14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΔιεθνήXinjiang: Το βάπτισμα μιας γενοκτονίας;

Xinjiang: Το βάπτισμα μιας γενοκτονίας;


Της Βασιλικής Βλαχογιάννη,

Δήλωση του εκπροσώπου του κινεζικού Υπουργείου Εξωτερικών, Zhao Lijian, τέλη Νοεμβρίου του τρέχοντος έτους, απαντώντας σε κατηγορίες συστηματικής καταπίεσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά των Ουιγούρων: «Θέλω να τονίσω ότι τα θέματα που σχετίζονται με το Xinjiang αφορούν στην ουσία την αντιμετώπιση της βίαιης τρομοκρατίας, της ριζοσπαστικοποίησης και του αυτονομισμού, όχι για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή τη θρησκεία».

Η Κίνα έχει κατηγορηθεί από τη διεθνή κοινότητα για διάπραξη εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και πιθανώς πολιτιστικής γενοκτονίας σε βάρος του πληθυσμού των Ουιγούρων και άλλων εθνοτικών ομάδων, κυρίως μουσουλμανικών, που διαβιούν στη βορειοδυτική περιοχή της χώρας, στο Xinjiang.

Η αυτόνομη περιοχή των Ουιγούρων, Xinjiang, βρίσκεται στα βορειοδυτικά της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και αποτελεί μία από τις πέντε αυτόνομες περιφέρειές της, όπου οι επίσημα αναγνωρισμένες «εθνικές μειονότητες» οφείλουν να λαμβάνουν επίσημη εκπροσώπηση στα όργανα της περιφερειακής διοίκησης, γεγονός που το Σύνταγμα και οι νόμοι για την περιφερειακή αυτονομία το ανάγουν σε κάτι εντελώς συμβολικό. Οι Ουιγούροι είναι μουσουλμάνοι, μιλούν μια τουρκική διάλεκτο και ιδεολογικά τοποθετούνται προς τους λαούς της Κεντρικής Ασίας. Σύμφωνα, με απογραφή του 2020, η περιοχή έχει πληθυσμό 25,8 εκατομμύρια τα 11,3 εκ των οποίων αυτοπροσδιορίζονται ως μουσουλμάνοι Ουιγούροι.

Πηγή εικόνας: BBC

Η συγκεκριμένη περιοχή ήταν γνωστή επί αιώνες για τον αρχαίο Δρόμο Μεταξιού και τον ακμάζοντα αγωγό εμπορίου και πολιτισμού ανάμεσα στην Κίνα και τον υπόλοιπο κόσμο. Έκταση πλούσια σε φυσικούς πόρους άμεσα συνυφασμένη με πολλούς στρατηγικούς, οικονομικούς και εξωτερικής πολιτικής στόχους της Κίνας.

Σε μια σύντομη ιστορική αναδρομή το «xin-jiang» (τα νέα σύνορα) πέρασαν στα χέρια της Κινεζικής Δυναστείας των Τσινγκ το 1759 όπου και παρέμειναν μέχρι την πτώση της Δυναστείας το 1911. Έκτοτε πραγματοποιήθηκαν ποικίλες προσπάθειας ανεξαρτητοποίησης, γλιστρώντας περιστασιακά από τα χέρια της Κίνας με σύντομες περιόδους ανεξαρτησίας, ανακηρύσσοντας τη Δημοκρατία του Ανατολικού Τουρκεστάν, οι οποίες τερματίστηκαν το 1949 με την ανακήρυξη της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας υπό τον Mao Zedong. Το 1955 δημιουργήθηκε η Αυτόνομη Περιοχή των Ουιγούρων της Xinjiang ως παραχώρηση στον πληθυσμό της περιοχής που δεν ανήκει στους Κινέζους Χαν, τον κύριο πληθυσμό της εσωτερικής Κίνας.

Μια γυναίκα Ουιγούρος αντιμετωπίζει την αστυνομία κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων στο Ουρούμτσι το 2009. Πηγή εικόνας: Encyclopedia Britannica

Έκτοτε, η κατάσταση στην περιοχή είναι φανερά τεταμένη εντοπίζοντας σφοδρές συγκρούσεις, με ανυπολόγιστο ανθρώπινο κόστος, τόσο ανάμεσα στους Ουιγούρους και την αστυνομία όσο και με τους Κινέζους Χαν, οι οποίοι μετά από οικονομικά κίνητρα της κυβέρνησης μετανάστευσαν στην περιοχή σε μια προσπάθεια αντιστροφής της δημογραφικής σύστασης του πληθυσμού και εκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου, περιθωριοποιώντας με αυτόν τον τρόπο τις εθνοτικές ομάδες στην περιοχή που θεωρούν ως προγονική γη.

Τα στρατόπεδα «επανεκπαίδευσης»

Όπως προαναφέρθηκε, οι πρακτικές παραμερισμού της κυβέρνησης πυροδότησαν εξεγέρσεις από αυτονομιστικές ομάδες Ουιγούρων, όπως αυτή στο Ουρούμτσι το 2009, αφήνοντας πίσω 197 νεκρούς, στο Χόταν το 2011 και ακόμη τρείς αιματηρές συμπλοκές το 2014, γεγονότα που χρησιμοποιήθηκαν από την κινεζική εξουσία ως δικαιολογία για τα ακραία μέτρα καταστολής και βίας στο Xinjiang.

Το 2017, με το πρόσχημα μιας εντεινόμενης εκστρατείας κατά της «τρομοκρατίας», η κυβέρνηση του Xi Jinping στόχευσε στον ξεριζωμό των ισλαμικών θρησκευτικών πρακτικών και πεποιθήσεων και των εθνοπολιτιστικών πρακτικών των μουσουλμανικών μειονοτήτων, αντικαθιστώντας αυτές με κοσμικές απόψεις και συμπεριφορές οι οποίες επικυρώνονται από το κράτος, στοχεύοντας με αυτόν τον τρόπο στη βίαιη αφομοίωση των ατόμων αυτών σε ένα ομοιογενές κινεζικό έθνος, με χαρακτηριστικά την κοινή γλώσσα, πολιτισμό και ακλόνητη πίστη στο Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα.

Πηγή εικόνας: Council on Foreign Relations

Για να επιτύχει το εγχείρημά της η κινεζική κυβέρνηση υιοθέτησε έναν αυστηρό κρατικό έλεγχο των βάσεων δεδομένων, παρακολουθώντας όλους τους κατοίκους με τη χρήση τεχνολογιών, όπως η αναγνώριση προσώπου, παρακολούθηση στο διαδίκτυο, τοποθέτηση στην περιοχή τεράστιου αριθμού αξιωματικών ασφαλείας, απαγόρευση της προσέλευσης σε τόπους θρησκευτικής λατρείας (τζαμιά), χωρίς την πρότερη εγγραφή σε ανάλογα κυβερνητικά έγγραφα καθώς και την αναγκαστική συλλογή βιομετρικών δεδομένων, επιδιώκοντας τον προσδιορισμό των ατόμων που μπορούν να αποτελέσουν απειλή και την καταστολή τους με ποικίλους τρόπους, με επικρατέστερο την εισαγωγή στα στρατόπεδα «επανεκπαίδευσης».

Το σύστημα παρακολούθησης κάθε πτυχής της ζωής των Ουιγούρων, περιορίζοντας την πολιτιστική και θρησκευτική έκφραση, αποτελεί σοβαρή παραβίαση των διεθνώς προστατευόμενων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ωστόσο, η κλίμακα και ο αντίκτυπος των στρατοπέδων αυτών μετατρέπουν αυτήν την παρακολούθηση από σύστημα καταπίεσης σε εργαλείο πολιτιστικής γενοκτονίας.

Από τις αρχές του 2017 υπολογίζεται ότι έχουν σταλεί στα στρατόπεδα «επανεκπαίδευσης» τουλάχιστον 1.000.000 Ουιγούροι, παραβιάζοντας πολλές πτυχές του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε κανέναν δεν χορηγήθηκε ένταλμα σύλληψης ή λόγος κράτησης που να περιλαμβάνει έναν αξιόποινο ισχυρισμό για ποινικό αδίκημα διεθνώς αναγνωρισμένο. Η διαδικασία κράτησης στα συγκεκριμένα στρατόπεδα φαίνεται να λειτουργεί εκτός του πεδίου εφαρμογής του κινεζικού συστήματος ποινικής δικαιοσύνης, διότι, σύμφωνα με το Πεκίνο, κάτι τέτοιο καθίστατο «ακατάλληλο», εφόσον είναι «κέντρα επανεκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης» και όχι εγκλεισμού και οι άνθρωποι εκεί βρίσκονται «οικειοθελώς», συμμετέχοντας ενεργά στο «πρόγραμμα αποριζοσπαστικοποίησης» της κυβέρνησης.

Δορυφορικές εικόνες δείχνουν την ταχεία κατασκευή στρατοπέδων στο Xinjiang. Πηγή εικόνας: BBC

Σύμφωνα με συνεντεύξεις πρώην κρατουμένων που παραχωρήθηκαν στη Διεθνή Αμνηστία, τα άτομα είτε απομακρύνονταν βίαια από τα σπίτια τους κατά τη διάρκεια της νύχτας και μεταφέρονταν καλυμμένα με μαύρες κουκούλες στο πρόσωπο σε κάποιο από τα στρατόπεδα εγκλεισμού, είτε καλούνταν να παρουσιαστούν στο τοπικό αστυνομικό τμήμα με κάποια πρόφαση, όπου γινόταν κατάσχεση της ταυτότητας ή του διαβατηρίου και στη συνέχεια, με τον προαναφερθέντα τρόπο, μεταφέρονταν σε κάποιο στρατόπεδο εγκλεισμού ή καταναγκαστικής εργασίας.

Η καθημερινή διαβίωση έχει περιγραφεί από πρώην κρατουμένους ως κολαστήριο, υποβάλλοντάς τους σε σκληρή, απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση, αναγκάζοντάς τους να απαρνηθούν την ταυτότητά τους, μη ασκώντας τις θρησκευτικές πρακτικές τους, μαθαίνοντας και μιλώντας αποκλειστικά μανδαρινικά, καθώς και υποβάλλοντας αιώνια πίστη στο κομμουνιστικό ιδεώδες και το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Πιο συγκεκριμένα, έγιναν αναφορές, μεταξύ άλλων, για ξυλοδαρμούς, ηλεκτροσόκ, στέρηση ύπνου, στέρηση τροφής, χρήση εξαρτημάτων συγκράτησης (καρέκλα τίγρης), κρέμασμα από τοίχο, έκθεση σε εξαιρετικά χαμηλές θερμοκρασίες, σεξουαλικές κακοποιήσεις, αναγκαστικές αμβλώσεις, υποχρεωτικές στειρώσεις, οδηγώντας έκδηλα στο συμπέρασμα ότι το συνολικό περιβάλλον εγκλεισμού στερείται οποιαδήποτε διασφάλιση κατά των βασανιστηρίων, κάτι που, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, αποτελεί καθήκον του εκάστοτε κράτους. Τα στρατόπεδα αυτά συχνά εντοπίζονται σε παλιές σχολικές εγκαταστάσεις ή σε νέες κτηριακές δομές που ανεγέρθηκαν αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό, παρατηρώντας ευρεία διεύρυνση τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με πληροφορίες που παρέχονται από δορυφορικές φωτογραφίες.

Οι πράξεις των κινεζικών αρχών καταδικάζονται από διαδηλωτές σε όλον τον κόσμο. Πηγή εικόνας: Anadolu Agency

Πού είναι η διεθνής κοινότητα;

Το κύριο ερώτημα που εύλογα γεννάται σε τέτοιες περιπτώσεις έκδηλης παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων τον 21ο αιώνα είναι: «ποια είναι η θέση της διεθνούς κοινότητας σε ένα τέτοιο ειδεχθές έγκλημα εις βάρος μιας εθνοτικής ομάδας;».

Αν και η διατήρηση ομαλών σχέσεων με την Κίνα είναι ζωτικής σημασίας για τη διεθνή κοινότητα, η σοβαρότητα των παραβιάσεων απαιτεί αυξημένη διεθνή πίεση. Στις 22 Μαρτίου του 2021 επιβλήθηκαν κυρώσεις σε Κινέζους αξιωματούχους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και τη Βρετανία ως άμεση απάντηση των όσων διαδραματίστηκαν και εξακολουθούν να διαδραματίζονται στο Xinjiang. Επιπρόσθετα, ο Υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Anthony Blinken, καταδίκασε τις κινεζικές πρακτικές εις βάρος των Ουιγούρων μιλώντας για γενοκτονία. Παρόμοιες δράσεις έχουν ληφθεί από τον ΟΗΕ και από παγκόσμιους οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εν αντιθέσει, η κινεζική εξουσία εφόσον αναγκάστηκε, μετά από διαρροή κυβερνητικών εγγράφων, να παραδεχτεί την ύπαρξη των στρατοπέδων, εξακολουθεί να διαψεύδει οποιουδήποτε είδους ισχυρισμούς για αδικοπραξία ή γενοκτονία.

Εμφανιζόμενος τον Ιούλιο του 2020 στο Andrew Marr Show, ο Liu Xiaoming διέψευσε τις αναφορές ότι η Κίνα πραγματοποιεί πρόγραμμα στείρωσης γυναικών Ουιγούρων στη δυτική περιοχή Xinjiang και επιμένει ότι οι Ουιγούροι ζουν σε «ειρήνη και αρμονία». Πηγή εικόνας: Daily Mail

Αν και η λεκτική καταδίκη δεν αποτελεί αποτελεσματικό μοχλό πίεσης, ο οποίος είναι σε θέση να αναγκάσει το Πεκίνο να τερματίσει τις φρικαλεότητες κατά των Ουιγούρων, ίσως να αποτελέσει όμως το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Τα δεινά των Ουιγούρων ίσως δεν είναι ευρέως διαδεδομένα στις δικές μας δυτικές κοινωνίες, αλλά χιλιάδες άνθρωποι βασανίζονται καθημερινά, παρακρατούνται, διαστρεβλώνεται η πολιτιστική τους ταυτότητα και υποτάσσονται σε ένα περιβάλλον διάχυτο από φόβο. Αυτή η γενοκτονία δεν πρέπει να περνάει πλέον απαρατήρητη, ούτε να συγκαλύπτεται από συμφέροντα και όλα να θυσιάζονται στον βωμό της ισχύος.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • “Like we were enemies in a war: China’s mass internment, torture and persecution of Muslims in Xinjiang”, xinjiangamnesty.org, διαθέσιμο εδώ
  • China’s hidden camps, BBC, διαθέσιμο εδώ
  • A Uyghurs’ History of China, History Today, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασιλική Βλαχογιάννη
Βασιλική Βλαχογιάννη
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πάτρα. Έχει ολοκληρώσει το προπτυχιακό πρόγραμμα του Τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Μιλάει ισπανικά και αγγλικά.