Της Άννας Τσέλα,
Τα μικρά κράτη διαδραματίζουν έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στη διεθνή σκηνή, με την αξιοσημείωτη παρουσία τους σε διεθνείς οργανισμούς. Τα δύο τρίτα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, άλλωστε, αποτελούνται από «μικρούς» δρώντες. Μέσα σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο και ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, όμως, η επιρροή τους συχνά επισκιάζεται από τους «μεγάλους» του συστήματος.
Υπάρχουν διάφορες στρατηγικές που μπορούν να υιοθετήσουν τα μικρά κράτη, προκειμένου να αυξήσουν την επιρροή τους στο διεθνές σύστημα και να μειώσουν την τρωτότητά τους. Μια από αυτές είναι ο επιθετικός πραγματισμός. Σύμφωνα με αυτόν, τα κράτη συνειδητοποιούν το μέγεθός τους, ότι είναι ευάλωτα και επηρεάζονται πιο εύκολα από τις αντιξοότητες του συστήματος σε σχέση με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Έχοντας αυτογνωσία πια, αναλαμβάνουν τον ρόλο του επιχειρηματικού κράτους προκειμένου να μετατρέψουν αυτό που φαινομενικά είναι μειονέκτημα -το μέγεθός τους- σε θετικό στοιχείο για ανάπτυξη και ευημερία.
Ο επιθετικός πραγματισμός συχνά λειτουργεί συνδυαστικά με κάποιο άλλο είδος στρατηγικής από τα κράτη. Επίσης, ένα ενδιαφέρον στοιχείο του είναι ότι σε κάθε διαφορετικό είδος πολικότητας του συστήματος έχει και διαφορετικά οφέλη. Γενικά, θεωρείται πως η συγκεκριμένη στρατηγική θα πρέπει να είναι πάντα ένας από τους βασικούς στόχους του κάθε μικρού κράτους. Σημαντικά παραδείγματα πρακτικής εφαρμογής του επιθετικού πραγματισμού μάς δίνουν τα σκανδιναβικά κράτη, τα οποία λειτούργησαν με βάση αυτόν σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, τα σκανδιναβικά κράτη, εκμεταλλευόμενα την τότε επικρατούσα κατάσταση, βρήκαν την ευκαιρία να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στη διεθνή πολιτική σκηνή. Ο στόχος τους αυτός υλοποιήθηκε μέσω της ενεργής συμμετοχής τους σε δραστηριότητες διεθνών οργανισμών, όπως ο ΟΗΕ. Αργότερα, τα ίδια βήματα ακολούθησαν και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες στο πλαίσιο της διεθνούς κοινότητας συνεργασίας. Επιπλέον, οι σκανδιναβικές κυβερνήσεις φάνηκαν ιδιαίτερα υποστηρικτικές προς τις χώρες με λιγότερους πόρους, δημιουργώντας διάφορα προγράμματα βοήθειας, ιδιαίτερα στην Αφρική.
Αξιοποιώντας τη μικρότητά τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα κράτη αυτά, χωρίς προφανώς να αποτελούν δίλημμα ασφάλειας για τις Μεγάλες Δυνάμεις, άσκησαν ένα είδος ηθικής επιρροής στο σύστημα. Η εξωτερική πολιτική που ακολουθήσαν ήταν αυτή της «δραστήριας ουδετερότητας», ένας συνδυασμός που εξυπηρετούσε και τη βούληση του λαού, αλλά και έδωσε στις χώρες τη δυνατότητα να αυξήσουν κατά πολύ την επιρροή τους.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πλέον η οικονομία είναι ένας από τους βασικότερους παράγοντες για την επιρροή ενός κράτους στο διεθνές σύστημα. Η επίτευξη εμπορικών σχέσεων με τις μεγαλύτερες δυνάμεις μπορεί να αποτελέσει πλεονέκτημα. Καταλαβαίνει κανείς πως τα σκανδιναβικά κράτη λειτουργήσαν κατ’ εξοχήν σαν κράτη-επιχειρηματίες στη συγκεκριμένη περίπτωση. Αρχικά, αναγνώρισαν τη συγκυριακή ευκαιρία που τους παρουσιαζόταν και την αξιοποίησαν πετυχημένα. Κατάφεραν να επιτύχουν τους στόχους τους με ενεργή ενασχόληση στους διεθνείς οργανισμούς και την προώθηση καινοτόμων ιδεών. Ταυτόχρονα, η θέση τους προσαρμόστηκε μεταξύ της ουδετερότητας και αρά κατ’ επέκταση του απομονωτισμού και της αποφυγής ανάμειξής τους στις διεθνείς συγκρούσεις που λάμβαναν χώρα εκείνη την περίοδο, κάτι που θα ήταν ζημιογόνο γι’ αυτά.
Ένα ακόμη παράδειγμα είναι η οικονομική πολιτική που εφαρμόστηκε στην περιοχή της Σκανδιναβίας την περίοδο 1950-1970. Υπήρξε ενθάρρυνση για δημόσιες επενδύσεις, φιλελεύθερη εμπορική και μισθολογική πολιτική. Οι προσπάθειες για κοινωνική αλληλεγγύη ήταν εμφανείς. Κύριος στόχος όλων αυτών των πολιτικών αποτέλεσε η πλήρης απασχόληση. Υπήρξε επίσης μεγάλη επέκταση του δημόσιου τομέα και του κράτους πρόνοιας, η αναδιαμόρφωση πολλών πόλεων και η ανάπτυξη απαραίτητων υποδομών μεταφοράς. Στον τομέα της πολιτικής, βασικά στοιχεία αποτελούν οι οργανωμένοι θεσμοί, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από συλλογικότητα. Παρατηρείται ευρύτερη αποδοχή και στήριξη του πολιτικού συστήματος, καθώς και διάθεση συμβιβασμών για την επίτευξη στόχων. Τα επίπεδα συμμετοχής των πολίτων είναι υψηλά. Τα σοσιαλδημοκρατικά εργατικά κόμματα είχαν την εκλογική κυριαρχία.
Συμπερασματικά, υπήρξε συνεχής προσπάθεια των σκανδιναβικών κρατών να ακολουθήσουν και να προσαρμοστούν στις αλλαγές της Δυτικής Ευρώπης ειδικότερα, αλλά και του κόσμου γενικότερα. Το γεγονός πως υπήρξε ένα διακριτό μοντέλο πολιτικής με τόσο θετικά στοιχεία, δημιούργησε καλή φήμη για τις συγκεκριμένες χώρες, και θα μπορούσε να λειτουργήσει ως παράδειγμα για άλλες χώρες του κόσμου.
Σε καμία περίπτωση δεν έλλειψαν οι προκλήσεις και τα προβλήματα στο πέρασμα του χρόνου, τα οποία, ωστόσο, είναι αδύνατο να απουσιάζουν από οποιαδήποτε χώρα. Οι ωφέλειες, όμως, από την εφαρμογή του μοντέλου του «έξυπνου και επιχειρηματικού» κράτους έχει αποτελέσει κίνητρο και για άλλα κράτη σε άλλες περιφέρειες, όπως η Ασία και η Αφρική, και θα μπορούσε να είναι η δική τους ευκαιρία για ανάδειξη σε ένα άκρως ανταγωνιστικό και γρήγορα εξελισσόμενο διεθνές σύστημα. Η αλληλεγγύη και η ευθυγράμμιση των στόχων τους στο διεθνές σύστημα είναι ένα ακόμη «κλειδί» για την επιτυχία της πολιτικής τους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η εξωτερική πολιτική στις διεθνείς σχέσεις, διαθέσιμο εδώ
- Απόσχιση, ελευθερία και αποκέντρωση – Γιατί τα μικρά κράτη είναι καλύτερα, Ελεύθερη Αγορά, διαθέσιμο εδώ
- Diplomacy of small states, Diplomacy.edu, διαθέσιμο εδώ