Του Γιώργου Κοσματόπουλου,
Ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι ο νέος Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και του Κινήματος Αλλαγής. Ήταν το «φαβορί» της εκλογικής αναμέτρηση της 12ης Δεκεμβρίου, πλην όμως, η συντριπτική του επικράτηση αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία, εφόσον αναλογιστούμε τα επιμέρους χαρακτηριστικά της.
Πρώτον, διέψευσε τις δημοσκοπήσεις του προηγουμένου διαστήματος, οι οποίες, συνήθως, τον εμφάνιζαν να μάχεται για την είσοδό του στον επαναληπτικό γύρο των εκλογών κι εντόπιζαν τη δυναμική του αποκλειστικά εντός του σκληρού πυρήνα των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ. Ο – εκ Κρήτης ορμώμενος – νέος αρχηγός του κόμματος ανέτρεψε κυρίως την εκτίμηση που υπήρχε ότι η μεγάλη συμμετοχή στις εσωκομματικές κάλπες θα «έσπαζε» τον μηχανισμό του. Τουναντίον, με την προσέλευση να σημειώνει ιστορικό υψηλό, τόσο την πρώτη όσο και τη δεύτερη Κυριακή, ο Ανδρουλάκης πρώτευσε με πολύ μεγάλη άνεση.
Δεύτερον, ο ευρωβουλευτής του Κινήματος Αλλαγής απέκτησε πλέον τον τίτλο του νεότερου ηλικιακά επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ, εκλεγόμενος στο ύπατο κομματικό αξίωμα σε ηλικία μόλις 42 ετών. Κατέστη, δε, ο πιο νέος σε ηλικία ηγέτης κοινοβουλευτικού κόμματος.
Τρίτον, έγραψε ιστορία ως ο πρώτος εξωκοινοβουλευτικός Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, πείθοντας τη βάση του κατ’ εξοχήν φορέα κυβερνητικής εξουσίας – κατά τα μεταπολιτευτικά χρόνια – να εμπιστευτεί την προσπάθεια ανάκαμψης στον παραδοσιακό του ρόλο, σε ένα πρόσωπο που, μέχρι τις βουλευτικές εκλογές, δεν θα βρίσκεται στα έδρανα της Βουλής.
Τέταρτον, συνέτριψε εκλογικά τον τελευταίο προερχόμενο από το ΠΑΣΟΚ Πρωθυπουργό, ο οποίος φέρει το πλέον βαρύ όνομα στην ιστορία της παράταξης, όντας υιός του μεγάλου Ανδρέα Παπανδρέου και εγγονός του Γέρου της Δημοκρατίας, Γεωργίου Παπανδρέου. Τη στιγμή που ανθυποψήφιός του μπορούσε να επενδύσει σε ψήφους, οι οποίες θα προέκυπταν απλώς και μόνον από την αναφορά του επωνύμου του, ο Ανδρουλάκης προέταξε ένα ονοματεπώνυμο αναγνωρίσιμο μεν, άσημο δε, υπό την έννοια ότι δεν ανήκε σε κάποιο πολιτικό «τζάκι».
Πέμπτον, απολαμβάνει μεγάλης ελευθερίας κινήσεων, ίσως της μεγαλύτερης απ’ ό,τι είχε μέχρι στιγμής Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, στη μετά Ανδρέα εποχή, τηρουμένων πάντα των αναλογιών και δεδομένου ότι η εκλογική απήχηση του πάλαι ποτέ κραταιού Κινήματος παραμένει αυτήν τη στιγμή περιορισμένη. Διαθέτει νωπή και ισχυρή εκλογική νομιμοποίηση, έχοντας εκλεγεί από το μεγαλύτερο σώμα εκλογέων που υπήρξε ποτέ σε ανάλογη εσωκομματική αναμέτρηση του ΠΑΣΟΚ, καταφέρνοντας να έχει μαζί του 7 από τα 10 μέλη του. Παράλληλα, οι λοιποί πόλοι εσωκομματικής εξουσίας, και εν δυνάμει αμφισβήτησης, είναι βαριά πληγωμένοι. Οι «νέο-παπανδρεϊκοί» ηττήθηκαν κατά κράτος και πλέον μετρούν τρεις συνεχείς βαριές ήττες τα τελευταία χρόνια (αποτυχία ΚΙΔΗΣΟ να εισέλθει στη Βουλή το 2015, αποτυχία Νίκου Παπανδρέου να εκλεγεί ευρωβουλευτής το 2019, οι δύο προηγούμενες), με την τελευταία να πιστοποιεί ότι, πλέον, η βούληση του κόσμου της Παράταξης είναι εδραία στο να πάψει να διαφεντεύεται πια από «κληρονόμους».
Οι «γεννηματικοί», μετά την απώλεια της αειμνήστου Φώφης, στην πλειοψηφία τους στράφηκαν προς τον Γιώργο Παπανδρέου, διαβλέποντας μια ανέλπιστη ευκαιρία να διασωθούν πολιτικά, αφού, ακόμα κι αν η επάρατος νόσος δεν είχε κόψει βίαια και πρόωρα το νήμα της ζωής της τέως Προέδρου, πολύ δύσκολα η τελευταία θα κατόρθωνε να επανεκλεγεί. Πλέον, βρίσκονται και αυτοί εκτός παιχνιδιού. Παρομοίως και οι διάφοροι εκτός ΠΑΣΟΚ που αποτελούν -τύποις- συνιστώσες του ΚΙΝΑΛ και πόνταραν στον Παπανδρέου, φιλοδοξώντας να διατηρήσουν διάφορες θέσεις και προνόμια, που παρά φύσην απολάμβαναν εις βάρος του ΠΑΣΟΚ, του μοναδικού κατ’ ουσίαν κόμματος του υποτίθεται πολυκομματικού φορέα. Διάφοροι «βαρόνοι» του ΠΑΣΟΚ που, είτε στήριξαν ΓΑΠ είτε απέφυγαν την άμεση εμπλοκή, βλέπουν τον κίνδυνο της οριστικής αποκαθήλωσης να πλησιάζει. Από τους υποψηφίους οι οποίοι βρέθηκαν εκτός Β’ γύρου, μόνον ο Ανδρέας Λοβέρδος θα μπορούσε να διεκδικήσει τον ρόλο του ρυθμιστή, αν και σε περιορισμένη κλίμακα, δεδομένου ότι ήταν σχεδόν βέβαιο πως η πλειοψηφία των ανθρώπων που τον ψήφισαν στις 5 Δεκεμβρίου, βρίσκονταν πολύ εγγύτερα στον Ανδρουλάκη και, κυρίως, πολύ πιο μακριά από τον Παπανδρέου, σε βαθμό που δεν ανέμεναν την επίσημη στήριξή του στον πρώτο, για να δράσουν αναλόγως στις 12 του μηνός. Τα χέρια, λοιπόν, του Ανδρουλάκη είναι λυμένα, ώστε να διαμορφώσει το ΠΑΣΟΚ στα μέτρα του, κάνοντας βουτιά στην ηλικιακή επετηρίδα και αποστρατεύοντας φουρνιές στελεχών που επί δεκαετίας συγκροτούσαν τα επιμέρους εσωκομματικά κατεστημένα.
Οι λόγοι της ολοκληρωτικής νίκης Ανδρουλάκη αφορούν τον συνδυασμό των χαρακτηριστικών του ιδίου, των άλλων υποψηφίων του και του εκλογικού σώματος. Απεδείχθη στην πράξη ότι ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ ήταν σε τέτοιο βαθμό απηυδισμένος με τα παραδοσιακά κέντρα εξουσίας εντός του κόμματος, ώστε ήταν διατεθειμένος να ρισκάρει, εμπιστευόμενος έναν νέο σε ηλικία άνθρωπο, που δεν είναι καν βουλευτής, δεν έχει υπηρετήσει ποτέ σε κυβερνητικό ή εν γένει σε δημόσιο αξίωμα στο στενό εθνικό πλαίσιο και κινήθηκε υπερβολικά στρογγυλεμένα κατά την προεκλογική περίοδο, σε βαθμό που οι θέσεις του, επί σειρά κομβικών ζητημάτων, να είναι ουσιαστικά άγνωστες. Οι παραδοσιακοί, και μεγαλύτερης ηλικίας, ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ θεώρησαν ότι ο νέος Πρόεδρος αποτελεί τη μοναδική ελπίδα επιστροφής στα περασμένα μεγαλεία, έχοντας πεισθεί ότι οι εκπρόσωποι της προηγούμενης γενιάς δεν μπορούν να ξεκολλήσουν το Κίνημα από τη μιζέρια των μονοψήφιων ποσοστών. Οι νέοι, ηλικιακά, αντιλήφθηκαν ως ευκαιρία αλλαγής γενιάς την υποψηφιότητά του, έχοντας αγανακτήσει βλέποντας διαρκώς τα ίδια πρόσωπα, που ευθύνονται στον μεγαλύτερο βαθμό για την κατάντια του κόμματος, να έχουν γαντζωθεί στις καρέκλες.
Εκφράστηκε, επίσης, ένα τεράστιο κύμα αποδοκιμασίας για τον Γιώργο Παπανδρέου προσωπικά, με τις αντι-συσπειρώσεις που δημιούργησε η παρουσία του στη δεύτερη Κυριακή να διαδραματίζουν καταλυτικό ρόλο. Ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ δεν ξέχασε τον τρόπο με τον οποίο παρέδωσε την πρωθυπουργία. Δεν του συγχώρησε το ανοσιούργημα της διάσπασης του κόμματος 20 μόλις ημέρες πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 και τις χυδαίες πρακτικές που ακολούθησαν τότε οι πιστοί του με στόχο το Κίνημα του Ανδρέα Παπανδρέου να μείνει εκτός Βουλής! Του έστειλαν ένα ακόμη μήνυμα για το τέλος της οικογενειοκρατίας στη Δημοκρατική Παράταξη με την απόρριψη της υποψηφιότητας του αδερφού του Νίκου, στις ευρωεκλογές του 2019, όταν ο τελευταίος ηττήθηκε και πάλι από τον Ανδρουλάκη, αλλά και την Εύα Καϊλή.
Εν τέλει, η κίνησή του να κατέλθει στις εκλογές ανάδειξης νέου Προέδρου απεδείχθη η τελευταία πράξη της οριστικής του αποκαθήλωσης. Στον ενάμιση μήνα που προηγήθηκε, «κατάφερε» να αναδείξει όλα του τα μειονεκτήματα: Με τη Φώφη Γεννηματά να χαροπαλεύει στο νοσοκομείο, προέβη στο αντι-θεσμικό ατόπημα να εμφανιστεί ως εγγυητής της ενότητας (η οποία δεν είχε αμφισβητηθεί από κάποιον), προβαίνοντας σε συναντήσεις με τους άλλους υποψηφίους στις οποίες, όπως απεδείχθη, προσπαθούσε να τους πείσει να αποσυρθούν υπέρ του! Υποτίμησε βάναυσα την ιστορική μνήμη και τη νοημοσύνη των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, «εξαφανίζοντας» το ΚΙΔΗΣΟ, στο οποίο εξακολουθεί να είναι Πρόεδρος. Κι αν ο Ανδρουλάκης δεν απάντησε στο πώς και με ποιους θα διοικεί εκτός Βουλής, ο Παπανδρέου δεν απάντησε στο πώς θα καταφέρει να είναι Πρόεδρος σε…τρία κόμματα συγχρόνως (ΚΙΝΑΛ-ΚΙΔΗΣΟ-ΠΑΣΟΚ)!
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας αναμασούσε τα γνωστά κλισέ περί συμφερόντων που δήθεν τον πολεμάνε και σκοτεινών δυνάμεων που δήθεν τον έριξαν από την πρωθυπουργία, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής. Αυτή τη συνωμοσιολογία διάνθισε δε με δήθεν ρηξικέλευθες προτάσεις, αναφορικά με την απόκτηση μετοχών του Facebook από τους χρήστες που του παρέχουν προσωπικά δεδομένα και τη νομιμοποίηση του ναρκωτικού της κάνναβης για ψυχαγωγικούς λόγους. Προτάσεις που από τους «ταλιμπάν» του (που για μία εκλογική αναμέτρηση έσπασαν τα κοντέρ της διαδικτυακής αθλιότητας), παρουσιάζονταν ως «10 χρόνια μπροστά», αλλά, από όλους του υπολοίπους αντιμετωπίζονταν τουλάχιστον με θυμηδία. Η «πριγκιπική» προσέγγιση των εκλογών, αλλά και η άποψη που έχει για την αντιληπτική ικανότητα του μέσου ψηφοφόρου, φάνηκαν και από την επιδεικτική του απουσία από την τηλεμαχία μεταξύ των υποψηφίων αρχηγών. Αφενός διότι το θεωρούσε υποτιμητικό να αντιπαρατεθεί, ως ίσος με τους «πληβείους», αφετέρου διότι πίστευε ότι ο κόσμος θα ξεχνούσε την επικοινωνιακή του αδεξιότητα στη δημόσια συζήτηση. Μεταξύ πρώτου και δευτέρου γύρου, όμως, άλλαξε γνώμη και κατηγορούσε τον Ανδρουλάκη, διότι είχε κάνει το δικό του πρόγραμμα, χωρίς να υπολογίσει τη μεταστροφή του αυτή! Η τελευταία του ενέργεια να δυναμιτίσει ανεπίτρεπτα και χωρίς λόγο το κλίμα δύο ημέρες πριν τη δεύτερη Κυριακή, αμφισβητώντας τα αποτελέσματα της πρώτης, ήταν η τελευταία πράξη πολιτικής του αυτοχειρίας.
Το ΠΑΣΟΚ άλλαξε σελίδα. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει μπροστά του μια μεγάλη ευκαιρία να ανατρέψει το εγχώριο πολιτικό σκηνικό. Θα την εκμεταλλευτεί; Ουδείς γνωρίζει. Το βέβαιο είναι ότι θα συνεχίσουμε να ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς…