Της Κωνσταντίνας Παναγιωτοπούλου,
Το να σου αρέσει η φαντασία είναι κάτι. Το να πιστεύεις στο παραφυσικό είναι κάτι ολότελα διαφορετικό. Το πρώτο υποδηλώνει απλώς μία ικανότητα του μυαλού να εξερευνά άλλους κόσμους, γεμάτους μυστήριο, μαγεία, μοίρα, απόκοσμα πλάσματα. Το δεύτερο υπερβαίνει την έννοια της ευχάριστης εξερεύνησης, είναι επιλογή και ταυτίζεται με την αποδοχή. Επίσης, απ’ ό,τι φαίνεται (αν και μιλάμε για νοητικά «γλιστρήματα» διαφορετικής βαρύτητας), η πίστη στο παραφυσικό και η ανάμειξη σε θεωρίες συνωμοσίας έχουν ως εφαλτήριο την ίδια τάση παρόρμησης. Αλλά τι ακριβώς σημαίνει αυτό;
Η απάντηση στο ερώτημα έχει να κάνει με τις λειτουργίες του ανθρώπινου εγκεφάλου και συγκεκριμένα με τον τρόπο που επεξεργαζόμαστε και καταλαβαίνουμε τις πληροφορίες. Αν μία μπάλα κι ένα ρόπαλο κοστίζουν μαζί 1,10 ευρώ και το ρόπαλο κοστίζει 1 ευρώ περισσότερο από την μπάλα, τότε πόσο κοστίζει η μπάλα; Αν απάντησες ότι κοστίζει 10 λεπτά, μπορεί να ανήκεις στην κατηγορία των «αντανακλαστικών στοχαστών» (και κάνεις λάθος· η σωστή απάντηση είναι 5 λεπτά). Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι υποχωρείς στο ένστικτο και το φαινομενικά προφανές ευκολότερα από στοχαστές που δεν ενεργούν αντανακλαστικά, αλλά έπειτα από αυτοέλεγχο και περισυλλογή.
Απλουστευτικά μιλώντας, οι αντανακλαστικοί στοχαστές είναι αυτοί που αντιμετωπίζουν κάποιες αλλόκοτες εμπειρίες κατευθείαν σαν απόδειξη ότι κάτι πραγματικά υφίσταται, είτε αυτό είναι ο Θεός είτε οι εξωγήινοι είτε οι νεράιδες των ποταμών. Είναι, επίσης, πιο πιθανό να εντυπωσιάζονται από ταχυδακτυλουργικά και μαγικά κόλπα, ακόμα και να πιστεύουν ότι μέσω αυτών ανατρέπονται οι φυσικοί νόμοι. Η αστρολογία συνήθως έχει κι αυτή απήχηση σε ένα τέτοιο κοινό, γιατί τα ζώδια νοηματοδοτούν με τον τρόπο τους τη ζωή και λύνουν τα αινίγματά της.
Επιπλέον, πολλοί άνθρωποι ισχυρίζονται πως βλέπουν φαντάσματα. Είναι μάλλον αλήθεια∙ πράγματι βλέπουν κάτι. Μόνο που αυτό το κάτι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Η πιο βάσιμη εξήγηση αυτού του σεναρίου είναι ότι πρόκειται για παραίσθηση, κατασκεύασμα του εγκεφάλου τους. Όπως και να ‘χει όμως, είναι δύσκολο να ασκήσεις πειθώ απέναντι στον ίδιο σου τον εαυτό. Έτσι, πολλοί καταφεύγουν στην νοητική έγκριση της ενστικτώδους εξήγησης τους εμπειρίας τους, αναπτύσσοντας, μέσα από τη συσσώρευση και άλλων αντίστοιχων εμπειριών, μια πίστη στο φανταστικό.
Αν αναμοχλεύσουμε προσωπικές μας εμπειρίες, σίγουρα θα μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε ότι η τάση των ανθρώπων να πιστεύουν σε κάτι είναι ισχυρότερη από την τάση τους να το αμφισβητούν. Ακόμα και στον ενήλικο βίο, που συνοδεύεται από έναν ανεπτυγμένο εγκέφαλο, η αντανακλαστική σκέψη οδηγεί απρόσκοπτα στην αποδοχή· λόγου χάρη, στην αποδοχή της παραπληροφόρησης σε ό,τι σχετίζεται με την πανδημία και τα εμβόλια και άρα στην ανάδυση αντιεπιστημονικών κινημάτων, όπως αυτό του αντιεμβολιασμού. Η συνωμοσιολογία εδράζεται ακριβώς στην αδυναμία μας να χαλιναγωγούμε την ροπή μας προς την αντανακλαστική αποδοχή και συνεπώς πηγάζει από το ίδιο ενδιαφέρον «ελάττωμα» που γεννά την πίστη στο παραφυσικό.
Η στροφή προς την συνωμοσιολογία γίνεται κυρίως σε περιόδους αβεβαιότητας και αμηχανίας. Για παράδειγμα, ας επανέλθουμε στο κοινωνικό πρόβλημα της αντιεμβολιαστικής ρητορικής. Η εποχή μας έχει ως επίκεντρο τη διαχείριση της πανδημίας ως τριφυούς ζητήματος, με προεκτάσεις στη δημόσια υγεία, την οικονομία και την (γεω)πολιτική. Καθώς η πλοήγηση σε αυτά τα τρία πεδία προϋποθέτει συγκεκριμένες γνώσεις και επιστημονικό υπόβαθρο, η πλειονότητα του πληθυσμού αποκλείεται από την σε βάθος κατανόηση της κατάστασης και άρα έρχεται αντιμέτωπη με δύο επιλογές: Να εμπιστευτεί, μετά από λογική επεξεργασία, τους επιστήμονες ή να εμπιστευτεί ενστικτωδώς τους επιστήμονες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Δεδομένου ότι όπου υπάρχει έλλειμμα γνώσης δημιουργείται χώρος για συναισθηματικό πλεόνασμα, όσοι αντανακλαστικοί στοχαστές αναζητούν τρόπους να εκφράσουν τον θυμό, το άγχος και την απόγνωσή τους πασχίζουν να κατοχυρώσουν μία θέση σε μια κλίκα αλληλεγγύης που καλωσορίζει όλα όσα νιώθουν.
Εκτός όμως από τις των ημερών μας, υπάρχουν κι άλλες πολυάριθμες θεωρίες συνωμοσίας. Κάποιες από τις πιο διαδεδομένες σχετίζονται με τους Illuminati, την Νέα Τάξη Πραγμάτων, τους Άνδρες με τα Μαύρα ή την Περιοχή 51. Η QAnon, θεωρία συνωμοσίας που αναπτύχθηκε από φανατικούς οπαδούς του Donald Trump, είναι επίσης γνωστό παράδειγμα. Διαχρονικά, οποτεδήποτε διαγράφονται θολοί ορίζοντες, ο κίνδυνος να χαθεί η αλήθεια πολλαπλασιάζεται, οι παρανοϊκές ιδέες κερδίζουν έδαφος και η κοινωνία διχάζεται, καθώς πλέον απουσιάζει η αίσθηση κοινού προσανατολισμού.
Παρόλο που η πίστη στο υπερφυσικό είναι αναντίρρητα πιο ήπια και ακίνδυνη από τον φανατισμό που διέπει την συνωμοσιολογία, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι και οι δύο γεννιούνται από τις απόπειρες του εγκεφάλου να διαλευκάνει ζητήματα που του παρουσιάζονται νεφελώδη. Συνιστούν, επίσης, ένα καλό παράδειγμα των διαβαθμίσεων της ανθρώπινης σκέψης, που μπορεί, εκκινώντας από την ίδια αφετηρία, να επεκταθεί από μια απλή περιήγηση στον κόσμο της φαντασίας σε μια εξωφρενική στρέβλωση του πραγματικού κόσμου, με ό,τι αυτή συνεπάγεται για την κοινωνική συνοχή και την πολιτική υπευθυνότητα.
Το να οδηγείς τον εαυτό σου σε έναν φανταστικό κόσμο είναι κάτι. Το να οδηγείς την αναλήθεια στον πραγματικό κόσμο είναι κάτι ολότελα διαφορετικό.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Γιατί πιστεύουμε ό,τι πιστεύουμε, tovima.gr, διαθέσιμο εδώ
- How Come Some People Believe in the Paranormal?, scientificamerican.com, διαθέσιμο εδώ
- To combat conspiracy theories teach critical thinking – and community values, theconversation.com, διαθέσιμο εδώ