Της Δήμητρας Καλυκάκη,
Μη λησμονείς την έπαρση.
Μονάχα, όταν σου γίνει δοκιμασία, ψυχή,
θα μάθεις τη σημασία
της άκρατης, σφοδρής υπερηφάνειας
το ακόρεστο μυστικό.
~Ζωή Καρέλλη (Από τη συλλογή της Μοναξιάς και της Έπαρσης)
Υπερηφάνεια! Ένα μεγαλοπρεπές συναίσθημα, μια αρετή (σύμφωνα με τον Αριστοτέλη) με ηρωικές αποχρώσεις, ένα «φούντωμα στο στήθος σαν φλόγα». Τι συμβαίνει όμως όταν η υπερηφάνεια συγχέεται με το αίσθημα της έπαρσης; Υπάρχει αυτή η νοητή γραμμή που υποβόσκει στην ανθρώπινη ύπαρξη και, όταν κάποιος την υπερβαίνει, μπορεί να μετατρέψει μια μεγαλόπνοη πράξη του σε μια αλαζονική, υπεροπτική στάση απέναντι σε άλλους ανθρώπους. Τότε ξαφνικά οι πράξεις μας, τα κατορθώματα, τα ταλέντα και οι επιτυχίες χάνουν ένα από τα πιο μαγικά κομμάτια που τις εκτόξευαν στο βάθρο μέχρι πριν λίγο: την ταπεινότητα.
Η ταπεινότητα είναι αρετή, πόσο μάλλον στην περίπτωση που κάποιος διαπρέπει, ξεχωρίζει και αποκτά φήμη ή δύναμη μέσα από τη δουλειά του, αλλά συνεχίζει να κρατά ένα χαμηλό προφίλ. Ικανοποιημένος από τον εαυτό του, δεν νιώθει την ανάγκη να μειώνει την προσπάθεια άλλων, αντιθέτως σέβεται και αισθάνεται ευχάριστα όταν οι γύρω του εξελίσσονται.
Ένας αλληγορικός μύθος που πραγματεύεται το θέμα της έπαρσης, της αλαζονείας σε σημείο να φτάνει στην (θεϊκή) ύβρη είναι ο μύθος της Αθηνάς Παλλάδας και της Αράχνης. Συχνά, οι αρχαίοι Έλληνες δεν εξέφραζαν με κείμενα δοκιμιακού χαρακτήρα τις αλήθειες, καθώς και τις φιλοσοφικές ανησυχίες που τους κατέβαλλαν, αντιθέτως δημιουργούσαν ιστορίες στις οποίες αποτύπωναν με έμμεσο τρόπο -μέσα κυρίως από τις πράξεις των ηρώων- καθολικές αξίες και ενάρετα πρότυπα ηθικής και λογιοσύνης. Αλλά ας διαβάσουμε πρώτα ποια ήταν η αράχνη και τι συνέβη με εκείνη και τη θεά της Σοφίας.
Η Αράχνη ήταν μια νεαρή κοπέλα ταπεινής καταγωγής με πατέρα τον Ίδμονα, έναν απλό, καθημερινό ψαρά από την Κολοφώνα. Όμως το κορίτσι εκδήλωσε ένα μοναδικό ταλέντο στην υφαντουργία και κατέστησε τον εαυτό της διάσημο σε όλους τους γύρω τόπους. Κάτοικοι ταξίδευαν απλώς και μόνο για να παρακολουθήσουν από κοντά την απίθανη ικανότητα της κοπέλας με τις κλωστές και τον μοναδικό τρόπο που ύφαινε με τα δάχτυλά της. Ακόμα και οι Νύμφες, εκστασιασμένες από το ταλέντο της νεαρής, έσπευδαν να τη βρουν για να παρατηρήσουν από κοντά τη διαδικασία ύφανσης. Τόσο μεγάλο ήταν το ταλέντο της που πλέον όλοι θεωρούσαν πως το είχε διδαχθεί από τη θεά Αθηνά (προστάτιδα όλων των συντεχνιών μαζί με τον Ήφαιστο, αλλά και θεά της Υφαντουργίας).
Η Αράχνη όμως, παρασυρμένη από έπαρση και αλαζονεία, δεν παραδεχόταν ότι κληρονόμησε το χάρισμα από τη θεά. Μάλιστα, έφτασε σε σημείο να προκαλέσει την Αθηνά σε αγώνες, θεωρώντας πως μπορούσε να νικήσει τους πάντες στην τέχνη της. Η θεά ενοχλήθηκε έντονα από την προκλητική στάση του κοριτσιού, αλλά αποφάσισε να της δώσει μια δεύτερη ευκαιρία. Γι’ αυτό μεταμφιέστηκε σε γριά γυναίκα και εμφανίστηκε στην κοπέλα τονίζοντάς της πως είναι ύβρις να υποτιμά τους θεούς. Η κοπέλα επέμεινε με βλοσυρότητα στην άποψή της και τότε η θεά αποκάλυψε τη θεϊκή μορφή της. Αν και η Αράχνη ένιωσε μέσα της τον φόβο, παρέμεινε αγέρωχη και αμετανόητη. Το αποτέλεσμα ήταν να αναμετρηθούν εκείνη τη στιγμή σε έναν αγώνα υφαντουργίας, με σκοπό να διακριθεί ποια είναι καλύτερη.
Πρώτη ξεκίνησε η Αθηνά επιλέγοντας να απεικονίσει στο υφαντό της τη μεγαλοπρέπεια των θεών. Παρουσίασε με θαυμαστές λεπτομέρειες το δωδεκάθεο, αποδίδοντας στις μορφές πανέμορφα και εκλεπτυσμένα χαρακτηριστικά. Τοποθέτησε στο κέντρο ένα στιγμιότυπο με πρωταγωνιστές τον εαυτό της και τον θεό Ποσειδώνα στη διαμάχη που είχαν για το όνομα της πόλης Αθήνας. Το σημαντικότερο όμως κομμάτι του υφαντού ήταν οι ανθρώπινες φιγούρες που σχημάτισε στις 4 άκρες του έργου. Επέλεξε εσκεμμένα ανθρώπους που τιμωρήθηκαν για την ασέβεια που υπέδειξαν στους θεούς, συγκεκριμένα τον Αίμο και τη Ροδόπη.
Όταν ήρθε η σειρά της Αράχνης, όχι μόνο δεν θορυβήθηκε από το μήνυμα της θεάς, αλλά ξεκίνησε τη δημιουργία της επιλέγοντας να αναπαραστήσει τους θεούς στις πιο ντροπιαστικές τους στιγμές. Χαρακτηριστική ήταν η απεικόνιση του Δία- μεταμορφωμένου σε ταύρο- με σκοπό να αποπλανήσει την Ευρώπη. Το κέντημα ήταν τόσο συγκλονιστικό που οι μορφές έμοιαζαν να ζωντανεύουν μπροστά στα μάτια των θεατών.
Η Αθηνά, συγκλονισμένη από το θράσος και το αψεγάδιαστο υφαντό της κοπέλας, διέλυσε σε χίλια κομμάτια το έργο και τη χτύπησε με δύναμη στο πρόσωπο. Το κορίτσι τότε, από τη βαθιά θλίψη της προσπάθησε να αυτοκτονήσει. Ένα αίσθημα συμπόνιας τότε κατέβαλε τη Θεά και αποφάσισε να της χαρίσει τη ζωή, όμως με ένα μεγάλο τίμημα. Μεταμόρφωσε την ανταγωνίστριά της σε αρθρόποδο με 8 πόδια, αιώνια καταδικασμένη να κρέμεται και να πλέκει. Όλοι οι απόγονοί της από εδώ και πέρα θα περνούσαν μια ζωή όπου θα υφαίνουν κρεμάμενοι από τον ιστό τους με τη καταδίκη να μπορεί να τον διαλύσει ο καθένας. Με αυτόν τον τρόπο θα παραδειγματίζονταν και δεν θα ξεχνούσαν ποτέ ποια είναι η μοίρα εκείνου που ασεβεί απέναντι στους θεούς.
Φυσικά, εάν επανέλθουμε στο σήμερα και ακούσουμε την ιστορία της Αράχνης, νιώθουμε έντονα το αίσθημα της αδικίας. Πράγματι, η κοπέλα γεννήθηκε με θεϊκό χάρισμα και αποδείχθηκε όντως καλύτερη από μια ανώτερη μεταφυσική παρουσία. Ακόμα και η επιλογή της σκηνής που διάλεξε να απεικονίσει θυμίζει έναν δυναμικό επαναστάτη που αποκαλύπτει, μέσα από τη δυναμική του έργου του, τη διαφθορά της εξουσίας. Η παρουσία της Αράχνης προκαλεί συμπάθεια, παρά τα ελαττώματα που αναφέρθηκαν. Όμως ο μύθος έχει συμβολική αξία, καθώς επιδιώκει να αναδείξει πως όσο ταλέντο, φήμη και δύναμη μπορεί να έχει προσωρινά κάποιος στη κατοχή του τόσο εύκολα μπορεί να χάσει τα πάντα τη στιγμή που θα τυφλωθεί από αλαζονεία και θα αρχίσει να υποτιμά, να περιφρονεί και να μην σέβεται τον άλλο άνθρωπο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Οβιδίου (1966), Μεταμορφώσεις, μτφ. Γιαννάτος Ι. Θεόδωρος, Αθήνα: Εκδ. Δίφρος
- Καντζόλα- Σαμπατάκου, Βεατρίκη (2009), Θεοί και θεές, Αθήνα: Εκδ. Σαββάλας
- Μήττα, Δήμητρα (2012), Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας, λήμμα «Αράχνη», από την ιστοσελίδα Ψηφίδες για την Ελληνική Γλώσσα, διαθέσιμο ΕΔΩ