Του Νίκου Σαρρή,
Βρίσκεσαι στην αρχαία Ελλάδα. Είσαι γεωργός; Τεχνίτης; Μήπως γενναίος πολεμιστής; Όποιο μονοπάτι και αν διαλέξεις στη ζωή, ένα είναι το σίγουρο… κάποτε θα πεθάνεις. Ποια είναι, όμως, η διαδρομή που ακολουθεί η ψυχή μετά το τέλος της ζωής στη Γη;
Η διαδρομή αυτή αρχίζει από τη στιγμή του θανάτου. Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία, η ζωή ενός ανθρώπου φτάνει στο τέλος της με την απόφαση της Ατρόπου. Η Άτροπος, η πιο αδίστακτη από τις τρεις Μοίρες, έκοβε το νήμα της ζωής που έκλωθε η Κλωθώ και ξετύλιγε η Λάχεσις, προκαλώντας έτσι τον αναπόφευκτο θάνατο του θνητού. Μάλιστα, το ίδιο το όνομα της Ατρόπου σήμαινε «το αναπόφευκτο».
Ύστερα από τον θάνατο, η ψυχή πρέπει να φτάσει στον Κάτω Κόσμο. Υπεύθυνος για τη μεταφορά των ψυχών από τη μια όχθη του Αχέροντα ποταμού στην άλλη, όπου και βρίσκονταν οι πύλες του βασιλείου των νεκρών, ήταν ο Χάροντας με τη βάρκα του. Το αντάλλαγμα για το πέρασμα μιας ψυχής στον Κάτω Κόσμο από τον βαρκάρη ήταν ένας οβολός, ο οποίος τοποθετούνταν κάτω από τη γλώσσα του νεκρού από τους οικείους του, πριν τον ενταφιασμό του. Όποιος δεν είχε να πληρώσει για τα ναύλα, καταδικαζόταν να περιπλανιέται για εκατό χρόνια στις όχθες του Αχέροντα.
Φτάνοντας στις πύλες του Κάτω Κόσμου, η ψυχή θα συναντήσει τον Κέρβερο. Ο Κέρβερος ήταν ένα τρικέφαλο σκυλί που φυλούσε τις πύλες, αφενός για να μη μπορούν οι νεκροί να δραπετεύσουν και αφετέρου για να εμποδίζεται η είσοδος των εν ζωή θνητών στον Άδη. Ως οδηγός των ψυχών στον Άδη παρουσιάζεται από τον Όμηρο ο θεός Ερμής, καθώς τον χαρακτηρίζει «ψυχοπομπό». Οι ψυχές, μόλις φτάσουν στον Κάτω Κόσμο, καλούνται να πιούν από τον ποταμό της Λήθης, προκειμένου να ξεχάσουν τα πάντα από τη ζωή τους στη Γη.
Κυρίαρχος του Κάτω Κόσμου ήταν ο θεός Άδης. Ένας θεός τόσο άρρηκτα συνδεδεμένος με το βασίλειό του, που ακόμη και αυτό αναφερόταν πολλές φορές ως Άδης. Βασίλισσα του Κάτω Κόσμου ήταν η γυναίκα του, Περσεφόνη. Παρόλο που ο Άδης είχε πλήρη εξουσία στον κόσμο των νεκρών, δεν ήταν εκείνος που αποφάσιζε αν η ψυχή χρειαζόταν ανάπαυση ή τιμωρία. Τον δύσκολο αυτό ρόλο της κρίσης είχαν ο Αιακός, ο Ραδάμανθυς και ο Μίνωας, οι οποίοι δίκαζαν τις ψυχές στον προαύλιο χώρο του παλατιού του Άδη.
Ο βασιλιάς της Αίγινας Αιακός, γιος του Δία και της νύμφης Αίγινας, ήταν ένας ενάρετος άνθρωπος, με απογόνους τον Πηλέα (πατέρα του Αχιλλέα), τον Τελαμώνα (πατέρα του Αίαντα) και τον Φώκο. Ο Φώκος ήταν ο καλύτερος από τους τρεις γιους του Αιακού σε όλα τα αθλήματα. Τα δύο αδέρφια του, μη μπορώντας να διαχειριστούν τη ζήλια τους, τον σκοτώνουν με έναν δίσκο κατά τη διάρκεια του αθλήματος της δισκοβολίας (κάποιες εκδοχές του μύθου θεωρούν τον Πηλέα ως δράστη, άλλες τον Τελαμώνα). Τότε, για να μη γιγαντωθούν οι εντάσεις, ο Αιακός εξορίζει τον Πηλέα και τον Τελαμώνα, βάζοντας τη δικαιοσύνη πάνω από τους οικογενειακούς δεσμούς. Για αυτήν την έντιμή του πράξη, θεωρήθηκε δικαιότατος και άξιος εμπιστοσύνης για την κρίση των ψυχών.
Ο Ραδάμανθυς ήταν Κρητικός ήρωας, γιος του Δία και της Ευρώπης. Φημιζόταν για τη σοφία και το αίσθημα δικαιοσύνης του, οπότε μετά θάνατον οι θεοί τον θεώρησαν ικανό για κριτή του Κάτω Κόσμου. Ο Μίνωας ήταν αδερφός του Ραδάμανθυ και βασιλιάς της Κρήτης. Ως βασιλιάς θεωρήθηκε απόλυτα δίκαιος, ενώ η παράδοση τον θέλει να δέχεται συμβουλές για τη διακυβέρνηση της Κρήτης κάθε εννέα χρόνια από τον ίδιο τον Δία.
Ποια ήταν, όμως, η αρμοδιότητα του κάθε κριτή; Ο Αιακός δίκαζε τις ψυχές των Ευρωπαίων, ενώ ο Ραδάμανθυς τις ψυχές των Ασιατών. Ο Μίνωας ήταν ανώτερος των υπόλοιπων κριτών και εξέταζε τις ιδιαίτερα αμφισβητούμενες περιπτώσεις.
Αφού δικαστεί η ψυχή, οι κριτές αποφασίζουν σε ποιο μέρος του Κάτω Κόσμου θα οδηγηθεί ανάλογα με τις εν ζωή πράξεις του ως θνητός. Οι ηθικές, ενάρετες και ευλογημένες ψυχές οδηγούνταν στα Ηλύσια Πεδία, των οποίων κυρίαρχος ήταν ο Ραδάμανθυς. Παρουσιαζόταν ως ένας χώρος με πλούσια βλάστηση και δάση, όπου οι νεκροί τρέφονταν με γλυκούς καρπούς και έπιναν νέκταρ. Οι ψυχές των κακών και ανήθικων ανθρώπων κατέληγαν στα Τάρταρα, έναν τόπο βασανιστηρίων, όπου τιμωρούνταν για τα εν ζωή εγκλήματά τους, μεταξύ άλλων όλοι οι επίορκοι, προδότες, πατροκτόνοι και παραβάτες ασύλων. Τα Τάρταρα βρίσκονταν στα έγκατα της Γης και περιβάλλονταν από ψηλά τείχη που είχαν χτίσει οι Κύκλωπες. Την είσοδο των Ταρτάρων φρουρούσε η Ερινύα Τισιφόνη. Οι ψυχές που δεν κρίνονταν αρκετά ενάρετες για να οδηγηθούν στα Ηλύσια, ούτε αρκετά διεφθαρμένες για να βασανιστούν στα Τάρταρα, περιφέρονταν μαζί με άλλα πνεύματα σε λιβάδια με ασφόδελους, που υπήρχαν αμέσως μετά την είσοδό του Κάτω Κόσμου.
Από ό,τι βλέπουμε, η ιδέα του θανάτου, αλλά και του τι υπάρχει μετά από αυτόν, απασχολούσε τόσο πολύ τους αρχαίους Έλληνες, που δημιούργησαν μια ακριβή εικόνα τόσο για τον ίδιο τον θάνατο όσο και για την πορεία που ακολουθεί η ψυχή μετά από αυτόν, καθώς και ένα σύστημα ανταμοιβής και τιμωρίας για τις εν ζωή πράξεις των θνητών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ησίοδος (2006), Θεογονία: Η γένεσις των θεών και του κόσμου, Εκδοτική Θεσσαλονίκης.
- Όμηρος (2010), Ομήρου Οδύσσεια, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, .
- Βιργίλιος (2019), Βιργιλίου Αινειάδα, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ) .
- Κακριδής, Ι. (έκδοση 2021), Ελληνική Μυθολογία: Οι Ήρωες – Τοπικές Παραδόσεις, τόμ.3, Εκδοτική Αθηνών.