Της Μαρίας Τάκη,
Η πεποίθηση πως τα μηνύματα των ταινιών κινουμένων σχεδίων είναι πρωτίστως για μεγάλους και δευτερευόντως για παιδιά, δεν είναι καινούργια. Σκεφτείτε το λίγο. Σίγουρα θα έχετε δει την αγαπημένη σας παιδική ταινία ως ενήλικες, διαπιστώνοντας πόσο βαθείς και καίριους συμβολισμούς έχει. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο το γεγονός ότι οι παιδικές ταινίες έχουν ένα μοναδικό ταλέντο να μας συγκινούν, να μας συναρπάζουν, να μας μεταφέρουν σε κόσμους μαγικούς, μέσω των συναισθημάτων που μας προκαλούν, σε όποια ηλικία κι αν είμαστε.
Η ταινία “Ratatouille” δεν θα μπορούσε να λείπει από το προσκήνιο. Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2007 από την Pixar Animation Studios σε συνεργασία με τη Walt Disney (μάλιστα, την ίδια χρονιά κέρδισε το Oscar Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων). Η ιστορία; Καθόλου απλή, καθόλου συνηθισμένη.
Ο ποντικός Ρέμι έχει ένα όνειρο: Να γίνει σεφ στο καλύτερο εστιατόριο του Παρισιού, το Gusteau, βραβευμένο πολλάκις με αστέρι Μισελέν. Η αποικία ποντικών στην οποία γεννιέται, ξεκληρίζεται άδοξα, όταν τους ανακαλύπτει η γιαγιά, το σπίτι της οποίας επισκέπτονταν για φαγητό χωρίς η ίδια να τους έχει αντιληφθεί (μέχρι εκείνη τη στιγμή). Έκτοτε, η περιπλάνησή του μέσα από τους υπόνομους της πόλης, αδυνατώντας να γνωρίζει που ακριβώς βρίσκεται, λαμβάνει αίσιο τέλος όταν αντιλαμβάνεται με δέος πως τόσο καιρό βρισκόταν στα έγκατα της πόλης των ονείρων του· το Παρίσι.
Ο πρώτος του σταθμός είναι αναμενόμενος: Το εστιατόριο Gousteau, όπου τον περιμένει μία ευχάριστη και συνάμα επικίνδυνη συγκυρία. Ο ανιψιός του Gousteau, ο Αλφρέντο, πρέπει να αποδείξει στον σεφ του εστιατορίου ότι αξίζει να παραμείνει εκεί ως μάγειρας, τη στιγμή που οι μαγειρικές δεξιότητές του βρίσκονται υπό του μηδενός. Ο Ρέμι, από την άλλη, λατρεύει την κουζίνα, τις συνταγές μαγειρικής, τον πειραματισμό των υλικών. Οι δυο τους, λοιπόν, κάνουν μία κάπως αλλόκοτη συμφωνία. Ο Ρέμι θα βρίσκεται κρυμμένος στο καπέλο του Αλφρέντο και θα κατευθύνει τις κινήσεις των χεριών του κουνώντας δύο τούφες από τα μαλλιά του, προκειμένου να μην χάσει τη δουλειά του. Ταυτόχρονα, ο Ρέμι θα έρθει ένα βήμα πιο κοντά στο όνειρό του, μιας και υπό άκρα μυστικότητα, θα μαγειρεύει σε ένα από τα πιο ξακουστά εστιατόρια ολόκληρης της Γαλλίας.
Η περιπέτειά τους μόλις ξεκινάει και η μεταξύ τους σχέση θα περάσει από σαράντα κύματα. Αμφιβολίες, φόβος, χαρά, απογοήτευση αλλά και άψογη συνεργασία. Η μεγαλύτερη μαγειρική δοκιμασία που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν μαζί, όμως, ήταν όταν χρειάστηκε να μαγειρέψουν για τον αυστηρότερο και πιο δύστροπο κριτικό γαστρονομίας ολόκληρης της Γαλλίας, τον Άντον Ίγκο. Η επιλογή του πιάτου; Ratatouille (εξ ου και το όνομα της ταινίας), επιλογή που ενθουσίασε τον Ίγκο, μιας και η γεύση του πιάτου μίλησε στον συναισθηματικό του κόσμο και τους χάρισε μία διθυραμβική κριτική στις Γαλλικές εφημερίδες την επόμενη μέρα.
Δεν θέλω να σας βομβαρδίσω με λεπτομέρειες όσον αφορά την ταινία και την πλοκή της. Εξάλλου, έχουν περάσει δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια από τότε, οπότε είμαι σίγουρη πως ένα μεγάλο μέρος από εσάς, την έχει ήδη δει. Θέλω να σταθώ λίγο περισσότερο στο μήνυμα αυτής.
Ζούμε σε μία κοινωνία που ενώ αποδεικνύεται συνεχόμενα και ποικιλοτρόπως ότι το «φαίνεσθαι» με το «είναι» δεν είναι απαραίτητα συμβατά, κωφεύουμε επιδεικτικά και συνεχίζουμε να αναπαράγουμε αυτή την ορισμένες φορές λανθασμένη σύνδεση. Ποντίκι μάγειρας; Πού ακούστηκε; Η μαγειρική ταιριάζει μονάχα στους ανθρώπους! Κι αν ο Γκουστώ έχει ως σλόγκαν το «όλοι μπορούν να μαγειρέψουν», σίγουρα δεν εννοεί τα ποντίκια!
Κι αν τα συμπεριλαμβάνει; Το όλοι σημαίνει όλοι, χωρίς να εξαιρείται κανείς. Κι αν ο Ρέμι γεννήθηκε για να είναι μάγειρας; Θα τον εμποδίσει το περίβλημά του; Κι αν τον εμποδίσει, δεν θα είναι άδικο; Δεν θα είναι ο κόσμος μας φτωχότερος κατά έναν εξαιρετικό μάγειρα; Φυσικά και θα είναι.
Σε μία εποχή, που καλώς ή κακώς, οι ανώτερες κοινωνικοοικονομικά τάξεις έχουν περισσότερες ευκαιρίες για να ανελιχθούν (το δικό τους «περίβλημα» είναι πιο στιβαρό), ο Ρέμι έρχεται για να μας αποδείξει ότι με ταλέντο και στοχευμένη δουλειά, τίποτε δεν είναι αδύνατο. Ακόμη κι όταν χάθηκε, ακόμη κι όταν ο Αλφρέντο του γύρισε την πλάτη, ακόμη κι όταν η οικογένειά του τον παρακαλούσε να λογικευτεί, υπενθυμίζοντας του ότι ποντίκια και άνθρωποι είναι άσπονδοι εχθροί, ακόμη κι όταν οι γύρω του έβλεπαν το φαγητό ως μέσο επιβίωσης, αυτός έκλεινε τα (μεγάλα ομολογουμένως) αυτιά του σε όλες τις απαισιόδοξες φωνές. Το φαγητό για τον ίδιο δεν σταμάτησε ποτέ να είναι δημιουργία, τέχνη, ένα ευρύτατο πεδίο συνδυασμών και δοκιμών, το όνειρό του.
Γιατί ο Ρέμι μαγείρευε μέσα από την καρδιά του. Έψαχνε συνταγές, έβλεπε μαγειρικές εκπομπές, δοκίμαζε φαγητά, γιατί τού το έλεγε η καρδιά του. Και πέτυχε, γιατί δεν στάθηκε στο παρουσιαστικό του. Ούτε στο τι πίστευε ο κόσμος για εκείνον. Επικεντρώθηκε μονάχα σε αυτό που είχε στην καρδιά του. Έτσι, ήταν αναμενόμενο το φαγητό του να μιλήσει στις καρδιές των υπόλοιπων ανθρώπων.
Ο Αύγουστος Γκουστώ είχε δίκιο λοιπόν. Και ο μεγαλύτερος θαυμαστής του, το πιο ταλαντούχο, πεισματάρικο και φιλόδοξο ποντικάκι της Γαλλίας τον έκανε περήφανο, μιας και ανέλαβε την κουζίνα του εστιατορίου του, και τον επιβεβαίωσε πανηγυρικά.
«Όλοι μπορούν να μαγειρέψουν!»
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Ο Ρατατούης (2007), imdb.com, διαθέσιμο εδώ.