Της Ζαφειρίας Πολυχρονιάδου,
Η ταινία μάς μεταφέρει στην παλαιά και ένδοξη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και συγκεκριμένα στον 2ο μ.Χ. αιώνα, την περίοδο της βασιλείας του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου. Το κέντρο βάρους της, ήδη από την αρχή, θα τοποθετηθεί στον ισπανικής καταγωγής Στρατηγό Μάξιμο Δέκιμο Μερίδιο, ο οποίος κατορθώνει να κατατροπώσει τις επιθέσεις που δέχεται η Αυτοκρατορία από γερμανικά φύλα και να επιτύχει μία ακόμα συντριπτική νίκη έναντι των εχθρών. Οι στρατιώτες, από τη μία, τον σέβονται απόλυτα και τον υπακούν τυφλά. Ο αυτοκράτορας, από την άλλη, καθώς πλησιάζει στο τέλος της ζωής του, οραματίζεται μία Ρώμη ξανά δημοκρατική υπό την ηγεσία της Συγκλήτου, όραμα το οποίο γνωρίζει πως ο γιος του, Κόμμοδος, αδυνατούσε να πραγματοποιήσει, γι’ αυτό και ζητά από τον Μάξιμο να αναλάβει τα ηνία της Ρώμης.
Όμως, ο Μάξιμος το μόνο που επιθυμεί είναι να επιστρέψει στο αγρόκτημά του, στη γυναίκα του και στον γιο του. Και έτσι, τα πράγματα θα ακολουθήσουν μία άσχημη τροπή. Ο Κόμμοδος, γεμάτος ζήλια και μίσος για την απόφαση του πατέρα του σχετικά με τη διαδοχή, τον δολοφονεί και αυτοανακηρύσσεται ως ο επόμενος διάδοχος του αυτοκρατορικού θρόνου, ζητώντας την υποταγή του Μάξιμου. Ο Μάξιμος, υποψιασμένος πως ο θάνατος του αυτοκράτορα δεν συνέβη από φυσικά αίτια, αρνείται να συμπράξει με τον Κόμμοδο και αποχωρεί. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Κόμμοδος διατάζει την εκτέλεση του Μάξιμου και τη δολοφονία της οικογένειάς του. Ο Μάξιμος καταφέρνει να ξεφύγει, αλλά όχι να σώσει την οικογένειά του, αφού όταν έφτασε στο αγρόκτημά του, το μόνο που αντίκρυσε ήταν στάχτη και θάνατος. Στη συνέχεια, ο Μάξιμος θα βρεθεί στον δρόμο ενός πλανόδιου δουλέμπορου, ο οποίος θα τον πουλήσει μαζί με άλλους σκλάβους σε μία επαρχιακή σχολή που εκπαίδευε μονομάχους για τις αρένες. Γρήγορα, ο Μάξιμος θα ξεχωρίσει λόγω της πολεμικής του δεινότητας και θα συμμετάσχει σε πολλές μονομαχίες σε διάφορες ρωμαϊκές επαρχίες, μέχρι να προκριθεί στο Κολοσσαίο.
Παράλληλα, ο Κόμμοδος επιδιώκει απεγνωσμένα να κερδίσει την αγάπη και την αποδοχή του κόσμου οργανώνοντας θεάματα αιματοχυσιών, τα οποία ο πατέρας του είχε καταργήσει. Μέσω αυτών, χαρίζει σε πολλούς σκλάβους-μονομάχους την ελευθερία τους, ενώ την ίδια στιγμή η αδερφή του Λουκίλλια, μαζί με δύο Συγκλητικούς, τον Γράκχο και τον Φάλκο, ανησυχούν για το μέλλον της Ρώμης και ευελπιστούν σε μία αλλαγή, την οποία θα εντοπίσουν στο πρόσωπο του Μάξιμου. Θα του προτείνουν να αποδράσει από τη Ρώμη με τη βοήθειά τους για να ηγηθεί μίας στρατιωτικής μονάδας πιστής σ’ αυτόν, ώστε να ανατρέψει τον Κόμμοδο, να επανέλθει η εξουσία στη Σύγκλητο και να εγκαθιδρυθεί ξανά η δημοκρατία στη Ρώμη.
Τα πράγματα, όμως, δεν θα εξελιχθούν όπως τα επιδίωκαν, αφού ο Κόμμοδος θα πληροφορηθεί για τη συνομωσία των Συγκλητικών με την αδερφή του. Μάλιστα, θα την εκλάβει ως απειλή προς το πρόσωπό του και θα την εκμεταλλευτεί ως ευκαιρία για να μονομαχήσει με τον βαριά τραυματισμένο Μάξιμο, ώστε να τον ταπεινώσει μπροστά στον λαό της Ρώμης, που τόσο τον αποθέωνε στις μονομαχίες του, και να αποκτήσει το σέβας του λαού.
Πρόκειται πραγματικά για μία αξιοθαύμαστη και υπέρλαμπρη κινηματογραφική παραγωγή με εξαιρετικές κριτικές και εισπράξεις γύρω στα πεντακόσια εκατομμύρια δολάρια, απαρτιζόμενη από μία εξαιρετικά ταλαντούχα ομάδα ηθοποιών, όπως οι Russel Crowe, Joaquin Phoenix, Connie Nielsen, Oliver Reed, Derek Jacobi, Djimon Housou, Richard Harris, Tommy Flanagan, David Schofield, John Shrapnel, Tomas Arana και πολλοί άλλοι. Επίσης, συγχαρητήρια για την πραγμάτωση και εκτέλεση του έργου αξίζουν τόσο ο σκηνοθέτης της ταινίας Ridley Scott όσο και οι σεναριογράφοι David Franzoni και William Nicholson.
Δεν θα μπορούσαμε να αποκλείσουμε από αυτήν την ειδική μνεία τους πασίγνωστους και πολυβραβευμένους μουσικούς συνθέτες ταινιών Hans Zimmer και Gavin Greenaway, οι οποίοι συνεργάστηκαν με την Αυστραλή τραγουδίστρια και συνθέτρια Lisa Gerard, που τους χάρισε την αγγελική φωνή της και απήγγειλε μία μουσική σύνθεση που αγγίζει τα ιδανικά της ταινίας και θεραπεύει την ακουστική των θεατών.
Αυτή η θετική ανταπόκριση απέναντι στην ταινία καθίσταται ηλίου φαεινότερη από το γεγονός ότι προκρίθηκε σε 36 τελετές βράβευσης ταινιών και απέσπασε 48 βραβεία εκ των οποίων το «Βραβείο Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου», το «Όσκαρ Καλύτερου Β΄ Ανδρικού Ρόλου» και το «Βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας».
Από την αρχή των γυρισμάτων, όμως, αντιμετωπίζονταν διάφορα προβλήματα με το σενάριο, εξαιτίας της αποσπασματικότητάς του και των ελλείψεων που εντόπιζαν οι ηθοποιοί στους χαρακτήρες, ιδιαίτερα σε αυτόν του Μάξιμου. Τότε κλήθηκε να συνεργαστεί και ο William Nicholson, ο οποίος συνέθεσε την πιο συναισθηματική και ανθρώπινη πλευρά του χαρακτήρα, καθώς και οι υπόλοιποι ηθοποιοί προχώρησαν σε διορθώσεις του σεναρίου. Τα τοπία που χρησιμοποιήθηκαν για να γυριστούν οι σκηνές ήταν από διάφορες περιοχές: την Ιταλία, τη Γαλλία, τη Νότια Αφρική και την Αγγλία, καθώς οι περιοχές αυτές υπήρξαν κάποτε ρωμαϊκές κτήσεις.
Η έμπνευση γι’ αυτήν την κινηματογραφική δημιουργία επώασε από δύο καλλιτεχνήματα. Το πρώτο υπήρξε ένα ιστορικό μυθιστόρημα του Αμερικανού συγγραφέα Daniel Mannix, ονομαζόμενο “Those about to Die”, το οποίο περιγράφει τη ζωή των μονομάχων στη Ρώμη βασιζόμενο σε ιστορικές πηγές. Το δεύτερο ήταν ο πίνακας του Γάλλου καλλιτέχνη της γενιάς του 1880 Jean-Leon Gerome, που απεικονίζει τη θριαμβευτική νίκη ενός μονομάχου, η οποία όμως αποδοκιμάζεται από τους Συγκλητικούς με την περιώνυμη χειρονομία της γροθιάς με τον αντίχειρα στραμμένο προς τα κάτω, που σήμαινε τον θάνατο. Βέβαια, δεν θα πρέπει να αγνοήσουμε την επίδραση που είχαν για την πλοκή και την ιστορία οι κινηματογραφικές επιτυχίες συναφούς περιεχομένου της δεκαετίας του 1960, όπως «Η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας», «Σπάρτακους» και «Μπεν-Χουρ».
Ακόμα, έχει τεθεί αρκετά και το ζήτημα της ιστορικής ακρίβειας και ανακρίβειας της ταινίας, αφού ο Μάξιμος δεν αποτελεί κάποιο ιστορικό πρόσωπο, αλλά ένα κατασκεύασμα των δημιουργών της ταινίας. Επίσης, και άλλα σημεία των χαρακτήρων δεν συνάδουν με την ιστορική πραγματικότητα, όπως ο θάνατος του Μάρκου Αυρηλίου.
Επιπλέον, η ταινία είχε κατηγορηθεί από πολλούς για τεχνικά λάθη, λόγω των εκτεταμένων ψηφιακών μέσων που επιστρατεύτηκαν για να αναβιώσει η εικόνα της αρχαίας Ρώμης όσο πιο ρεαλιστικά γινόταν. Τα τεχνικά αυτά λάθη δεν εντοπίζονται στο μάτι του θεατή, αλλά πρόκειται για ένα άρτιο αποτέλεσμα που παρασύρει στην ιστορικότητα της εποχής εκείνης. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως δεν επρόκειτο για ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ, αλλά για μυθοπλασία, μία επική ταινία περιπέτειας, που στόχο έχει να μεταφέρει στα σπίτια μας μία αληθοφανή εικόνα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και πραγματικότητας μέσα από τα μάτια τόσο του Μάξιμου όσο και των υπολοίπων ηρώων.
Όπως και να έχει, η ταινία «Μονομάχος» αποτέλεσε τον πρόδρομο για τη μετέπειτα δημιουργία εξαίσιων κινηματογραφικών επιτυχιών με ιστορικό περιεχόμενο, όπως επίσης και τον δίαυλο μέσω του οποίου εξαπλώθηκε το ενδιαφέρον για την κλασική αρχαιότητα. Στον δρόμο που χάραξε, πορεύθηκαν ταινίες, όπως οι «Μέγας Αλέξανδρος», «Τροία», «Βασιλιάς Αρθούρος», «Ο Τελευταίος Σαμουράι», «Το Βασίλειο των Ουρανών» και ο «Ρομπέν των Δασών».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Gladiator (2000), IMDb.com, διαθέσιμο εδώ.
- 7 Ways Gladiator Was Historically Accurate (& 8 Ways It Wasn’t), screenrant.com, διαθέσιμο εδώ.