Της Σοφίας Πεχλιβανίδου,
Το θέατρο ποιεί ήθη. Αυτή ήταν και είναι η λειτουργία του από τα πρώτα θεατρικά έργα που γράφτηκαν ποτέ μέχρι τις μέρες μας. Θεατρικοί συγγραφείς ανά τον κόσμο χρησιμοποιούν τη δυνατότητα που τους δίνει η συγγραφή, ώστε να θίξουν κάθε είδους ζήτημα που θέλουν να μοιραστούν και να επικοινωνήσουν με τους ανθρώπους γύρω τους. Πολλές φορές σε ένα θεατρικό έργο ερχόμαστε αντιμέτωποι με τις σκληρότερες αλήθειες, οι οποίες διαχρονικά απασχολούν την ανθρωπότητα και το θέατρο ως καθρέφτης αυτής της κοινωνίας που εξελίσσεται στέκεται απέναντί μας υπενθυμίζοντας την κυκλική και επαναλαμβανόμενη τάση της ανθρώπινης φύσης.
Βλέποντας, λοιπόν, θεατρικές παραστάσεις, υπάρχουν ορισμένες φορές που η αλήθεια μίας παράστασης, η διαχρονικότητα του κειμένου στο οποίο βασίζεται η διασκευή κάθε φορά, οι ερμηνείες των ηθοποιών και η ταύτιση με πρόσωπα και γεγονότα είναι τέτοια που μας αφήνει σιωπηλούς μπροστά σε όσα τελικά ανεχόμαστε παρότι γνωρίζουμε ότι είναι κακώς κείμενα που χρήζουν αλλαγής. Μία τέτοια παράσταση αποτελεί και «Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» σε σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα με πρωταγωνιστή τον Πάνο Βλάχο και έναν εξαιρετικό θίασο που ανεβαίνει στο θέατρο Γκλόρια τον φετινό χειμώνα. Βασισμένος στο κείμενο του Ντάριο Φο, ο Γιάννης Κακλέας φέρνει στο σήμερα με ευρηματικό τρόπο, με καθηλωτική μουσική που δημιουργεί την αντίστοιχη ατμόσφαιρα για τον θεατή, την ιστορία της αυτοκτονίας ενός αναρχικού στο Μιλάνο.
Η ιστορία ξεδιπλώνεται σταδιακά με πρωταγωνιστή έναν γελωτοποιό, με ειδίκευση στις μεταμφιέσεις κάθε είδους, που ενσαρκώνει με μοναδικό τρόπο ο Πάνος Βλάχος, να μοιράζεται την ιστορία ολόκληρης της ζωής του, τις αδικίες που υπέστη από κάθε μορφή εξουσίας με την οποία ήρθε αντιμέτωπος, αναδεικνύοντας την πλευρά της εκμετάλλευσης, του φθόνου, της βίας και της παράλογης κατάχρησης εξουσίας. Ο γελωτοποιός συμπυκνώνει σε ένα πρόσωπο όλες τις ιστορίες των ανθρώπων που βίωσαν το πρόσωπο εκείνο της εξουσίας που εκμεταλλεύεται, κοροϊδεύει, επιβάλλεται, θεωρεί ότι ελέγχει τους πάντες και τα πάντα και τελικά είναι υπαίτια για τον θάνατο ανθρώπων, αλλά ποτέ δεν λογοδοτεί για τις πράξεις της, δεν αναλαμβάνει την ευθύνη να παραδεχτεί ότι έσφαλλε, ότι τελικά και τα πρόσωπα εξουσίας οφείλουν και πρέπει πρώτα από όλους να ελέγχονται, να αξιολογούνται και να αντικαθίστανται όταν πράττουν παρανόμως προς πάσα κατεύθυνση και όταν τελικά γίνονται επικίνδυνα για το κοινωνικό σύνολο.
Στον «τυχαίο θάνατο ενός αναρχικού» παρακολουθούμε το ειλικρινέστερο ξεμπρόστιασμα της ασύδοτης εξουσίας που ενώ θεωρεί ότι μπορεί να κάνει ό,τι θέλει χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν, γίνεται ευάλωτη μπροστά στην αλήθεια και τρέμει στην ιδέα της απόδοσης δικαιοσύνης. Αυτό που μας προσφέρει ο γελωτοποιός που πρωταγωνιστεί στην παράσταση είναι το «ξεβόλεμα» της εξουσίας με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορεί πια κανείς να κρυφτεί από κανέναν. Οι θεατές γίνονται μάρτυρες ενός περιστατικού αστυνομικής βίας βλέποντας εκ των έσω πώς λειτουργεί συχνά η εξουσία σε τέτοιες θέσεις, πόσο εύκολο είναι ο λάθος λειτουργός της εξουσίας να βρεθεί στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή, να χάσει τον έλεγχο και να εγκληματήσει θεωρώντας ότι ποτέ δεν ευθύνεται εκείνος δεδομένου ότι η θέση του δεν του επιτρέπει να κάνει κάτι λάθος. Το ερώτημα που εγείρεται, στο δικό μου μυαλό τουλάχιστον, είναι πόσο αναγκαία κρίνεται τελικά η επανεξέταση του ρόλου της εξουσίας κάθε είδους, πόσο σημαντική είναι η αξιολόγηση των ανθρώπων που ασκούν τέτοιους είδους λειτουργήματα, ώστε να μην μπορεί κανείς να αποποιηθεί την ευθύνη οποιασδήποτε πράξης, πολλώ δε μάλλον όταν μιλάμε για απώλεια ανθρώπινης ζωής.
Αυτό που εντυπωσιάζει στην εν λόγω παράσταση πέραν των ερμηνειών είναι τα τραγούδια, τους στίχους των οποίων υπογράφει ο Πάνος Βλάχος, και η live μουσική σε όλη τη διάρκεια της παράστασης που καθιστά ακόμη πιο μεστό και πλήρες το θεατρικό κείμενο του Ντάριο Φο, κάνοντας το θεατή να σιγοτραγουδήσει κι εκείνος για το «τυχαίο γεγονός που οδήγησε στον θάνατο ενός αναρχικού». Από το 1970, λοιπόν, που πρωτοανέβηκε η παράσταση μέχρι σήμερα, έχουν μεσολαβήσει πολλά τυχαία γεγονότα, έχουν γραφτεί πολλά τραγούδια για κάθε λογής «αναρχικό» που «βρέθηκε σε λάθος μπάτσου χέρια κι απ’ το ανοιχτό παράθυρο έπεσε μοναχός τους, γιατί πολύ τον τρέλανε ο άλλος εαυτός του», ή τέλος πάντων, έτσι είπαν όσοι βρέθηκαν εκεί τότε και έδωσαν κατάθεση για το γεγονός ή έτσι τους είπαν να πουν και έτσι είπαν γιατί φοβήθηκαν μήπως μπλέξουν.
Και αν αλλάξουμε λίγο την ιστορία του Ντάριο Φο, αν στη θέση του αναρχικού -που εγείρει άλλου είδους συζήτηση για την αναρχία, την τρομοκρατία και κάθε λογής παραβατική συμπεριφορά- βάλουμε οποιονδήποτε άλλον ή άλλη, οποιονδήποτε άνθρωπο αδύναμο απέναντι σε οποιονδήποτε δυνατό που τυχαίνει να έχει εξουσία στα χέρια του και την χρησιμοποιεί με τον λάθος τρόπο θα δούμε ότι ο «τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» έχει τόσα πολλά πρόσωπα που μας προβληματίζει σχετικά με τους νόμους, την εξουσία, την εφαρμογή αυτών και την κατάχρηση αυτών, που στη δημοκρατία δεν θα έπρεπε να υπάρχει.
Σκέφτομαι ότι τον τελευταίο καιρό έχουμε δει κατάχρηση εξουσίας σε κάθε πεδίο ανθρώπινης δραστηριότητας. Από την εκμετάλλευση στον εργασιακό χώρο, την καταπάτηση των ελευθεριών του διπλανού μας σε θέματα δημόσιας υγείας εν ονόματι των δικών μας δικαιωμάτων σε μία ουτοπική αυτοδιάθεση, την άσκηση βίας σε κάθε αδύναμο, την κακοποίηση ζώων, την καταστροφή του περιβάλλοντος μέχρι την αφαίρεση τη ζωής ανθρώπου για οποιονδήποτε λόγο και με οποιονδήποτε τρόπο και μένουμε σιωπηλοί. Μένουμε αμέτοχοι, μένουμε αδρανείς απέναντι στην αχρειότητα, απέναντι στην κατάχρηση της εξουσίας που οπλίζει διαχρονικά το χέρι ενός δυνατού απέναντι σε έναν αδύναμο. Ο γελωτοποιός λίγο πριν το τέλος της παράστασης λέει: «Για κάθε τυχαίο γεγονός πρέπει να πάρετε μια θέση,» και αφήνει την εκδοχή του τέλους στη συνείδηση κάθε θεατή.
Τελικά, πώς τελειώνουν αυτές οι ιστορίες; Ποιος πληρώνει για τα ατυχή γεγονότα όταν αυτός που τα προκαλεί είναι η ίδια η εξουσία; Ποιος την ελέγχει; Ποιος ορίζει τον ένοχο όταν ο ίδιος ο νόμος παρανομεί εις βάρος των πολιτών που καλούνται να τον εφαρμόσουν; Πώς οφείλει να λειτουργεί η δημοκρατία σε τέτοιες περιστάσεις; Πού αρχίζει και πού τελειώνει η εξουσία καθενός μας; Αλλάζουν άραγε τα κακώς κείμενα; Για τον γελωτοποιό του Ντάριο Φο αλλάζουν. Όλα αλλάζουν. Αρκεί να βρεθεί ο άνθρωπος που θα ρισκάρει να κάνει τη δύσκολη δουλειά: Το ξεβόλεμα της αλλαγής για όσο καιρό χρειαστεί μέχρι να φτάσει στην αλήθεια.