Του Ιάσονα Λαδέα,
Στο πλαίσιο ανάληψης πρωτοβουλιών που αφορούν το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, η ελληνική κυβέρνηση εξετάζει προοπτικές, οι οποίες θα ενδυναμώσουν τις διεθνείς της σχέσεις, θα ορίσουν την ταυτότητά της στο ευρωπαϊκό προσκήνιο και θα συμβάλλουν στην προώθηση των εθνικών της συμφερόντων. Στην ατζέντα της εξωτερικής πολιτικής, η εγχώρια πολιτική ηγεσία οφείλει να διαχειρίζεται τις σχέσεις της με άλλη κράτη, καθώς και τις διενέξεις της, με χαρακτήρα που αρμόζει στον τρόπο λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Τουρκίας. Δεν αποτελεί πρωτοφανή είδηση το γεγονός πως η Ελλάδα έρχεται συχνά σε αντιπαράθεση με τη γείτονα χώρα. Η φιλονικία αυτή έγκειται κυρίως στο γεγονός πώς η Τουρκία αδυνατεί να συνειδητοποιήσει ότι η Ελλάδα ανήκει στην οικογένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακολουθεί τους θεσμούς και τις αξίες της και βαδίζει σε ένα μονοπάτι, το οποίο οδηγεί στην αλληλεγγύη και την αρμονική συνύπαρξη των κρατών.
Κατά τη διαδικασία ενημέρωσης της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής, ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, επεσήμανε πως η Ελλάδα παραμένει ανοιχτή στο ενδεχόμενο ενός υγιούς και ουσιώδους διαλόγου, όσον αφορά το ζήτημα οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας με απαραίτητη προϋπόθεση να εγκαταλειφθεί από την πλευρά της Τουρκίας το “casus belli”. Ο όρος αυτός περιγράφει την «απειλή πολέμου», ενώ σύμφωνα με άλλους διεθνολόγους αποδίδεται ως «αφορμή πολέμου». Η δήλωση αυτή αξίζει να εξεταστεί σε ένα γενικότερο πλαίσιο, το οποίο αφορά την τουρκική προκλητικότητα, η οποία αποτελεί πρωταρχικό ζήτημα που απαιτεί διευθέτηση. Ο σκοπός, ωστόσο, δεν είναι να προβούμε σε έναν ατέρμονο μονόλογο, παραθέτοντας τα μελανά σημεία του τρόπου λειτουργίας της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, αλλά να σημειώσουμε ορισμένα γεγονότα, τα οποία περιορίζουν τις ελευθερίες του ελληνικού κράτους και δεν συνάδουν με τον χαρακτήρα και το πνεύμα της ΕΕ.
Ο όρος “casus belli” αποτελεί ένα ευρύ φάσμα το οποίο τροφοδοτείται από προκλητικές, κατά το νομικό και θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ, ενέργειες. Χρήσιμη θα ήταν εδώ η αναφορά στα λεγόμενα του κ. Δένδια, κατά την επίσημη συνάντησή του με τον ομόλογό του, κ. Μεβλούτ Τσαβούσογλου, την περασμένη άνοιξη, όταν ο ίδιος παρουσίασε τις ενέργειες της τουρκικής κυβέρνησης, οι οποίες προκάλεσαν κύμα αντιδράσεων. Πιο συγκεκριμένα, δεν μπορεί εύκολα να διεξαχθεί ένας εποικοδομητικός διάλογος, ιδιαίτερα στο θέμα οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, όταν η γείτονα χώρα έχει ουκ ολίγες φορές αγνοήσει και παραβιάσει την UNCLOS, τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Η κατάσταση ανάμεσα στις δύο πλευρές γνώρισε ακόμη μεγαλύτερη ένταση μετά τα γεγονότα του Φεβρουαρίου και του Μαρτίου 2020, που έδωσαν στο μεταναστευτικό ζήτημα νέες διαστάσεις, με αποτέλεσμα τη συνεχή και αναπόφευκτη διασφάλιση και θωράκιση των ελληνικών συνόρων. Σε αυτήν την περίπτωση παρενέβη το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ανακοινώνοντας πως δεν γίνεται δεκτή η εργαλειοποίηση των μεταναστών για πολιτικούς σκοπούς. Η γείτονα χώρα οφείλει, επίσης, να σέβεται τα δικαιώματα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη και την Ίμβρο, στο πλαίσιο εφαρμογής της Συνθήκης της Λοζάνης. Επιπροσθέτως, η Τουρκία έχει παραβιάσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, πραγματοποιώντας περίπου τετρακόσιες υπερπτήσεις πάνω από το ελληνικό έδαφος. Άξιο αναφοράς αποτελεί, επιπλέον, το γεγονός πως η ίδια η Τουρκία θίγει το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών, τη στιγμή που η Ελλάδα κρίνει απαραίτητη την παρουσία στρατού στα νησιά, ανεξαρτήτως οικονομικού κόστους, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος απειλής. Αυτή η στάση της Τουρκίας δεν συνάδει με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την πιθανότητα ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο μέλλον.
Οφείλουμε, ωστόσο, να κάνουμε μία νύξη και στον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, η συνεχής αναφορά της Τουρκίας προς την ΕΕ ως «τρίτο εταίρο» την αποκλείει με έμμεσο τρόπο από τη συζήτηση και καθιστά το πρόβλημα καθαρά διμερές. Ωστόσο, στις διαφορές των δύο χωρών περιπλέκονται και άλλοι παράγοντες, οι οποίοι καθορίζονται από το Διεθνές Δίκαιο και γενικότερα από το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ. Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα δεν είναι ελληνοτουρκικό, αλλά ευρωτουρκικό. Η Ελλάδα ανήκει, όπως προαναφέρθηκε, στην οικογένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ένα σύνολο χωρών, οι οποίες συμμερίζονται τις ίδιες αξίες και ένα κοινό όραμα με απώτερο σκοπό την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη δημιουργία ενός χώρου ειρηνικής συνύπαρξης των κρατών. Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό πως κάθε ενέργεια της Ελλάδας στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής τροποποιείται και κατευθύνεται με βάση το νομικό πλαίσιο της ΕΕ, η οποία δεν θεωρείται σε καμία περίπτωση «τρίτη», καθώς οι αξίες της έχουν συντελέσει στη διαμόρφωση της ταυτότητας της χώρας και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της.
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι το “casus belli” της Τουρκίας ενδέχεται να αποτελέσει τον προάγγελο μιας κρίσης που θα εξελιχθεί σε θερμό επεισόδιο. Η ίδια η Ελλάδα είναι ικανή να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Τα όρια, ωστόσο, των αντιδράσεών της ορίζονται από το Διεθνές Δίκαιο. Βασική προτεραιότητα, εξάλλου, είναι η επίτευξη διαλόγου ανάμεσα στις δύο πλευρές, γεγονός που θα προωθήσει ένα ειρηνικό κλίμα συνεργασίας. Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, η Ελλάδα αναζητά τρόπους σύσφιγξης των ευρωπαϊκών σχέσεων, δημιουργώντας μια εικόνα αλληλεγγύης, σεβασμού και εθνικής στήριξης. Η περίπτωση της Τουρκίας δεν διαφέρει ιδιαίτερα. Η χώρα μας είναι προσηλωμένη στην ειρηνική επίλυση των διαφορών, ακολουθώντας τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου. Πιο συγκεκριμένα, στο φλέγον ζήτημα οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, η Ελλάδα επιθυμεί τη διευθέτηση του θέματος, σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.
Καθίσταται, λοιπόν, φανερό πως η γενικότερη στάση της τουρκικής πλευράς δεν προωθεί την εικόνα μίας καλής γειτονίας. Οι ενέργειες της τουρκικής κυβέρνησης στον τομέα της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής συχνά παραβιάζουν τα δικαιώματα κυριαρχίας της Ελλάδας και δεν συμβαδίζουν με τον αξιακό χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ζητούμενο αποτελεί η δημιουργία μίας νέας σελίδας, η οποία θα εγκαινιάσει ένα νέο κεφάλαιο στην ελληνοτουρκική συνεργασία. Ο στόχος, όμως, αυτός θα επιτευχθεί μόνο μέσα από τον σεβασμό και την κατανόηση του τρόπου λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Νίκος Δένδιας: Να πάρει πίσω η Τουρκία το casus belli, cnn.gr, διαθέσιμο εδώ
- Όσα εννοούσε ο Νίκος Δένδιας, όσα διάβασαν οι άλλοι, protagon.gr, διαθέσιμο εδώ