συγγραφέα ένα πέπλο, στο οποίο απεικονίζονται τα γεγονότα που σημάδεψαν την Ελλάδα, από το 1880 έως το 1922.
Το βιβλίο παρουσιάζει στις πρώτες σελίδες του τις διαδρομές που ακολούθησαν οι δύο πρωταγωνιστές, οι οποίες απεικονίζονται πάνω σε χάρτες. Αντί εισαγωγής, ο συγγραφέας επιλέγει να παραθέσει τη σύντομη ανάλυση του Βάλτερ Μπένγιαμιν για τον πίνακα “Angelus Novus” του Πάουλ Κλέε. Σε αυτή την ανάλυση ο Γερμανός κριτικός λογοτεχνίας υποστηρίζει, μέσα από την ανάλυσή του, πως ο άγγελος του πίνακα «θα μπορούσε να είναι ο Άγγελος της Ιστορίας». Ο πίνακας αυτός κοσμεί και το εξώφυλλο του βιβλίου.
Το κύριο μέρος του βιβλίου, χωρισμένο σε 77 ολιγοσέλιδα κεφάλαια, παρουσιάζει τις παράλληλες πορείες των δύο πρωταγωνιστών και των οικογενειών τους, οι οποίοι καλούνται από τις περιστάσεις να δώσουν το παρόν σε όλα τα γεγονότα που καθόρισαν την πορεία της Ελλάδος, προς την ύφεση, την ήττα, τον θρίαμβο, την έπαρση και την καταστροφή. Από την Κρητική Επανάσταση του 1889 και τον «ατυχή» Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897, στους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Εθνικό Διχασμό και μέχρι τις τραγωδίες σε Πόντο και Μικρά Ασία, οι δύο άντρες μάς ξεναγούν σε μικρά και μεγάλα γεγονότα που αποτελούν στροφές στις ζωές τους.
Συστατικό στοιχείο του βιβλίου, το οποίο το καθιστά ξεχωριστό, είναι η οπτική μέσα από την οποία μας παρουσιάζει τα γεγονότα. Απλοί άνθρωποι, οι οποίοι παλεύουν με την καθημερινότητα, μάς δανείζουν τα μάτια και τα αυτιά τους, καθιστώντας την ανάγνωση του βιβλίου όχι μόνο ένα ταξίδι στα μονοπάτια της Ιστορίας, αλλά και ένα πλούσιο λαογραφικό και ανθρωπολογικό περίπατο. Οι απλοί αυτοί άνθρωποι, αλλοεθνείς και αλλόθρησκοι πολλές φορές, δεμένοι με αγάπη, φιλία και έρωτα και δοκιμαζόμενοι από κρίσεις θρησκευτικές, πολιτικές και πολεμικές, συμβιώνουν αρμονικά στα ίδια μέρη ή και κάτω από την ίδια στέγη.
Οι γλαφυρές περιγραφές που απλόχερα μας παραθέτει ο συγγραφέας για τα μέρη στα οποία το τρένο της Ιστορίας σταματά, παρουσιάζουν μεγάλο λεξιλογικό πλούτο, ο οποίος επεκτείνεται και σε άλλες περιγραφές, προσώπων και κτιρίων. Οι διάλογοι εξυπηρετούν την εξέλιξη της πλοκής, παρέχουν χρήσιμες πληροφορίες, ενώ οι σκηνές έντονης δράσης περιγράφονται από τον πρωταγωνιστή παραστατικά. Η ιστορική ακρίβεια, η οποία χαρακτηρίζει τις περιγραφές των γεγονότων και των σχέσεων των ιστορικών προσώπων, πλέκεται με τη μυθοπλασία και συνθέτει έναν σαγηνευτικό καμβά για τον αναγνώστη.
Από τη Στέρνα της Ανατολικής Θράκης και της Μουρνιές των Χανίων, στο Ντιγιάρμπακιρ και την Τραπεζούντα και πάλι πίσω, ο Γιάννης και ο Ανέστης βίωσαν τη δική τους Οδύσσεια. Βίωσαν ενθουσιασμό και απογοήτευση, χαρά και θυμό, νίκη και ήττα, θρίαμβο και ταπείνωση. Με το βλέμμα στραμμένο τόσο στο προγονικό παρελθόν, που ζητά δικαίωση, όσο και στο μέλλον των επόμενων γενεών, που ζητά κατευνασμό, παλεύουν να ισορροπήσουν τις δύο πλάστιγγες της ζυγαριάς της Ιστορίας. Ο φιλίστωρ αναγνώστης μπορεί να απολαύσει το ταξίδι αυτό και να εξάγει τα δικά του συμπεράσματα.